Συνέντευξη της Έλενας Ερμείδου με τον Group CEO της DARAG, Arndt Gossmann
«Το 2016 ήταν η καλύτερη χρονιά στην ιστορία του run–off» δηλώνει σε συνέντευξή του στο Insurance & Reinsurance Outlook o Group CEO της DARAG, Arndt Gossmann, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις της DARAG για τον συνολικό όγκο των ανενεργών χαρτοφυλακίων, ειδικότερα των καλύψεων πλην ζωής –που θα μεταβιβάζονταν εντός του τρέχοντος έτους και θα έφταναν τα 4 εκατ. ευρώ– εκτιμώντας ότι μεγάλο μέρος της ανάπτυξης στο μέλλον θα προέλθει και από τις χώρες του Νότου και προσθέτοντας ότι η ελληνική αγορά είναι έτοιμη για λύσεις run–off.
Εξηγεί ότι οι επενδύσεις σε προϊόντα run–off προσφέρουν μη εξαρτημένες αποδόσεις και χαμηλό volatility –χαρακτηριστικά ιδιαιτέρως ελκυστικά στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στις αγορές– ενώ σήμερα έχει συμπέσει η συγκεκριμένη τάση των επενδυτών με τη διαρκή ανάγκη του κλάδου του run–off για μεγαλύτερη χρηματοδότηση/κεφάλαια. Αναφερόμενος στους στόχους της DARAG, o Arndt Gossmann διευκρινίζει ότι για την DARAG το δίλημμα αφορά ποιες από όλες τις διαθέσιμες προτάσεις/συναλλαγές θα επιλέξει, πετυχαίνοντας μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην επιχειρηματική της ανάπτυξη, την προστασία της κεφαλαιακής της βάσης και τις αντικειμενικές δυνατότητες του ομίλου σε επίπεδο διαθέσιμου χρόνου και πόρων που απαιτούνται για την ολοκλήρωση κάθε συναλλαγής. Τονίζει ότι η συγκεκριμένη αγορά έχει πολλές δυνατότητες, όμως, αυτήν τη στιγμή, η αύξηση των συναλλαγών είναι απολύτως πραγματική.
Ποιες είναι οι προοπτικές της παγκόσμιας (αντ)ασφαλιστικής αγοράς για το 2017; Τους τελευταίους 12 μήνες, στην ηπειρωτική Ευρώπη είδαμε να ολοκληρώνονται μεγάλες συναλλαγές run–off. Τι θα πρέπει να περιμένουμε μέσα στην επόμενη χρονιά; Ποιος προβλέπεται να είναι ο όγκος των νέων deals;
Η αγορά run–off αναπτύσσεται ταχύτατα, αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις και περισσότερες εκδοχές, καθώς διάφορες ασφαλιστικές φαίνεται να βρίσκουν τελικά το κομμάτι (niche) που τους ταιριάζει καλύτερα και επικεντρώνονται σε αυτό. Μέχρι στιγμής, αυτή ήταν η καλύτερη χρονιά στην ιστορία του run–off. Είχαμε εκτιμήσει ότι στην Ευρώπη, και ειδικότερα στον κλάδο των καλύψεων πλην ζωής, ο συνολικός όγκος των ανενεργών χαρτοφυλακίων που θα μεταβιβάζονταν εντός του 2016 θα έφτανε τα 4 δισ. ευρώ. Καθώς βαίνουμε προς το τέλος του έτους, φαίνεται ότι οι εκτιμήσεις αυτές βρίσκονται πολύ κοντά στην πραγματικότητα. Όμως, εκτός από την αυξανόμενη δυναμική του run–off στις χώρες της βόρειας Ευρώπης, αναμένουμε ότι ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης θα προέλθει από τις χώρες του Νότου, εκεί όπου η αγορά βρίσκεται ακόμη σε πρώιμη φάση.
Τι προβλέπετε για την ελληνική (αντ)ασφαλιστική αγορά; Διακρίνετε ευκαιρίες run–off στην Ελλάδα;
Η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων (ROE) αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι η εφαρμογή της Οδηγίας Solvency II θα κάνει τις ασφαλιστικές ακόμη πιο προσεκτικές όσον αφορά την αξιοποίηση των κεφαλαίων τους και θα τις ωθήσει να αναζητήσουν τη βέλτιστη κεφαλαιακή δομή σε σχέση με τη στρατηγική τους. Η αγορά είναι έτοιμη, κι αυτός είναι ο λόγος που μας κάνει να βλέπουμε όλο και περισσότερες ευκαιρίες στην Ελλάδα.
