O πρώην πρόεδρος της ΕΑΕΕ, Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου, ήταν ο βασικός διαπραγματευτής από την πλευρά των εταιρειών για τη νέα συμφωνία για το Επαγγελματικό Επικουρικό Ταμείο των Ασφαλιστικών Υπαλλήλων, το γνωστό ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ. Η θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ εργοδοσίας και εργαζομένων όχι μόνο διατήρησε το Ταμείο αλλά δημιούργησε και εύλογες σκέψεις σχετικά με τη δυνατότητα διεύρυνσης του θεσμού των επαγγελματικών ταμείων και σε άλλους κλάδους. Ο κύριος Σαρρηγεωργίου μάς μιλάει για τη συμφωνία, τις νέες συνθήκες που διαμορφώνει το Ασφαλιστικό στην Ελλάδα και δίνει τις απόψεις του για το μέλλον.
Συνέντευξη στον Νίκο Σακελλαρίου
– Η επιτυχής διαπραγμάτευση εργοδοσίας-εργαζομένων αποτελεί μια σημαντική και συμβολική εξέλιξη, τόσο για το Ταμείο όσο και για τις εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα. Σε ποια σημεία υπήρχε συμφωνία, σε ποια διαφωνία και πώς, τελικά, διαμορφώθηκαν οι όροι της τελικής συμφωνίας;
– Η επίτευξη μιας συμφέρουσας συμφωνίας για το μέλλον του Ταμείου –και άρα των συνταξιούχων και των εργαζομένων της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς– είναι σίγουρα μια σημαντική εξέλιξη, για την οποία είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι. Το να κατορθώσουμε να συμφωνήσουμε σε μια αμοιβαία επωφελή λύση δεν ήταν εύκολο, και οι διαπραγματεύσεις πέρασαν από πολλά στάδια μέχρι να φθάσουμε στη σύγκλιση. Στάδια που περιλάμβαναν διαφωνίες, εντάσεις αλλά και συνεχή διάλογο και αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Το κυριότερο σημείο στο οποίο υπήρξε έντονη διαπραγμάτευση ήταν η βάση αλλά και το ύψος των εισφορών, όπου η θέση της Ένωσης ήταν ότι έπρεπε να είναι σίγουρα υψηλότερο σε σχέση με την αντίστοιχη εισφορά στα επικουρικά ταμεία, αλλά σε ρεαλιστικό για την εποχή της οικονομικής κρίσης επίπεδο. Σε αυτό το κομμάτι καταλήξαμε σε εισφορές υπερτριπλάσιες των εισφορών που δίδονται σήμερα υπέρ του δημόσιου συστήματος επικουρικής ασφάλισης. Άλλα σημαντικά σημεία της διαπραγμάτευσης ήταν ζητήματα εκπροσώπησης των κύριων χρηματοδοτών του Ταμείου, δηλαδή των εργοδοτών, όπου πλέον εκπροσωπούνται στο προεδρείο του Ταμείου, η διασφάλιση της λειτουργίας του Ταμείου καθαρά κεφαλαιοποιητικά, με τη δημιουργία ατομικών λογαριασμών, αλλά και η ευρεία συναίνεση στις αποφάσεις για μη συνήθεις επενδύσεις.
Έχοντας ολοκληρώσει αυτή τη συμφωνία, για την οποία η Ένωση εργάστηκε με επιμονή για πολύ μεγάλο διάστημα, θεωρώ πως πλέον οι λεπτομέρειες της διαπραγματευτικής διαδικασίας δεν έχουν σημασία. Η Ένωση, από την πρώτη στιγμή, λειτούργησε με κύριο γνώμονα μια συμφωνία που να διασφαλίζει το μέλλον του συνταξιούχων του ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ και των ασφαλισμένων με δίκαιους και αμοιβαία επωφελείς όρους, που να συνάδει όμως με τη σύγχρονη οικονομική πραγματικότητα, και σε συνεργασία με την πλευρά των εργαζομένων καταλήξαμε σε μια επαρκή, βιώσιμη και ρεαλιστική λύση. Επιπλέον, ιδιαίτερα σημαντικό ήταν για εμάς να εξασφαλίσουμε και τη λειτουργία ενός ταμείου με ήδη σημαντικά κεφάλαια από την υψηλή χρηματοδότηση των εργοδοτών τα τελευταία χρόνια.
– Οι συντάξεις του ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ με τις νέες συνθήκες που προήλθαν από τη συμφωνία θα διατηρηθούν και μεσοπρόθεσμα, ανεξάρτητα από τις συνθήκες στην ελληνική ασφαλιστική αγορά, στην ελληνική οικονομία και στην ευρωζώνη ή υπάρχουν ρήτρες και από τις δύο πλευρές που θα σας ξαναοδηγήσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων;
Με τη νέα συμφωνία, η οποία περιλαμβάνει υψηλή χρηματοδότηση του Ταμείου από την εργοδοσία, εκτιμώ ότι αποφύγαμε τα χειρότερα και δεν θα χρειαστεί να γίνουν νέες μειώσεις συντάξεων –με βάση πάντα τις τωρινές συνθήκες. Αυτό μένει να επιβεβαιωθεί και από την, σε εξέλιξη, αναλογιστική μελέτη αλλά και την εξέλιξη των αγορών και των επιτοκίων.
Δεν υπάρχουν ρήτρες στη συμφωνία, αλλά με βάση το καταστατικό του Ταμείου το ύψος των συντάξεων δεν είναι «εγγυημένο» αλλά «επιθυμητό». Αυτό σημαίνει πως διαμορφώνεται με βάση τις αναλογιστικές μελέτες που πραγματοποιούνται και βέβαια εξαρτάται από την ισορροπία εσόδων-εξόδων του Ταμείου. Σίγουρα όμως η υψηλή χρηματοδότηση του Ταμείου θα βοηθήσει ώστε οι συντάξεις να διατηρηθούν σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο. Η συμφωνία ισχύει για έναν επαρκή ορίζοντα δέκα ετών, μετά το πέρας των οποίων θα γίνει νέα διαπραγμάτευση και αναπροσαρμογή με βάση τις τότε συνθήκες.
Ποια θα πρέπει να είναι τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά για να «κτιστεί» ένα βιώσιμο επαγγελματικό ταμείο σε ό,τι αφορά τις εισφορές, τη διαχείριση των επενδύσεων και τη διοικητική (managerial) εκπροσώπηση;
– Σε ό,τι αφορά στις εισφορές, θεωρώ ότι σε κάθε επαγγελματικό ταμείο πρέπει να βρίσκεται η χρυσή τομή μεταξύ αυτών που χρειάζεται το ταμείο για να διασφαλίσει ένα ικανοποιητικό επίπεδο συντάξεων, να παραμείνει βιώσιμο με βάση τις υποχρεώσεις του και, βέβαια, με βάση τη χρηματοδότηση που μπορούν να προσφέρουν οι εργοδότες, ώστε να παραμείνουν και εκείνοι βιώσιμοι και ανταγωνιστικοί. Δηλαδή αναφέρομαι σε επαρκείς αλλά και ρεαλιστικές εισφορές.
Η διαχείριση των επενδύσεων –ειδικά στο τρέχον περιβάλλον ανασφάλειας που βιώνουμε– χρειάζεται υψηλό επίπεδο τεχνογνωσίας και εξειδίκευσης. Στο ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ, για παράδειγμα, έχει δημιουργηθεί ειδική επενδυτική επιτροπή από εμπειρογνώμονες και πάντα πρέπει να αναζητούνται οι βέλτιστες πρακτικές διακυβέρνησης.
Τέλος, σχετικά με τη διοικητική εκπροσώπηση, είναι επιθυμητό να εκπροσωπούνται και τα τρία μέρη (εργοδότες, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι) στα διοικητικά όργανα του Ταμείου και να εξασφαλίζεται η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση στις κρίσιμες αποφάσεις.
Πιστεύετε ότι το δικό σας παράδειγμα (ως κλάδου) θα το ακολουθήσουν και άλλοι κλάδοι; Θεωρείτε ότι η δημιουργία επαγγελματικών ταμείων θα μπορέσει να αποτελέσει ένα μεταρρυθμιστικό αντίβαρο στη μονομέρεια του υπάρχοντος Ασφαλιστικού;
–Σίγουρα πιστεύω πως το ΤΕΑ-ΕΑΠΑΕ μπορεί να αποτελέσει ένα ταμείο-πρότυπο για την επαγγελματική ασφάλιση στην Ελλάδα. Η θετική πρωτοβουλία μετατροπής του ταμείου σε επαγγελματικό, ώστε να μην ακολουθήσει την πορεία των επικουρικών ταμείων της χώρας, σε συνδυασμό με την υψηλότατη χρηματοδότηση εκ μέρους των εργοδοτών όλα αυτά τα χρόνια θα βοηθήσουν ώστε το Ταμείο να διατηρηθεί σε καλή οικονομική κατάσταση.
