Τα δύο σχέδια από Αθήνα-ΔΝΤ για ελάφρυνση χρέους

Του Νώντα Χαλδούπη

Με τις δικές της προτάσεις για την ελάφρυνση του χρέους, οι οποίες είναι διατυπωμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να συμπληρώνουν τις αντίστοιχες προτάσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά και να μην προκαλούν σοβαρή ενόχληση στους Ευρωπαίους πιστωτές της χώρας, προσέρχεται η κυβέρνηση στις πρώτες συζητήσεις που θα γίνουν ανεπίσημα για το θέμα, στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του Ταμείου.

Όπως αποκάλυψε το Reuters, δύο είναι οι κεντρικές ιδέες της ελληνικής πρότασης για το χρέος:

  1. Να ορισθεί πλαφόν 15% του ΑΕΠ στις ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους, στο οποίο θα περιληφθούν και οι δαπάνες εξόφλησης του στοκ εντόκων γραμματίων, συνολικού ύψους 15 δισ. ευρώ σήμερα. Όπως εξηγούν τραπεζικές πηγές, αυτή η πρόταση κινείται στο πλαίσιο του ορίου που θεωρείται αποδεκτό διεθνώς για τις δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους (15% του ΑΕΠ), αλλά με μια ουσιαστική διαφορά: υπολογίζοντας στις δαπάνες αυτές και την εξόφληση του στοκ των εντόκων, στην πραγματικότητα το όριο κατεβαίνει χαμηλότερα από το 15%. Σημειώνεται ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, στις δικές του ασκήσεις για το χρέος, δεν περιλαμβάνει στο όριο του 15% τα έντοκα γραμμάτια.
  2. Να μετατραπεί το επιτόκιο των δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας από κυμαινόμενο, με βάση το ευρωπαϊκό διατραπεζικό επιτόκιο, σε σταθερό για όλη τη διάρκεια των δανείων. Η πρόταση αυτή έχει στόχο να θωρακίσει την Ελλάδα από μελλοντικές αυξήσεις των ευρωπαϊκών διατραπεζικών επιτοκίων, που είναι σήμερα συγκυριακά πολύ χαμηλά, αλλά είναι βέβαιο ότι θα ανεβούν σημαντικά στη μακρά περίοδο εξυπηρέτησης του χρέους. Οι Ευρωπαίοι δανειστές δεν είναι, όμως, εύκολο να υιοθετήσουν αυτή την πρόταση, καθώς υπάρχει η νομική άποψη ότι, εάν το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας υποχωρήσει χαμηλότερα από το κόστος δανεισμού του ΕΜΣ, ο Μηχανισμός θα υποστεί ζημιές, οι οποίες θα ισοδυναμούν με μερική διαγραφή χρέους, την οποία η γερμανική αντίληψη θεωρεί ασύμβατη με το θεσμικό πλαίσιο της ευρωζώνης.

Δίπλα σε αυτές τις προτάσεις της ελληνικής πλευράς, θα υπάρχουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης και οι προτάσεις που έχει διατυπώσει από το περασμένο καλοκαίρι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το ελληνικό χρέος είναι «εξαιρετικά μη βιώσιμο», με βάση την υπόθεση ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2018 και τα επόμενα χρόνια, αλλά και ότι ο μακροχρόνιος μέσος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι 1,25%, ενώ τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις θα είναι πολύ χαμηλότερα από τα 50 δισ. ευρώ, που έχουν υπολογισθεί στο τρίτο μνημόνιο.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, το Ταμείο προτείνει όχι μόνο να αυξηθεί η περίοδος χάριτος των ελληνικών δανείων από τα 10 στα 30 χρόνια, κάτι που οδηγεί σε πολύ μεγάλη μείωση της καθαρής παρούσας αξίας του χρέους, αλλά και να συμφωνηθεί ένα «κούρεμα», το οποίο θα αφορά τα δάνεια 53 δισ. ευρώ του πρώτου μνημονίου.

Στο επιχείρημα των Γερμανών ότι η θεσμική τάξη της ευρωζώνης αποκλείει «κουρέματα» χρεών, άρα η Ελλάδα μόνο με Grexit μπορεί να κερδίσει μια διαγραφή χρέους, το ΔΝΤ απαντάει ότι τα δάνεια του πρώτου μνημονίου είναι τα μοναδικά που έχουν χορηγηθεί σε διακρατική βάση, αφού τότε δεν υπήρχε το θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία του EFSF και, αργότερα, του ESM. Άρα, μπορούν αυτά τα δάνεια να διαγραφούν χωρίς να παραβιάζονται οι ευρωπαϊκοί κανόνες, αλλά και χωρίς να δημιουργείται νομικό προηγούμενο για να ζητήσουν ανάλογη διαγραφή άλλες χώρες στο μέλλον, αφού μόνο η Ελλάδα έχει πάρει διακρατικά δάνεια.

Σε ό,τι αφορά το «κλείδωμα» του μελλοντικού κόστους εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, το Ταμείο έχει συμφωνήσει μεν ότι αυτή είναι μια σοβαρή λύση για να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα του χρέους, αλλά θεωρεί ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, που έχει υποστεί πρωτοφανή ζημιά από την πολυετή ύφεση, το πλαφόν θα πρέπει να ορισθεί αρκετά χαμηλότερα από 15%.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*