Τα έσοδα των 250 μεγαλύτερων λιανεμπόρων σε παγκόσμιο επίπεδο έφτασαν τα 4,5 τρισ. δολάρια το οικονομικό έτος 2014[1], παρουσιάζοντας σταθερή αύξηση ύψους 4,3%, συγκριτικά με την αύξηση 4,1% το 2013, σύμφωνα με την έκθεση «Οι παγκόσμιες δυνάμεις του λιανικού εμπορίου για το 2016» (Global Powers of Retailing 2016) της Deloitte Touche Tohmatsu Limited (Deloitte Global).
Πρόκειται για μια θετική ένδειξη για τον κλάδο του λιανεμπορίου, δεδομένης της μείωσης που ο ίδιος κλάδος είχε παρουσιάσει το 2011, ωστόσο η εικόνα δεν είναι ίδια σε όλες τις περιοχές του κόσμου. Ενώ οι λιανέμποροι στη Βόρεια Αμερική, στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή απολαμβάνουν αύξηση εσόδων, τα έσοδα των λιανεμπόρων στην Ασία, στην Ευρώπη και στη Λατινική Αμερική εξακολουθούν μεν να αυξάνονται, αλλά με φθίνοντα ρυθμό.
«Η βραδύτερη οικονομική ανάπτυξη σε αρκετές αγορές, ο χαμηλότερος πληθωρισμός, η πτώση της τιμής του πετρελαίου και το ενισχυμένο αμερικάνικο δολάριο ήταν οι δυνάμεις που διαφοροποίησαν την ανάπτυξη των λιανεμπόρων στις διάφορες περιοχές του κόσμου,» εξηγεί ο Dr. Ira Kalish, Deloitte’s Chief Global Economist. «Όσον αφορά τους Αμερικανούς λιανεμπόρους, η ενίσχυση του αμερικανικού δολαρίου οδήγησε σε αυξημένη αγοραστική δύναμη για τους Αμερικανούς καταναλωτές, η οποία ενισχύθηκε από την ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη και τις βελτιωμένες συνθήκες απασχόλησης στις ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, η κινέζικη οικονομία επιβραδύνθηκε αρκετά την ίδια περίοδο, κυρίως εξαιτίας αδύναμων εξαγωγών και λιγότερων επενδύσεων. Οι καταναλωτικές δαπάνες όμως διατηρήθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα, παρά το γεγονός ότι ο κλάδος των καταναλωτικών προϊόντων πολυτελείας έχασε τη δυναμική του».
Τα κέρδη των εταιρειών παρουσίασαν διαφορές από περιοχή σε περιοχή, ωστόσο η γενικότερη πορεία τους ήταν πτωτική. Οι 250 μεγαλύτεροι λιανέμποροι κατέγραψαν καθαρό περιθώριο κέρδους 2,8% το 2014, σε σύγκριση με 3,4% το 2013.
Ο αντίκτυπος της ψηφιακής τεχνολογίας
Ο ισχυρός αντίκτυπος της τεχνολογίας στις αγορές που πραγματοποιούνται εντός καταστημάτων καταδεικνύει την ταχέως αυξανόμενη ψηφιακή διασύνδεση των καταναλωτών. Σύμφωνα με την έκθεση της Deloitte, οι ψηφιακές συμπεριφορές και προσδοκίες των καταναλωτών αναπτύσσονται γρηγορότερα από τις ψηφιακές υπηρεσίες που παρέχουν οι λιανέμποροι, προκαλώντας έτσι ένα «ψηφιακό χάσμα».
Τρεις σημαντικές τάσεις εντοπίζονται:
- Δεν υπάρχει μονόδρομος για την ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας. Ενώ όλες οι αγορές κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, κάποιες επιλέγουν διαφορετικές διαδρομές για να φτάσουν στην υιοθέτηση της ψηφιακής τεχνολογίας. Ορισμένες αναδυόμενες αγορές, για παράδειγμα, προσπερνούν εντελώς κάποια στάδια ενσωμάτωσης, τα οποία οι ανεπτυγμένες αγορές είχαν υιοθετήσει, επιταχύνοντας έτσι την ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας στις περιοχές αυτές.
- Ένα ψηφιακό «μέγεθος» δεν αρμόζει σε όλους τους καταναλωτές. Η ψηφιακή συμπεριφορά διαφέρει ανάλογα με δημογραφικούς παράγοντες, όπως είναι η ηλικία και το εισόδημα, καθώς επίσης και ο τύπος του προϊόντος που αναζητείται από τον καταναλωτή.
- Οι καταναλωτές ζητούν καλύτερα ψηφιακά εργαλεία. Τα ψηφιακά εργαλεία και τα κανάλια μπορούν τόσο να επεκτείνουν το πεδίο δράσης των λιανεμπόρων όσο και να τους οδηγήσουν σε αύξηση εσόδων. Ωστόσο, οι ψηφιακές υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν σήμερα οι λιανέμποροι δεν ικανοποιούν τους πελάτες, αφού δεν αντεπεξέρχονται στις ανάγκες τους.
«Υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ των προσδοκιών των καταναλωτών και της ψηφιακής εμπειρίας που οι λιανέμποροι προσφέρουν, όσον αφορά την αυξανόμενη επιθυμία του καταναλωτή να ενσωματώσει την ψηφιακή εμπειρία στις αγορές εντός καταστημάτων», δηλώνει η Vicky Eng, Deloitte Global Sector Leader, Retail. «Κάποιοι λιανέμποροι μπορεί να υποτιμούν την ψηφιακή επιρροή, ενώ κάποιοι άλλοι αναγνωρίζουν την πραγματική ευκαιρία και επενδύουν σε αυτό το ψηφιακό χάσμα».
Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση:
[1] Η μελέτη βασίζεται σε δημοσιευμένα στοιχεία για το οικονομικό έτος 2014 (συμπεριλαμβανομένων εταιρειών που το οικονομικό έτος τους λήγει τον Ιούνιο του 2015).