Εκ μέρους της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος θα ήθελα καταρχήν να ευχαριστήσω το Economist και τους διοργανωτές του συνεδρίου για την τιμητική σημερινή πρόσκληση μας σε αυτό το πάνελ.
Το συνταξιοδοτικό βρίσκεται τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα τα χρόνια της κρίσης, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Οι κανόνες ανατρέπονται για πολλοστή φορά, και σίγουρα, αυτή δεν θα είναι η τελευταία.
Αν λοιπόν οφείλουμε κάτι στους έλληνες πολίτες, είναι, ως ειδικοί, να πούμε την αλήθεια για το συνταξιοδοτικό, και η αλήθεια είναι πικρή.
Το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας μας πρέπει να αλλάξει και πρέπει να αλλάξει γρήγορα και ριζικά.
Οι αιτίες που δημιούργησαν το πρόβλημα είναι πολλές και χιλιοειπωμένες,
- τα υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης,
- ο κατακερματισμός του συστήματος
- οι χαριστικές ρυθμίσεις,
- οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις,
- η εισφοροδιαφυγή και η αδήλωτη εργασία,
- η οικονομική κρίση και η ανεργία,
- το PSI,
και τέλος κυρίαρχο ρόλο παίζουν οι ιδιαίτερα πιεστικές δημογραφικές εξελίξεις.
Η Ελλάδα γερνάει.
Ο πληθυσμός συρρικνώνεται καθώς οι γεννήσεις μειώνονται σε επίπεδο χαμηλότερο των θανάτων, η μετανάστευση των νέων αυξάνεται, το προσδόκιμο ζωής μεγαλώνει και κατά συνέπεια είναι αναπόφευκτο οι πληθυσμιακές ομάδες σε υψηλότερες ηλικίες να αυξάνονται, ενώ τα χαμηλότερα επίπεδα ηλικιών να μειώνονται διαρκώς.
Σε αυτό το πλαίσιο τα συνταξιοδοτικά συστήματα που βασίζονται αποκλειστικά και μόνο στην κοινωνική ασφάλιση και στο αναδιανεμητικό σύστημα είναι εξαιρετικά εκτεθειμένα αφού η ομάδα των εργαζομένων δεν θα μπορεί πλέον να χρηματοδοτεί τη συνεχώς αυξανόμενη αριθμητικά ομάδα των συνταξιούχων.
Στη χώρα μας η σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχους ήταν ήδη προβληματική, επιδεινώθηκε όμως δραματικά στα χρόνια της κρίσης.
Επίσης, λόγω της μεγαλύτερης μείωσης των μισθών σε σχέση με τις συντάξεις, απαιτούνται σήμερα οι εισφορές 10 εργαζόμενων για να χρηματοδοτήσουν τη σύνταξη 1 συνταξιούχου.
Δυστυχώς όμως έχουμε μόνο 1,27 εργαζόμενους για κάθε ένα συνταξιούχο.
Τα παραπάνω σημαίνουν μια απλή και ταυτόχρονα τραγική πραγματικότητα.
Ένα φαύλο κύκλο αύξησης φόρων και εισφορών από την μία πλευρά και μείωσης των συντάξεων από την άλλη.
Ως πότε όμως αυτό μπορεί να συνεχιστεί;
Είναι ενδεικτικό ότι μόνο κατά τη περίοδο 2000 – 2015 το κράτος συνεισέφερε στα ταμεία ένα ποσό στη περιοχή των 220 δισεκατομμυρίων, δηλαδή περίπου το 60% του δημόσιου χρέους της χώρας.
Είναι λοιπόν σαφές, ότι το συνταξιοδοτικό είναι μια από τις αιτίες της οικονομικής κρίσης αλλά και η οικονομική κρίση σήμερα απειλεί με τη σειρά της τη βιωσιμότητά του.
Όσο λοιπόν καθυστερούμε το κόστος της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης γίνεται ακόμη πιο μεγάλο.
