Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
«Nee» (που σημαίνει «όχι» στα ολλανδικά) είπε η ολλανδική ασφαλιστική Delta Lloyd στη συμπατριώτισσά της ΝΝ,π η οποία προσφέρθηκε να την εξαγοράσει έναντι 2,4 δισ. ευρώ (ή 5,30 ευρώ ανά κοινή μετοχή της Delta Lloyd). Οι αναλυτές προεξοφλούν ότι η ΝΝ θα επανέλθει με βελτιωμένη προσφορά δεδομένου ότι ξένοι οίκοι όπως η CreditSights υπολογίζουν την οικονομική αξία της Delta Lloyd στα 5,2 δισ. ευρώ, ποσό σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με την αρχική προσφορά της ΝΝ.
Όπως αναφέρεται στο ανακοινωθέν της Delta Lloyd, το προτεινόμενο τίμημα υποτιμά την ίδια την εταιρεία, τις προοπτικές της και τις στρατηγικές ευκαιρίες που προσφέρει. Το premium 29% σε σχέση με την τιμή κλεισίματος της μετοχής στις 4 Οκτωβρίου είναι μικρότερο σε σχέση με τις νόρμες της αγοράς για συναλλαγές σε μετρητά αυτού του είδους.
Το ΔΣ της Delta Lloyd θεωρεί ότι η εταιρεία είναι εύρωστη και διαθέτει πειστική στρατηγική και σαφή οδικό χάρτη για τη δημιουργία αξίας, στη βάση του οποίου έχει σημειώσει πρόοδο. Το Συμβούλιο δεν είναι καταρχήν αντίθετο σε συμφωνίες που θα δημιουργούσαν σημαντική αξία για τους μετόχους, ωστόσο εκτιμά ότι οι όροι της πρότασης εξαγοράς της ΝΝ δεν συνιστούν αποδεκτή βάση για μια συμφωνία.
Την ίδια στιγμή, η Fitch Ratings θεωρεί ότι η προσφορά της ΝΝ για την Delta Lloyd τεκμηριώνει το σενάριο του διεθνούς οίκου για αύξηση της κινητικότητας όσον αφορά τις εξαγορές και συγχωνεύσεις ευρωπαϊκών ασφαλιστικών εταιρειών, καθώς οι καλά κεφαλαιοποιημένες εταιρείες αναζητούν αναπτυξιακές διόδους μέσω της απόκτησης ανταγωνιστριών που έχουν πληγεί περισσότερο από το αυστηρότερο πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας της Solvency II.
Ο κορεσμός της ασφαλιστικής αγοράς στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και η γενικά ασθενής κερδοφορία καθιστούν δύσκολη την οργανική ανάπτυξη, πράγμα που σημαίνει ότι η «εξαγορά» μεριδίων αγοράς αποτελεί ελκυστική επιλογή για ορισμένους ομίλους. «Πιστεύουμε ότι οι εταιρείες με μικρή διασπορά στα χαρτοφυλάκιά τους και όσες εστιάζονται σε κλάδους που πλήττονται περισσότερο από τις αυξημένες απαιτήσεις για κεφάλαια της Solvency II καθίστανται στόχοι εξαγοράς», λέει η Fitch και καταλήγει: «Ειδικά οι μικρές ασφαλιστικές εταιρείες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα βάρη από την απότομη αύξηση των δαπανών που συνδέονται με τη Solvency II. Οι μικρότερες εταιρείες έχουν επίσης λιγότερες επιλογές για την άντληση κεφαλαίων σε περίπτωση εξασθένισης των δεικτών φερεγγυότητας».