Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
«Ο υπέρμετρος συντηρητισμός πλήττει την ικανότητα των ασφαλιστικών εταιριών να συνδράμουν την μετάβαση της Ευρώπης σε ένα μοντέλου αειφόρου ανάπτυξης και να παρέχουν τα μακροπρόθεσμα προϊόντα που ζητούν οι πελάτες».
Αυτό είναι το μήνυμα που έστειλε ο πρόεδρος του Συνδέσμου των (αντ)ασφαλιστικών εταιρειών της ΕΕ, Andreas Brandstetter, στο πλαίσιο ομιλίας την Τετάρτη σε συνέδριο που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενόψει της αναθεώρησης της Solvency II εντός του έτους.
«Η Solvency II είναι καλή, αλλά όχι τέλεια και η φετινή αξιολόγηση είναι ιδανική ευκαιρία για να την βελτιώσουμε. Ωστόσο, σίγουρα το γενικό πλαίσιο δεν χρειάζεται επαναστατικές αλλαγές, ούτε απαιτείται ανάπτυξη λύσεων για προβλήματα που δεν υπάρχουν. Για να είμαι ξεκάθαρος, είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσει κανείς γιατί ένα από τα πλέον προληπτικά και συντηρητικά ρυθμιστικά πλαίσια στον κόσμο να χρειάζεται ενίσχυση των προληπτικών ρυθμίσεων. Αυτό που χρειάζεται σήμερα η Solvency II είναι μια στοχευμένη αξιολόγηση που να εστιάζει σε τρεις τομείς: πρώτον, στην άρση των εμποδίων στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις, δεύτερον, στην έμπρακτη λειτουργία της αναλογικότητας και τρίτον, στη μείωση του βάρους των δημοσιοποιήσεων».
Ο κ. Brandstetter υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι είναι ζωτικής σημασίας να επιλυθούν τα προβλήματα αναφορικά με το πώς η Solvency II αντιμετωπίζει τις μακροπρόθεσμες δραστηριότητες των ασφαλιστικών εταιρειών. Αυτό σημαίνει πρακτικά επίλυση των θεμάτων για την κεφαλαιακή μεταχείριση των μακροπρόθεσμων αποταμιεύσεων και εγγυήσεων, καθώς αυτά είναι τα προϊόντα που απαιτούνται για να κλείσει το συνταξιοδοτικό κενό της Ευρώπης και να στηριχθούν οι μακροπρόθεσμες ανάγκες για βιώσιμες επενδύσεις.
«Το να καταστεί η αναλογικότητα μια πρακτική πραγματικότητα και όχι μια θεωρητική αρχή είναι επίσης κρίσιμο, ώστε να αποφεύγονται μη απαραίτητα κόστη τα οποία τελικά καταλήγουν στους ασφαλισμένους. Σήμερα, η αρχή της αναλογικότητας ελάχιστα εφαρμόζεται και αυτό πρέπει να αλλάξει προκειμένου το ρυθμιστικό πλαίσιο να είναι αποτελεσματικό για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, να μειωθούν τα κόστη και η ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά να είναι ανταγωνιστική, επ’ ωφελεία των καταναλωτών».
Ο κ. Brandstetter ζήτησε επίσης «ουσιαστική μείωση» στον όγκο των στοιχείων που υποχρεούνται να δημοσιοποιούν οι ασφαλιστικές, επισημαίνοντας ότι μεγάλο μέρος αυτών δεν χρησιμοποιείται καν. «Πρέπει να εντοπίσουμε ποιες είναι οι πραγματικά χρήσιμες πληροφορίες για τις εποπτικές αρχές και τους καταναλωτές», είπε.
Αναφορικά με το τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον, ο επικεφαλής της Insurance Europe σημείωσε ότι παρότι τα χαμηλά/αρνητικά επιτόκια είναι η σημερινή πραγματικότητα, είναι αδύνατον να προβλέψει κανείς την μελλοντική τους πορεία. Παρόλο που η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΙΟΡΑ) επιχείρησε να κάνει τέτοιες προβλέψεις, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι οι προβλέψεις της είναι θεωρητικές, ακραίες και μη δικαιολογημένες. O κ. Brandstetter είπε ακόμη ότι «αν και υπάρχει ήδη ένα διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο για τον συστημικό κίνδυνο, η EIOPA εισηγείται ιδέες για την περαιτέρω αυστηροποίησή του στην Ευρώπη. Με δεδομένο τον υψηλό βαθμό προστασίας που παρέχεται ήδη από την Solvency II, αυτό δεν έχει νόημα και σίγουρα δεν βοηθά την διεθνή ανταγωνιστικότητα των ασφαλιστικών ομίλων της ΕΕ.
«Η Ευρώπη έχει χαράξει ένα φιλόδοξο μονοπάτι προς ένα βιώσιμο μέλλον και η ασφαλιστική βιομηχανία μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο. Έχουμε την ικανότητα να στηρίξουμε τους στόχους της Ευρώπης και να συμμετέχουμε ενεργά στη μετάβαση προς μια αειφόρο οικονομία. Μπορούμε να μεγιστοποιήσουμε τη συνεισφορά μας μόνο αν εισαγάγουμε τις σωστές διορθώσεις για την Solvency II”, κατέληξε.