Άρθρο του Μιχάλη Μάρκου, MBA* Διευθυντικό Στέλεχος-Σύμβουλος Επιχειρήσεων & Καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων/Marketing
Η σύγχρονη κοινωνία απαιτεί όλο και περισσότερες εργασιακές ευθύνες και υποχρεώσεις, γρήγορους και εξαντλητικούς ρυθμούς ζωής, πολλές ώρες εργασίας ενώ χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό στον εργασιακό στίβο. Έρευνες αναδεικνύουν ότι το άγχος στους εργασιακούς χώρους είναι υπαρκτό και επηρεάζει την υγεία, την ψυχοσυναισθηματική κατάσταση και την αποδοτικότητα των εργαζόμενων.
Σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, η πίεση που ασκείται στις επιχειρήσεις από το αρνητικό οικονομικό περιβάλλον επηρεάζει αναπόφευκτα και την ποιότητα των εργασιακών σχέσεων. Σε αυτό το αρνητικό περιβάλλον που δημιουργήθηκε την προηγούμενη δεκαετία, προστέθηκε το 2020 και η πανδημία COVID-19 η οποία προκάλεσε αλλαγές σε πολλούς κλάδους της οικονομίας (αναστολή της οικονομικής λειτουργίας με τοπικά lockdown) και γενικότερα στην αγορά εργασίας (θέσεις εργασίας, ωράριο, μισθολογική κατάσταση, κλπ). Κάτω λοιπόν από αυτές τις συνθήκες το εργασιακό άγχος διογκώνεται και επιδρά τόσο στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων όσο και στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Ως εργασιακό άγχος ορίζεται η «επιζήμια αντίδραση των ανθρώπων στην υπερβολική πίεση ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή απαίτησης που τους βαραίνει». Το εργασιακό στρες συνήθως εμφανίζεται και γίνεται πιο έντονο όταν υπάρχει ανισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του εργασιακού ρόλου και στις ικανότητες/δυνατότητες του εργαζομένου, αλλά και στις διαθέσιμες πηγές υποστήριξης. Οι συνέπειες του εργασιακού στρες είναι πολλαπλές και ιδιαίτερα σημαντικές όπως η μειωμένη παραγωγικότητα, η έλλειψη συγκέντρωσης, η αδυναμία ιεράρχησης προτεραιοτήτων, η μειωμένη ομαδικότητα, η αδυναμία υλοποίησης στόχων, η έλλειψη επικοινωνίας, κ.α.
Το «εργασιακό» στρες οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος παράγοντας είναι το εργασιακό περιβάλλον που περιλαμβάνει τις συνθήκες εργασίας, την επαγγελματική εξέλιξη, την ανάληψη ευθυνών, τις υπερβολικές απαιτήσεις, το εξαντλητικό ωράριο, τη φύση της εργασίας, την έλλειψη επαίνου και αναγνώρισης, το μισθό, την έλλειψη εξοπλισμού, κ.α. Ο δεύτερος παράγοντας είναι ο τύπος προσωπικότητας του κάθε ατόμου δηλαδή αν είναι απαισιόδοξος, αγχώδης, ανταγωνιστικός, οργανωτικός, καταναγκαστικός, εργασιομανής, ευαίσθητος ή τελειομανής.
