Μπήκε το 2017 και εγώ φίλοι αναγνώστες μου παραμένω ανασφάλιστος. Γιατί παραμένω ανασφάλιστος; Γιατί την τελευταία φορά που ασφαλίστηκα για τον κλάδο αυτοκινήτου επέλεξα μία διαδικτυακή πλατφόρμα και μία φθηνή ασφάλιση. Όσο μου επέτρεπαν δηλαδή τα οικονομικά μου μετά τις πληρωμές του φόρου εισοδήματος, του ΕΝΦΙΑ, της ΔΕΗ, του ενοικίου, των κοινοχρήστων και των βιολογικών μου αναγκών για τροφή και ένα καφέ ή ένα ποτό. Για να μην βγαίνουμε από το θέμα μας όμως, μετά από λίγο καιρό χρειάστηκα την πληροφόρηση για το ασφαλιστήριο μου από την εταιρεία και εκεί κτύπαγε ματαίως το τηλέφωνο. Για μία εβδομάδα καμμία ανταπόκριση στο αίτημά μου. Όταν χρειάστηκα πραγματικά την ασφάλιση αυτοκινήτου ούτε εκεί βρέθηκε κάποιος να με εξυπηρετήσει. Στο ασφαλιστήριο υγείας, όταν το χρειάστηκα έπεσε επάνω και σε καθυστερήσεις και σε «ψιλά γράμματα» και σε εξονυχιστικές αναλύσεις των χρεώσεων και σε ένα μήνα καθυστέρηση (μετά πολλών τηλεφωνημάτων) αποζημίωσης.
Φίλοι αναγνώστες, στελέχη των ασφαλιστικών εταιρειών και διαμεσολαβούντες, ωραίοι είναι οι μεγαλόσχημοι σχεδιασμοί και οι ρητορικές στα γκαλά, τις δεξιώσεις και στις Γενικές Συνελεύσεις. Αλλά ο ασφαλισμένος θέλει άμεση φροντίδα. Θέλει τα λεφτά του το συντομότερο δυνατό όπως τουλάχιστον πράττει ο ίδιος όταν καλείται να πληρώσει το ασφάλιστρο. Εν ολίγοις, η πραγματικότητα στην ασφαλιστική αγορά επιμερίζεται στην καθημερινότητα και στην εικονική πραγματικότητα. Δυστυχώς, οι περισσότεροι παραμένουν προσηλωμένοι στα γραφεία τους σε μία εικονική πραγματικότητα. Ο ασφαλισμένος πληθυσμός παραμένει εγκλωβισμένος στην δική του σκληρή πραγματικότητα. Όταν οι δύο καταστάσεις συμπέσουν και το ασφαλιστικό κοινό θα μεγαλώσει και οι επιχειρήσεις θα βρεθούν πλησιέστερα στις ανάγκες των καταναλωτών. Μέχρι τότε, ας αρκεστούν οι εταιρείες σε ασφαλιστική παραγωγή 2% επί του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια όπως ήταν και τα 20 προηγούμενα.