Ουσιαστικά μεταφέρουμε το τεράστιο αυτό πρόβλημα στην επόμενη γενιά.
Τελικά αυτή θα είναι η κληρονομιά μας;
Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον, τα παιδιά μας να στήσουν και αυτά με τη σειρά τους ένα ειδικό δικαστήριο για να εξετάσουν κατά πόσο αυτό το χρέος είναι επαχθές και επονείδιστο, και τελικά να μας καταδικάσουν διότι γνωρίζαμε και δεν αντιδράσαμε όταν έπρεπε.
Από που πρέπει λοιπόν να ξεκινήσουμε;
Πρώτα από όλα να παραδεχτούμε όλοι ότι έχουν γίνει λάθη και πρέπει σήμερα να τα διορθώσουμε.
Όλοι βλέπουν πως κάτι πάει λάθος με το συνταξιοδοτικό αλλά δυστυχώς οι περισσότεροι αρνούνται πεισματικά να το ομολογήσουν δημόσια.
Δεύτερον, να προσδιορίσουμε το μέγεθος του προβλήματος και να διατυπώσουμε το πρόβλημα σωστά. Πρόβλημα σωστά διατυπωμένο είναι κατά το ήμισυ λυμένο μαθαίναμε στο σχολείο.
Για παράδειγμα πιο είναι το κρυφό χρέος του συνταξιοδοτικού συστήματος;
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των αναμενόμενων εισφορών και των αναμενόμενων παροχών σύμφωνα με την ισχύουσα σήμερα νομοθεσία;
Με βάση πρόσφατες προβολές αυτό εκτιμάται στα 760 δισεκατομμύρια σε τρέχουσες τιμές ή 470 δισεκατομμύρια σε σημερινές αξίες. Ποσό δηλαδή πολλαπλάσιο του εθνικού χρέους.
Ποιος θα μας πει επιτέλους την αλήθεια;
Τρίτον, να αναλάβουμε συλλογικά την ευθύνη για τις νέες επιλογές.
Η κατάσταση απαιτεί συναίνεση, συνεργασία, συνεννόηση και μία εθνική στρατηγική που δεν θα αλλάζει από τη μία κυβέρνηση στην άλλη και θα αντιμετωπίζει το πρόβλημα όχι μεμομωμένα και περιστασιακά αλλά συνολικά και μακροσκοπικά.
Και τέταρτον, να αξιοποιήσουμε τη διεθνή εμπειρία, και να εγκαταλείψουμε τις θεωρίες και τις προσεγγίσεις που δημιούργησαν το πρόβλημα.
Από τη πλευρά μας, ως ΕΑΕΕ, είμαστε στη διάθεση της πολιτείας να συνεργαστούμε συστηματικά μαζί με όλους τους κοινωνικούς εταίρους για τη διαμόρφωση ενός ευρύτερου συνταξιοδοτικού συστήματος.
Στο πλαίσιο αυτό προτείνουμε :
1ον Τη δημιουργία μιας Ανεξάρτητης Αρχής η Ενός Εθνικού Συμβουλίου για το Συνταξιοδοτικό Σύστημα το οποίο θα μελετά διαρκώς τις εξελίξεις, θα ενημερώνει τη Βουλή και τον ελληνικό λαό και τέλος θα εισηγείται τις απαραίτητες νομοθετικές ρυθμίσεις.
2ον Με βάση τη διεθνή εμπειρία προτείνουμε ένα σύστημα που στηρίζεται στους τρείς πυλώνες. Ένα σύστημα που έχει υιοθετηθεί με επιτυχία από πολλές χώρες και βασίζεται σε διαφορετικές πηγές συνταξιοδοτικού εισοδήματος (δημόσιος – ιδιωτικός τομέας) και διαφορετικούς τρόπους χρηματοδότησης (αναδιανεμητικό – κεφαλαιοποιητικό σύστημα).