Το εργασιακό στρες μπορεί να εμφανιστεί με τις ακόλουθες εκφράσεις: αισθήματα άγχους και κατάθλιψης λόγω διαπροσωπικών συγκρούσεων στο πλαίσιο επαγγελματικών αποτυχιών, φόβος αποτυχίας εξαιτίας προαγωγής που αυξάνει τις προσδοκίες για μεγαλύτερες επιτυχίες, συγκρούσεις-διαφωνίες με υφισταμένους/προϊσταμένους στο χώρο εργασίας, αισθήματα άγχους, κατάθλιψης σε περίπτωση απόλυσης ή υποβάθμισης της επαγγελματικής αξίας/αμοιβής, άγχος που σχετίζεται με πραγματικό ή φανταστικό κίνδυνο απώλειας εργασίας, άγχος ή θλίψη που σχετίζεται με παράπονα λόγω έλλειψης επαγγελματικής ικανοποίησης ή υπερβολικών εργασιακών ευθυνών. Γενικότερα, υπάρχουν τα ψυχολογικά συμπτώματα (ευερεθιστότητα, αισθήματα αβεβαιότητας και ανασφάλειας, διαρκής ανησυχία, έλλειψη διάθεσης και κινήτρου, μειωμένη αυτοπεποίθηση, θυμός, αισθήματα ενοχής), τα σωματικά συμπτώματα (κούραση ή εξουθένωση, αλλαγές στην όρεξη, πονοκέφαλοι, δυσκολίες στον ύπνο, ναυτία, αυξημένοι καρδιακοί παλμοί), και τα συμπεριφορικά συμπτώματα (δυσκολία στη λήψη αποφάσεων και στη συγκέντρωση, μειωμένη επίδοση και κριτική ικανότητα, δυσκολία ακόμη και σε εργασίες που θεωρούνται απλές). Όταν σε έναν εργασιακό χώρο, το στρες των εργαζομένων γίνεται ολοένα πιο αισθητό, τότε εμφανίζονται προβλήματα όπως: έλλειψη ικανοποίησης από την εργασία, μειωμένη απόδοση και παραγωγικότητα, προστριβές ανάμεσα στους εργαζόμενους και απουσία ή παραίτηση από την εργασία. Κατά συνέπεια, η αναζήτηση τρόπων αντιμετώπισης των δυσάρεστων καταστάσεων στον εργασιακό χώρο αποτελεί επιτακτική ανάγκη.
Σε ατομικό επίπεδο ο εργαζόμενος θα πρέπει να ακολουθήσει (με συνέπεια) ορισμένες ατομικές τεχνικές για να αποβάλλει το στρες, όπως: να υιοθετήσει έναν θετικό τρόπο σκέψης, να κάνει σωματική άσκηση και υγιεινή διατροφή, να χρησιμοποιήσει το χιούμορ ως μηχανισμό απώθησης δυσάρεστων καταστάσεων και να αποκτήσει κάποια ευχάριστη και δημιουργική ενασχόληση. Ακόμη, ο αυτό-έλεγχος (self-management) μπορεί να αποτελέσει έναν τρόπο για να αποφευχθεί/αντιμετωπιστεί το στρες. Σύμφωνα με την στρατηγική αυτή, οι εργαζόμενοι πρέπει να ελέγχουν οι ίδιοι την κατάσταση τους αντί να αφήνουν την κατάσταση να τους ελέγχει. Επίσης, η δικτύωση με άλλους ανθρώπους αποτελεί άλλον ένα σημαντικό τρόπο αντιμετώπισης τους άγχους μιας και έρευνες έχουν επιβεβαιώσει ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν κοινωνική υποστήριξη.
Από την πλευρά των επιχειρήσεων, θα πρέπει να δημιουργήσουν το κατάλληλο εργασιακό περιβάλλον για τους εργαζόμενούς τους. Ο συνδυασμός των απαιτήσεων της δουλειάς με τις δυνατότητες των υπαλλήλων, η παροχή κινήτρων, η θετική ενίσχυση, η εκπαίδευση των υπαλλήλων σε θέματα διαχείρισης στρες (Stress Management Programs), η δυνατότητα ευελιξίας στην οργανωτική δομή ανάλογα με τις μεταβαλλόμενες κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και τεχνολογικές εξελίξεις και τέλος η ασφάλεια στην εργασία πρέπει να αποτελούν βασικές προτεραιότητες όταν μια επιχείρηση θέτει ως στόχο την καταπολέμηση του στρες των υπαλλήλων της. Tόσο οι ατομικές τεχνικές όσο και η θετική παρέμβαση των επιχειρήσεων μπορούν να συμβάλλουν θετικά στη μείωση του στρες και να οδηγήσουν στη δημιουργία ενός «υγιούς και ανταγωνιστικού» εργασιακού περιβάλλοντος, ελεύθερου από πιέσεις, εντάσεις, προστριβές, απώλειες αλλά και καταστάσεις κρίσης.