Με τις συνεχείς μειώσεις που έχουν υποστεί οι επικουρικές συντάξεις στην Ελλάδα, οι οποίες λειτουργούν συνήθως με τα πρότυπα και τις προδιαγραφές του πρώτου πυλώνα (κοινωνική ασφάλιση), πιστεύω πως πρέπει να αναζητηθούν λύσεις συμπλήρωσης του συνταξιοδοτικού εισοδήματος τόσο στον δεύτερο (επαγγελματικές ασφαλίσεις) όσο και στον τρίτο πυλώνα (ιδιωτική ασφάλιση), υπό το πρότυπο άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Ακριβώς αυτό υποστηρίζεται στη Λευκή Βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Ατζέντα για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις», όπου η ανάπτυξη των συμπληρωματικών σχημάτων συνταξιοδότησης του δεύτερου και του τρίτου πυλώνα, που λειτουργούν με κεφαλαιοποιητικό σύστημα, διατυπώνεται ως βασική στρατηγική επιλογή για κάθε κράτος-μέλος στον χώρο της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης. Σε ανάλογη τροχιά κινούνται οι τοποθετήσεις του ΟΟΣΑ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Οι επαγγελματικές ασφαλίσεις αφορούν προαιρετικά ή υποχρεωτικά σχήματα συνταξιοδότησης, τα οποία χρηματοδοτούν τόσο οι εργοδότες όσο και οι εργαζόμενοι. Τα επαγγελματικά ταμεία λειτουργούν με τη λογική του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, όπου κάθε εργαζόμενος διατηρεί την ατομική του μερίδα.
Μέσω των επαγγελματικών ασφαλίσεων, με τη συμμετοχή των ασφαλιστικών εταιρειών οι εργαζόμενοι θα έχουν την ευκαιρία να συμπληρώσουν το συνταξιοδοτικό εισόδημα από την κοινωνική ασφάλιση και να διασφαλίσουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης.
Είχατε επαφές με την πολιτική ηγεσία, και ποιες προτάσεις τους κάνατε για τα επαγγελματικά ταμεία γενικότερα;
– Η Ένωση έχει, εδώ και χρόνια, κάνει γνωστές τις προτάσεις της για την ενεργοποίηση των επαγγελματικών ασφαλίσεων στην Ελλάδα, οι οποίες, παρότι είναι διαδεδομένες στο εξωτερικό, στη χώρα μας δεν έχουν αναπτυχθεί. Ο ν. 3029/2002 «Μεταρρύθμιση Συστήματος Κοινωνικής ασφάλισης» καθιέρωσε, σε σχέση με όσα ορίζει η οδηγία IORP, τον θεσμό της επαγγελματικής ασφάλισης στην Ελλάδα.
Αντί να ρυθμίσει, κατά το κυρίαρχο ευρωπαϊκό μοντέλο, τη συμπληρωματική επαγγελματική ασφάλιση ως αυτοτελή πυλώνα σύνταξης με δυνατότητα συμμετοχής σε αυτόν φορέων, όπως οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ο Έλληνας νομοθέτης εξάντλησε τη θεσμική του παρέμβαση στην αναγνώριση ενός μόνο φορέα παροχής επαγγελματικής σύνταξης, τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ), με διαδικασίες που απαιτούν κόστος και χρόνο, αποκλείοντας ουσιαστικά τις ασφαλιστικές εταιρείες, που με την τεχνογνωσία τους μπορούν να δώσουν ώθηση στον νέο θεσμό.
Η επιλογή αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την αποτυχία στην πράξη του θεσμού της επαγγελματικής ασφάλισης στη χώρα μας, όπως αντιλαμβάνεται κανείς από τον μικρό αριθμό συνταξιοδοτικών ΤΕΑ που έχουν συσταθεί.
Για να εξαπλωθεί η επαγγελματική ασφάλιση η Πολιτεία πρέπει να προβεί σε μια εκ βάθρων αναθεώρηση του νομοθετικού πλαισίου για τις επαγγελματικές ασφαλίσεις είτε με τροποποίηση του ν. 3029/2002 είτε με τη θέσπιση ενός ξεχωριστού νομοθετήματος, λαμβάνοντας υπόψη την ευρωπαϊκή εμπειρία.