1ος Πυλώνας, Κρατικός, Υποχρεωτικός και Αναδιανεμητικός
2ος Πυλώνας, Ιδιωτικός, Υποχρεωτικός και Κεφαλαιοποιητικός, με Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης
3ος Πυλώνας, Ιδιωτικός, Προαιρετικός και Κεφαλαιοποιητικός, με κίνητρα σε Ειδικά Συνταξιοδοτικά Ασφαλιστικά Προγράμματα.
Και επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι είναι δύσκολο στη σημερινή οικονομική κατάσταση να δώσεις φορολογικά κίνητρα αυτά τα κίνητρα μπορεί να είναι αναβαλλόμενα, όταν δηλαδή θα λήγουν αυτά τα προγράμματα σε ηλικίες για παράδειγμα άνω των 65 ετών.
Σχετικά όμως με το 2ο πυλώνα των επαγγελματικών ταμείων θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι οι επαγγελματικές ασφαλίσεις παρότι είναι διαδεδομένες στην Ευρώπη στη χώρα μας δεν έχουν αναπτυχθεί.
Ο ν. 3029/2002 που καθιέρωσε το θεσμό της επαγγελματικής ασφάλισης στην Ελλάδα αντί να ρυθμίσει, κατά το κυρίαρχο ευρωπαϊκό μοντέλο, τη συμπληρωματική επαγγελματική ασφάλιση ως αυτοτελή πυλώνα σύνταξης με δυνατότητα συμμετοχής σε αυτόν φορέων, όπως οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αναγνώρισε ένα μόνο φορέα παροχής επαγγελματικής σύνταξης, τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, με διαδικασίες που απαιτούν κόστος και χρόνο, αποκλείοντας ουσιαστικά τις ασφαλιστικές εταιρίες, οι οποίες με την τεχνογνωσία τους μπορούν να δώσουν ώθηση στο νέο θεσμό.
Η επιλογή αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την αποτυχία στην πράξη του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης στη χώρα μας, όπως αντιλαμβάνεται κανείς από τον μικρό αριθμό συνταξιοδοτικών Τ.Ε.Α. που έχουν συσταθεί.
Αντί λοιπόν να αφήσουμε τον υγιή ανταγωνισμό να λειτουργήσει αποτελεσματικά και να επιτρέψουμε στους ίδιους τους πολίτες να επιλέγουν κάθε φορά τον φορέα που προτιμούν ανάλογα με τη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, τις χρεώσεις διαχείρισης, και τέλος τις αποδόσεις των επενδύσεων, εμείς επιμένουμε σε ένα αναχρονιστικό και καταδικασμένο από τη διεθνή πρακτική μοντέλο.
Ο Αινστάιν όμως έλεγε ότι ηλιθιότητα είναι να συνεχίζεις να κάνεις με τον ίδιο τρόπο τα πράγματα κάθε μέρα και να περιμένεις κάτι να αλλάξει.
Η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να μη χαθεί και άλλος χρόνος.
Έχουμε υποχρέωση να ενημερώσουμε τους πολίτες για τις εναλλακτικές επιλογές τους αλλά και για τις ατομικές ευθύνες τους.
Έχουμε υποχρέωση να συμβάλλουμε στη δημιουργία συνείδησης αποταμίευσης γιατί δεν μπορούμε πάντα να τα περιμένουμε όλα από το κράτος.
Έχουμε υποχρέωση να σταθούμε δίπλα τους σε αυτές τις δύσκολες ώρες με ευαισθησία και κατανόηση των αναγκών τους.
Το ίδιο δίπλα θα σταθούμε σε όποια πολιτική ηγεσία έχει το ανάστημα να αναμετρηθεί με αυτές τις δύσκολες αποφάσεις.
Γιατί είναι σίγουρο ότι εδώ που έχουμε φθάσει, δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Υπάρχουν μόνο δύσκολες αποφάσεις!