Υπάρχει νομικό πλαίσιο για την πραγματοποίηση συναλλαγών run–off;
Ναι, υπάρχει και περιλαμβάνεται στο πλαίσιο της οδηγίας Solvency II, η οποία ψηφίστηκε και ενσωματώθηκε στο ελληνικό Δίκαιο τον Ιανουάριο του 2016. Με το Solvency II αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο σκέπτεται και λειτουργεί ο κλάδος της ασφάλισης στην ΕΕ. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε λύσεις για την αποτελεσματική διαχείριση κεφαλαίου, λύσεις οι οποίες βελτιστοποιούν τους ισολογισμούς των εταιρειών, αποδεσμεύουν κεφάλαια και εξασφαλίζουν πιο αποδοτική λειτουργία.
Πιστεύετε ότι σε περιβάλλον μικρών επιτοκίων και χαμηλών αποδόσεων τα εναλλακτικά κεφάλαια είναι μια πραγματική διέξοδος; Θεωρείτε ότι οι παραδοσιακοί αντασφαλιστές θα πρέπει να τα αντιμετωπίσουν ως απειλή;
Η επενδυτική κοινότητα αγαπά την αγορά του run–off, παρ’ όλα αυτά αναζητά εργαλεία που θα της επιτρέψουν να συνεπενδύσει με υγιείς και εγνωσμένου κύρους acquirers. Οι επενδύσεις σε προϊόντα run–off προσφέρουν μη εξαρτημένες (uncorrelated) αποδόσεις και χαμηλό volatility, χαρακτηριστικά ιδιαιτέρως ελκυστικά στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν στις αγορές σήμερα. Η συγκεκριμένη τάση των επενδυτών έρχεται να συμπέσει με τη διαρκή ανάγκη του κλάδου του run–off για μεγαλύτερη χρηματοδότηση/κεφάλαια. Το μέσο μέγεθος μιας συναλλαγής run–off εκτινάχθηκε από τα 20 εκατ. (το 2014) στα 200 εκατ. ευρώ (το 2016), ενώ υπήρξαν μεμονωμένες συμφωνίες που πλησίασαν το 1 δισ. ευρώ. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η πρόσβαση σε κεφάλαια τρίτων (third–party investors) καθίσταται αναγκαία τόσο για τους μικρότερους όσο και για τους μεγαλύτερους παίκτες της αγοράς run–off, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στη ζήτηση της ασφαλιστικής αγοράς, να διαφοροποιήσουν την κεφαλαιακή τους βάση και να προσφέρουν δίκαιες και ελκυστικές αποτιμήσεις για τα χαρτοφυλάκια που τους ενδιαφέρουν. Τους τελευταίους μήνες, βλέπουμε να προσφέρονται δομημένα προϊόντα στα οποία συμμετέχουν περισσότεροι του ενός επενδυτές. Φυσικά, οι ασφαλιστικές που ειδικεύονται στο run–off θα ωφεληθούν πιο πολύ, όχι μόνο αν συνεργαστούν με ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, αλλά και αν είναι σε θέση να αξιοποιήσουν τα εναλλακτικά κεφάλαια στο πλαίσιο των δικών τους κεφαλαιακών δομών, πράγμα το οποίο είναι ακριβώς αυτό που προσφέρει η DARAG μέσω του R–pad.
Μιλήστε μας λίγο περισσότερο για την πλατφόρμα R–pad και το PCC της DARAG στη Μάλτα.
Τα ίδια τα προϊόντα run–off, ως επενδυτικά προϊόντα, είναι πολύ ελκυστικά, όμως η όλη διαδικασία επένδυσης σε αυτά, μέχρι τώρα, ήταν πολύπλοκη και χωρίς ευελιξία. Μέχρι σήμερα, οι επενδυτές ήταν υποχρεωμένοι να αγοράσουν ένα ολόκληρο χαρτοφυλάκιο ή μια ολόκληρη ασφαλιστική, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε κανονιστικές και λειτουργικές απαιτήσεις –για πολλούς επενδυτές το άλμα ήταν πολύ μεγάλο.
