Το θέμα της ταυτότητας φύλου αποτελεί αντικείμενο μελέτης της Ψυχιατρικής και της Παιδοψυχιατρικής Ιατρικής Ειδικότητας. Κατά συνέπεια αποτελεί παράδοξο πώς η άποψη της εν λόγω επιστημονικής κοινότητας, η οποία εκφράζεται θεσμικά στη χώρα μας μέσω της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδος (ΠΕΕ), δεν ζητήθηκε στη σχετική Διαβούλευση για το προσχέδιο νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών (εδώ), αλλά ούτε και στη Διαβούλευση της Διαρκούς Επιτροπής της Βουλής με τους αρμόδιους φορείς.
Θεωρώντας καθήκον του να πάρει το λόγο για τις διατάξεις με τις οποίες εισάγονται ζητήματα και διαδικασίες που αφορούν την ψυχική υγεία ατόμων εφηβικής ηλικίας, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΕΕ σε επιστολή του προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης εκφράζει την αντίρρησή του στην επέκταση της δυνατότητας αλλαγής φύλου σε άτομα αυτής της ηλικίας (15 ετών μέχρι την ενηλικίωση).
Τα επιχειρήματα των ειδικών είναι κατά βάση τα εξής: (α) πρόκειται για μια ηλικία η οποία χαρακτηρίζεται από ρευστότητα της διαμορφούμενης ταυτότητας φύλου και (β) η εμπλοκή των εν λόγω νέων στη διαδικασία θα επιβαρύνει παρά θα βελτιώσει την ψυχική τους κατάσταση.
«Η σύγχρονη ιατρική βιβλιογραφία επισημαίνει υψηλότερη ψυχοπαθολογία σε άτομα με “Δυσφορία Φύλου” σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, γεγονός που επισημάνθηκε και κατά στις εργασίες του πρόσφατου 10ου Πανελλήνιου Παιδοψυχιατρικού Συνεδρίου. Ιδιαίτερα τονίζεται η σημασία των Διαταραχών του Φάσματος του Αυτισμού σε άτομα με ζητήματα ταυτότητας φύλου, στα οποία υπάρχουν καθυστερήσεις, διαφοροποιήσεις και παρεμβολές συμπτωμάτων στη διαμόρφωση της ταυτότητας, καθώς και παραμορφώσεις στην αξιολόγηση των κοινωνικών καταστάσεων και στην ανάπτυξη οικείων διαπροσωπικών σχέσεων. Επίσης, παρατηρείται υψηλή συννοσηρότητα κατάθλιψης και αυτοκτονικότητας, που δεν υποχωρεί με ιατρικές διαδικασίες αλλαγής φύλου, και δυσφορία που παραμένει, παρά τυχόν επιτυχείς κοινωνικές μεταβάσεις» τονίζουν χαρακτηριστικά.
Όπως επισημαίνουν περαιτέρω, δεν υπάρχουν ερευνητικά δεδομένα για εφήβους που έχουν κάνει νομική «μετάβαση» και για τις συνέπειες μια τέτοιας πρακτικής. Εξάλλου, για τους παιδοψυχιάτρους ούτε η γονεϊκή συναίνεση είναι ικανή να αποτρέψει δυσμενείς εκβάσεις.
«Είναι γνωστό ότι η επιμένουσα στην εφηβεία Δυσφορία Φύλου μπορεί να έχει τροφοδοτηθεί από γονεϊκή ανοχή ή και ενθάρρυνση. Επί πλέον, η γονεϊκή ψυχοπαθολογία αποτελεί έναν από τα πλέον σταθερά ευρήματα. Η πρώιμη μετάβαση σε κοινωνικούς ρόλους του άλλου φύλου θεωρείται πλέον βασικός παράγοντας διατήρησης και επιμονής της Δυσφορίας Φύλου» εξηγούν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλέον πρόσφατη έκδοση κατευθυντηρίων οδηγιών πρακτικής υπογραμμίζει την πολύ μεγάλη πολυπλοκότητα της Διαταραχής Ταυτότητας/Δυσφορίας Φύλου στην παιδική και εφηβική ηλικία, και επισημαίνει την ανάγκη αξιολόγησης πιθανών δυσμενών ψυχολογικών και κοινωνικών εκβάσεων στη ζωή του ατόμου (ψυχική υγεία, φίλοι, οικογένεια, επάγγελμα, κοινωνικός ρόλος).
Βεβαίως, τόσο η διάγνωση όσο και η αντιμετώπιση της ταυτότητας φύλου αποτελούν πεδίο συζητήσεων μεταξύ επιστημονικών και κοινωνικών φορέων και η συνεχής εισροή δεδομένων οδηγεί σε αλλαγές και αναθεωρήσεις των συνιστώμενων πρακτικών.
Καταλήγοντας η ΠΕΕ, αναδεικνύει τη σημασία συμμετοχής ειδικού ψυχικής με ειδική εκπαίδευση και γνώσεις στις αποφάσεις «κοινωνικής μετάβασης». Κάτι το οποίο φαίνεται να έχει προβλεφθεί στο νομοσχέδιο, όπου γίνεται λόγος για τη συμμετοχή παιδοψυχιάτρων σε σχετικό Ιατρικό Συμβούλιο.
Πηγή: virus.com.gr