Η δωρεάν περίθαλψη των άπορων και των ανασφάλιστων στο ΕΣΥ –παρά τις σοβαρές ατέλειες του εγχειρήματος (σχετίζονται κυρίως με την απουσία των απαιτούμενων πόρων και την έλλειψη προσωπικού)– αποτελεί ένα βήμα σε θετική κατεύθυνση, αφού έβαλε τέλος στο δράμα εκατοντάδων οικονομικά αδύναμων πολιτών, που το κόστος της νοσηλείας τους μεταφερόταν στην Εφορία.
Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις, τα χρέη από νοσηλεία ανασφαλίστων που έχουν σωρευτεί κατά το παρελθόν ίσως ξεπερνούν σήμερα τα 178 εκατ. ευρώ. Το μεγαλύτερο μέρος από αυτά, όπως δήλωσε ο υπουργός Υγείας μιλώντας στο «Κόκκινο 105,5 fm», πάγωσε με κυβερνητική παρέμβαση και δεν έφτασε ποτέ στην Εφορία. Στο μεταξύ, 28 εκατ. είναι ήδη βεβαιωμένα στις αρμόδιες ΔΟΥ. «Το χρέος αυτό θα διαγραφεί» διαβεβαίωσε ο Α. Ξανθός, κάνοντας λόγο μια ρύθμιση η οποία βρίσκεται υπό διαμόρφωση σε συνεργασία με το Υπουργείο Οικονομικών.
Αν και αναμφισβήτητα πρόκειται για μια δίκαιη στη βάση της παρέμβαση, θα πρέπει να σημειωθεί ότι γεννάει ορισμένα ερωτηματικά. Για παράδειγμα, δεν διευκρινίζεται εάν η διαγραφή των χρεών αυτών θα είναι ανεξάρτητη από την παρούσα οικονομική κατάσταση του οφειλέτη. Δηλαδή, εάν κάποιος σήμερα έχει χρήματα στο λογαριασμό του, δεν θα πρέπει να πληρώσει; Από την άλλη βέβαια, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι κάποιος που βρέθηκε με χρήματα επειδή πούλησε ένα περιουσιακό στοιχείο, αλλά παραμένει άνεργος και ανασφάλιστος, δεν θα έπρεπε να επιβαρυνθεί.
Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως τα 150 εκατ. ευρώ που δεν βεβαιώθηκαν στις ΔΟΥ, αφού πρόκειται για ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό από παρασχεθείσες υπηρεσίες υγείας. Για να έχει κανείς μια τάξη μεγέθους, αρκεί να πούμε ότι το ποσό αυτό ισοδυναμεί με το ¼ της φαρμακευτικής δαπάνης των νοσοκομείων για το 2016! Από πόσες και τι είδους υπηρεσίες υγείας προέκυψε; Πόσους ανασφάλιστους αφορά και μέσα σε πόσα χρόνια δημιουργήθηκε;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το σύνολο των χρεών από παροχές υγείας προς ανασφάλιστους πριν το 2015 συνιστά μια μαύρη τρύπα στο ΕΣΥ, το βαρυτικό πεδίο της οποίας καταβρόχθισε τους νοσοκομειακούς προϋπολογισμούς με σωρευτικές συνέπειες ως τις ημέρες μας, αφού τόσο η κρατική επιχορήγηση όσο και τα έσοδα από τους ΦΚΑ χρόνο με το χρόνο μειώνονταν αντί να αυξηθούν.