Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
Στο τέλος του 2016, το ύψος της αγοράς cyber ασφαλίσεων υπολογιζόταν στα 3,4 δισ. δολάρια. Εως το 2023 εκτιμάται ότι θα εκτιναχθεί στα 17 δισ. δολάρια, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του 20%. Στην εκτίμηση αυτή προέβη η P&S Market Research, η οποία επικαλείται τον κίνδυνο απώλειας φήμης και εταιρικού προφίλ λόγω κυβερνο-επιθέσεων ως τον βασικότερο λόγο για τον οποίο οι εταιρείες-leader από τους περισσότερους κλάδους θα υιοθετήσουν προγράμματα cyber ασφάλισης.
Ο τραπεζικός και ο ασφαλιστικός κλάδος ήταν οι καλύτεροι «πελάτες» για cyber insurance, ως πιο ευάλωτοι σε κυβερνο-επιθέσεις. Σύμφωνα με τη μελέτη της P&S Market Research, το 2016 οι δυο αυτοί κλάδοι κατείχαν το 35% της παγκόσμιας αγοράς cyber insurance. Τα επόμενα χρόνια, ωστόσο, οι ταχύτεροι ρυθμοί ανάπτυξης θα καταγραφούν στη βιομηχανία και στους μεγάλους ομίλους λιανικής.
Παρότι τη μεγαλύτερη δημοσιότητα λαμβάνουν οι κυβερνο-επιθέσεις μέσω κακόβουλου λογισμικού, εντούτοις και οι παραβιάσεις βάσεων δεδομένων μπορούν να οδηγήσουν σε μεγάλες απώλειες. Η ψηφιοποίηση των εφοδιαστικών αλυσίδων δημιουργεί νέες προκλήσεις και η απειλή του κυβερνο-εγκλήματος εντείνεται σε όλο τον κόσμο, με τα κρούσματα πρόσβασης χωρίς εξουσιοδότηση σε κρίσιμες και εμπιστευτικές πληροφορίες να καταγράφουν μεγάλη αύξηση.
Η δυνητικά μεγάλη απώλεια αξίας επιχείρησης εξαιτίας των φαινομένων αυτών αναμένεται να συνεχιστεί, δημιουργώντας ισχυρά κίνητρα για σύναψη περισσότερων συμβολαίων cyber insurance. Και από τη στιγμή που ένας μόνο hacker μπορεί να προκαλέσει μεγάλες οικονομικές απώλειες, πλήγμα στο προφίλ και διαταραχή της δραστηριότητας μιας εταιρείας, με υψηλού προφίλ επιθέσεις όπως αυτές στο Twitter και την Equifax να αναδεικνύουν την ανάγκη για προστασία και ασφαλιστική κάλυψη, οι ανταγωνιστές στην αγορά cyber insurance επενδύουν σε νέα προϊόντα για να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση διεθνώς.