Το 71% των ασθενών που λαμβάνουν διάγνωση με καρκίνο στα τμήματα επειγόντων περιστατικών στη Βρετανία έχουν επισκεφθεί τουλάχιστον μία φορά τον οικογενειακό τους γιατρό με συμπτώματα που σχετίζονται με τη νόσο. Μάλιστα, το 41% τον έχουν επισκεφθεί πάνω από 3 φορές!
Αυτό έδειξε έρευνα που δημοσιεύτηκε στο British Journal of General Practice. Τα αποτελέσματα της έρευνας δεν θα μπορούσαν να έρθουν σε πιο κρίσιμη στιγμή για την Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση σχεδιάζει να φτιάξει ένα νέο σύστημα πρωτοβάθμιας φροντίδας στα πρότυπα του βρετανικού, περιλαμβάνοντας γενικό οικογενειακό γιατρό για όλο τον πληθυσμό στα αστικά κέντρα.
Στην ίδια τη Βρετανία, όμως, που θεωρείται το προπύργιο της γενικής οικογενειακής ιατρικής, η νέα έρευνα αναδεικνύει κενά στη διάγνωση του καρκίνου από τους οικογενειακούς γιατρούς. Την ώρα που θεωρητικά ο γενικός οικογενειακός γιατρός είναι εκείνος που θα έπρεπε να γνωρίζει καλύτερα την υγεία κάθε ασθενή του και συνεπώς να είναι σε θέση να εντοπίσει τον καρκίνο.
Βέβαια, αυτό δεν ισχύει για όλες τις μορφές καρκίνου. Μερικές είναι εξαιρετικά δύσκολο να αναγνωριστούν, όπως το πολλαπλό μυέλωμα. Όμως, στον πληθυσμό της μελέτης υπήρχαν και μορφές που είναι σχετικά πιο απλό να εντοπιστούν, όπως ο καρκίνος του μαστού.
Η έρευνα εκπονήθηκε από ομάδα επιστημόνων των πανεπιστημίων University College London, University of Cambridge και την αρμόδια κρατική υπηρεσία Public Health England. Μάλιστα, στην ερευνητική ομάδα συμμετείχε και ένας Έλληνας, ο Δρ. Γιώργος Λυρατζόπουλος, ο οποίος εργάζεται στο University College London.
Στη μελέτη αναλύθηκαν δεδομένα από 4.637 άτομα που διαγνώστηκαν με καρκίνο στα τμήματα επειγόντων των νοσοκομείων το έτος 2010. Αξίζει να σημειωθεί ότι άτομα στα οποία η διάγνωση του καρκίνου γίνεται στα επείγοντα έχουν πιο κακή πρόγνωση, καθώς η νόσος είναι σε πιο προχωρημένο στάδιο. Όσο νωρίτερα γίνεται η διάγνωση τόσο καλύτερη είναι η εξέλιξη.
Η μελέτη ανέδειξε ότι εκείνοι που διαγνώστηκαν με καρκίνο αλλά δεν είχαν επισκεφθεί ποτέ τον οικογενειακό τους γιατρό ήταν ως επί το πλείστον ηλικιωμένοι, άνδρες και ζούσαν σε πιο φτωχές περιοχές της Αγγλίας. «Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορεί να παίζουν ρόλο. Για παράδειγμα, οι ηλικιωμένοι ασθενείς μπορεί να έχουν δυσκολία να επισκεφθούν τον οικογενειακό τους γιατρό ή να έχουν άλλα νοσήματα, τα οποία τους εμποδίζουν να αναζητήσουν ραντεβού με το γιατρό τους, όπως π.χ. η άνοια», επισημαίνει ο Δρ. Λυρατζόπουλος.