Γι’ αυτό, η DARAG, πέρυσι στο Μόντε Κάρλο, παρουσίασε την πλατφόρμα R–pad, την οποία προσφέρει μέσω μιας ιδιόκτητης PCC εταιρείας (Protected Cell Company). Ως επενδυτική πλατφόρμα, το R–pad προσφέρει εύκολη πρόσβαση σε προϊόντα run–off, κλειστή κεφαλαιακή διάρθρωση (ring–fencing μεταξύ πυρήνα και cells), αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων κεφαλαίων, μεγαλύτερη ταχύτητα κι ευελιξία, μικρότερο κόστος και πλήρη συμμόρφωση με το πλαίσιο Solvency II. Έτσι, η επένδυση στο run–off καθίσταται απλούστερη και ακόμη πιο ελκυστική, αντίστοιχη με την αγορά μετοχών ή αμοιβαίων. Η όλη διάρθρωση της πλατφόρμας, με τον πυρήνα και τα ξεχωριστά cells, καθιστά το συγκεκριμένο asset class ευέλικτο, καθώς επιτρέπει την κλιμακωτή επέκταση (scalability) τόσο από πλευράς μεγέθους όσο και από πλευράς επενδυτικού ρίσκου. Μέχρι σήμερα, κάτι τέτοιο δεν υπήρχε στην αγορά. Από πέρυσι, οπότε και παρουσιάσαμε την πλατφόρμα για πρώτη φορά, έχουμε ήδη λάβει την έγκριση για το πρώτο cell, ενώ μέχρι το τέλος του έτους, σχεδιάζουμε τη δημιουργία και ενός δεύτερου.
Ποια είναι η γνώμη σας για τις νέες τεχνολογίες, το InsurTech, τα startups; Τι μπορούν να προσθέσουν στην αγορά;
Η τεχνολογική πρόοδος, από τα κοινωνικά δίκτυα και τις κινητές επικοινωνίες μέχρι το cloud και τα big data, έρχεται να εισβάλει σε όλους τους τομείς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αυξάνοντας τις απαιτήσεις για άμεση πρόσβαση και αξιοποίηση των διαθέσιμων πληροφοριών. Η αγορά, στο σύνολό της, από τον μεμονωμένο ασφαλιζόμενο μέχρι τις μικρές, μεσαίες ή και τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές, περιμένει διαφοροποιημένα προϊόντα, που θα διαμορφώνονται με βάση κάποια εξατομικευμένα χαρακτηριστικά. Οι κανονιστικές απαιτήσεις, οι γεωπολιτικές και οι οικονομικές συνθήκες, η εναρμόνιση και η παγκοσμιοποίηση της ασφαλιστικής αγοράς θα επηρεάσουν και θα διαμορφώσουν τη νέα στρατηγική των επιχειρήσεων. Νέου τύπου κίνδυνοι, όπως το cyber risk, η κλιματική αλλαγή, τα κοινωνικά δίκτυα, η τρομοκρατία, η μαζική μετανάστευση κ.λπ., δημιουργούν ερωτήματα για την κατεύθυνση προς την οποία θα πρέπει να οδηγηθούν οι διαθέσιμοι πόροι και τα κεφάλαια των ασφαλιστικών. Και κατά τη γνώμη μου, η κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να είναι προς το μέλλον και όχι προς το παρελθόν (run–off).
Ποιοι είναι οι στόχοι της DARAG για το 2017;
Ανάπτυξη, φυσικά, η οποία όμως θα προκύψει με τρόπο ελεγχόμενο και προσεκτικό. Για την DARAG, το δίλημμα αφορά ποιες από όλες τις διαθέσιμες προτάσεις/συναλλαγές θα επιλέξει, πετυχαίνοντας μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην επιχειρηματική της ανάπτυξη, την προστασία της κεφαλαιακής της βάσης και τις αντικειμενικές δυνατότητες του ομίλου σε επίπεδο διαθέσιμου χρόνου και πόρων που απαιτούνται για την ολοκλήρωση κάθε συναλλαγής. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι η συγκεκριμένη αγορά έχει πολλές δυνατότητες, όμως, αυτήν τη στιγμή, η αύξηση των συναλλαγών που βλέπουμε είναι απολύτως πραγματική, συμβαίνει σε πραγματικό χρόνο και οι συμφωνίες που ολοκληρώνονται έχουν συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Την περασμένη χρονιά, αρχίσαμε να συμμετέχουμε σε μεγαλύτερα deals, παρ’ όλα αυτά έχουμε απόλυτη συναίσθηση του ότι παραμένουμε μια εταιρεία μεσαίου μεγέθους.