Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
Σαν «βόμβα» έσκασε στον ασφαλιστικό κλάδο η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες οφείλουν –σε ορισμένες περιπτώσεις- να καταβάλλουν αποζημιώσεις για παύση/διαταραχή επιχειρηματικής δραστηριότητας λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Η παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου στο πιο κρίσιμο θέμα που απασχολεί τον κλάδο διεθνώς στην παρούσα φάση έρχεται τη στιγμή που πληθαίνουν οι αγωγές εναντίον ασφαλιστικών από εταιρείες που θεωρούν ότι τα ασφαλιστικά συμβόλαια που έχουν για business interruption τις καλύπτουν και έναντι του κινδύνου πανδημίας. Την ίδια στιγμή, ομάδα Ρεπουμπλικάνων Γερουσιαστών έστειλε επιστολή στον Τραμπ…κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις κινήσεις που παρατηρούνται σε ομοσπονδιακό επίπεδο, όπου κατατίθενται νομοσχέδια που καθιστούν υποχρεωτική την κάλυψη των ζημιών από παύση επιχειρηματικής δραστηριότητας λόγω Covid-19.
Ειδικότερα, κατά την καθημερινή ενημέρωση της Task Force του κορωνοϊού στον Λευκό Οίκο, ο κ. Τραμπ σημείωσε ότι ενώ ορισμένες ασφαλιστικές εξαιρούν ρητά τον κίνδυνο πανδημίας από τις καλύψεις τους, ‘σε πολλές περιπτώσεις δεν βλέπω κάτι τέτοιο. Δεν βλέπω καμία αναφορά και (οι ασφαλιστικές) δεν θέλουν να πληρώσουν. Θα επιθυμούσα αν πρέπει να πληρώσουν οι ασφαλιστικές, να το πράττουν». Πρόσθεσε μάλιστα ότι πολλές επιχειρήσεις, όπως εταιρείες εστίασης και άλλες πληρώνουν ασφάλιση έναντι του κινδύνου επιχειρηματικής διαταραχής επί σειρά ετών και όταν χρειάζονται την κάλυψη, η ασφαλιστική εταιρεία λέει «δεν την δίνουμε». «Δεν μπορούμε να αφήσουμε να συμβεί κάτι τέτοιο», κατέληξε.
Τα σχόλια του Αμερικανού προέδρου ήρθαν σε συνέχεια σειράς …«κορωνο-αγωγών» για αποζημιώσεις λόγω διαταραχής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ασφαλιστικές απάντησαν ότι τα αιτήματα δεν μπορούν να ικανοποιηθούν γιατί απαιτείται «άμεση φυσική ζημία ή καταστροφή» για να ενεργοποιηθεί η σχετική ρήτρα. Οι ασφαλισμένοι από την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι η μόλυνση από τον κορωνοϊό και οι περιορισμοί που έχει επιβάλλει η Πολιτεία στις δραστηριότητές τους συνιστούν «άμεση φυσική ζημία».
Σε ανακοινωθέν που απαντά στις παρατηρήσεις του κ. Τραμπ, ο R.J. Lehmann, διευθυντής της συντηρητικής δεξαμενής σκέψης The R Street Institute, δήλωσε ότι ο πρόεδρος «έχει πέσει θύμα παραπληροφόρησης αναφορικά με το εύρος και την φύση της ασφαλιστικής κάλυψης έναντι του κινδύνου παύσης επιχειρηματικής δραστηριότητας, η οποία είναι σχεδιασμένη για να παρέχει προστασία εσόδων για τις επιχειρήσεις η περιουσία των οποίων υφίσταται φυσική ζημία από αίτια όπως είναι οι πυρκαγιές, οι ανεμοθύελλες ή ανθρωπογενή συμβάντα όπως είναι οι βανδαλισμοί και οι τρομοκρατικές επιθέσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Την Παρασκευή, άλλωστε, επτά Ρεπουμπλικάνοι Γερουσιαστές, μέλη της Τραπεζικής Επιτροπής της Γερουσίας έστειλαν επιστολή στον κ. Τραμπ όπου αναφέρουν ότι η ασφαλιστική νομοθεσία που έχει εισαχθεί σε διάφορες Πολιτείες «μπορεί δυνητικά να υπονομεύσει την κατανόήσή μας για τις συμβατικές υποχρεώσεις», αναφερόμενοι στα νομοσχέδια που έχουν κατατεθεί και που υποχρεώνουν τις ασφαλιστικές να καλύπτουν αιτήσεις αποζημιώσεων που σχετίζονται με παύση επιχειρηματικής δραστηριότητας λόγω κορωνοϊού.
Οι επτά Γερουσιαστές υπογράμμισαν ότι οι προσπάθειες να «ξαναγραφτούν» τα ασφαλιστικά συμβόλαια μπορεί να υπονομεύσει ολόκληρο το σύστημα.
«Με δεδομένο ότι η ασφάλιση έναντι παύσης επιχειρηματικής δραστηριότητας δεν καλύπτει πανδημίες εκτός και αν υπάρχει ρητή αναφορά, τα συμβόλαια αυτά ουδέποτε ενσωμάτωσαν ασφάλιστρα για αυτό τον κίνδυνο και οι ασφαλιστικές δεν προέβλεψαν ούτε έβαλαν στην άκρη κεφάλαια για δυνητικές μελλοντικές ζημίες αυτού του τύπου», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην επιστολή.
Τα περισσότερα συμβόλαια business interruption που συνομολογήθηκαν μετά το ξέσπασμα των επιδημιών του ιού SARS το 2002 και το 2004 εξαιρούν ρητά τις πανδημίες από το πεδίο των καλύψεων, ισχυρίζονται οι Γερουσιαστές. Οι ίδιοι αμφισβητούν επίσης την ανάγκη μιας κρατικής «ασπίδας προστασίας» (backstop) για την κάλυψη απωλειών από παύση επιχειρηματικής δραστηριότητας λόγω πανδημιών.
Νομοσχέδιο με αυτό ακριβώς το περιεχόμενο κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή στο Καπιτώλιο. Οι Γερουσιαστές όμως θεωρούν ότι «μια τέτοια πρόταση δεν μπορεί να προσφέρει την ενδεδειγμένη κάλυψη στην ενδεδειγμένη τιμή για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας μας. Προσβλέπουμε σε έναν πιο εποικοδομητικό δημόσιο διάλογο για το σημαντικό αυτό θέμα όταν τελειώσει η τρέχουσα κρίση και όταν οι φορείς χάραξης πολιτικής θα μπορούν να εξετάσουν καλύτερα τις ανάγκες των επιχειρήσεων και τις εναλλακτικές επιλογές», καταλήγει η επιστολή.