Την εγκυρότητα της ρήτρας «αξιώσεις που θα προβληθούν», που αφορά τις ασφαλίσεις επαγγελματικών κινδύνων, επικύρωσε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Το ζήτημα της εγκυρότητας του «claims made policy» είχε παραπεμφθεί στην αρχή κατόπιν αμφισβήτησης για το κατά πόσο η ρήτρα είναι σύμφωνη με την ελληνική νομοθεσία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, επειδή η ρήτρα ορίζει πως «δεν αρκεί για τη γέννηση υποχρέωσης του ασφαλιστή προς καταβολή του ασφαλίσματος μόνον η πραγματοποίηση του κινδύνου κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου», συνήθως συνοδεύεται είτε με αναδρομικότητα της κάλυψης είτε με εκτεταμένη περίοδο αναγγελίας.
Όπως αναφέρει σε σχετική εγκύκλιο της η ΕΑΕΕ, «Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε ότι ως απαλλακτική ρήτρα μπορεί να συμφωνηθεί έγκυρα και η διαμορφωμένη στη διεθνή ασφαλιστική πρακτική στερεότυπη ρήτρα “claims made policy” (αξιώσεις που θα προβληθούν), σύμφωνα με την οποία δεν αρκεί για τη γέννηση υποχρέωσης του ασφαλιστή προς καταβολή του ασφαλίσματος μόνον η πραγματοποίηση του κινδύνου κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου, αλλά πρέπει και να προβληθούν κατά τη διάρκειά της οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά του ασφαλιστή ή κατά επιεικέστερη παραλλαγή να αναγγελθεί απλώς στον ασφαλιστή κατά τη διάρκειά της η επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης, που θα πρέπει έτσι να ανακαλυφθεί κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου (ρήτρα ανακάλυψης της ζημίας).
»Κρίθηκε τέλος ότι η υποχρέωση αυτή αναγγελίας δεν συνιστά απλό ασφαλιστικό βάρος κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρ. 7 του ν. 2496/1997, ώστε και σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης του ασφαλισμένου να δικαιούται αυτός εξακολουθητικά το ασφάλισμα, αλλά συνιστά προϋπόθεση από την πλήρωση της οποίας εξαρτάται η γέννηση της ίδιας της αξίωσής του προς αποζημίωση, ήτοι συνιστά προϋπόθεση για την ύπαρξη ευθύνης του ασφαλιστή προς αποζημίωση.
»Αξίζει να σημειωθεί ότι το ζήτημα της εγκυρότητας της ρήτρας “claims made policy” στις συμβάσεις ασφάλισης επαγγελματικών κινδύνων παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμ. 854/2014 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου που αξιολόγησε ότι πρόκειται για ζήτημα γενικού ενδιαφέροντος».
Ακολουθεί η εγκύκλιος και η απόφαση του Αρείου Πάγου: