Στην πολύπλοκη εποχή μας, κατά την οποία η πυξίδα πορείας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο έχει διαταραχθεί, χρειαζόμαστε «κλειδιά» για αυτοβελτίωση και προοπτική. Τελευταία, στάθηκα σε ένα ρητό του Βρετανού ποιητή Τόμας Στερν Έλιοτ (1888-1965):
«Μόνο αυτός που ρισκάρει να πάει πολύ μακριά, μπορεί να ανακαλύψει πόσο μακριά μπορεί να πάει κανείς».
Η ποίηση, βέβαια, δεν προσφέρεται κατά κανόνα ως βατός, εύκολα προσπελάσιμος λόγος, καθώς υπερβαίνει τις συντεταγμένες της καθημερινής γλωσσικής επικοινωνίας. Όμως η βάση της, δηλαδή η ιδιοσυστασία και διανοητική συγκρότηση του ποιητή, αναδεικνύει συχνά μια πολύτιμη πνευματικότητα.
Γνώρισα τον ποιητή ως φιλόβιβλος αναγνώστης, από τη δεκαετία του 1970. Λογοτεχνικά, έφηβος ακόμη, αρχικά μέσω της απόδοσης των ποιημάτων του από τον Γιώργο Σεφέρη (1936, «Έρημη Χώρα», εκδόσεις Ίκαρος). Αλλά και από κείμενά του, όπου βυθοσκοπεί σε έννοιες όπως η κουλτούρα («Notes towards the Definition of Culture», εκδόσεις Πλέθρον -1980).
Πιστεύω πως σπουδαίοι λογοτέχνες -όπως ο μοντερνιστής Τ. Σ. Έλιοτ- έχουν θεμελιώσει το έργο τους σε μια πυκνή, αφαιρετικά ιζηματοποιημένη σοφία. Η αποφθεγματική αξία τους γίνεται οδηγός για κάθε νέο άνθρωπο που θα ήθελε να έχει την περιέργεια μιας εξελικτικής πορείας, φυσικά και στην επαγγελματική του ζωή.
Ο προσανατολισμός κάθε νέου ανθρώπου μπορεί να βρίσκει υποσχόμενη διέξοδο απαντήσεων πρωτίστως στην αδιάκοπη μόρφωση. Αυτό είναι το «πόσο μακριά» σε συνδυασμό με το ρίσκο, τη λελογισμένη τόλμη που στηρίζεται σε ένα προσωπικό όνειρο. Είναι λυπηρό ότι στη χώρα μας καμμιά νύξη και αναγωγή δεν γίνεται στην επί μακρόν σοβούσα κρίση που βρίσκεται στο υπόβαθρο όλων των κρίσεων που εξελίσσονται στο παρόν, την πνευματική κρίση. Συνιστά πνευματική κρίση το έλλειμμα παιδείας και ήθους, δηλαδή πολιτισμικής ταυτότητας στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία των πολλών ταχυτήτων, ανισορροπιών και ανισοτήτων, που υπονομεύουν την κοινωνική ειρήνη και πρόοδο για τους πολλούς.
Ειδικότερα στο περιβάλλον πολλών επιχειρήσεων, η ψευδαίσθηση ενός «αναπτυξιακού» λούνα παρκ της χαράς, που καλλιεργείται με πολλά τρικ, δεν βοηθάει στην κατανόηση των σύνθετων συνθηκών και την πνευματική ωρίμανση φιλοδοξιών. Δεν είναι άμοιρη αυτής της πραγματικότητας και η έλλειψη ηγετών, από τη μικρότερη οικογενειακή επιχείρηση μέχρι τη δημόσια διακυβέρνηση.
Το μότο του Τ. Σ. Έλιοτ διαβάζεται, λοιπόν, και ως μια διακριτική παραίνεση προς χλιαρούς επαγγελματίες επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας, ιδρυματοποιημένα – βολεμένα στελέχη, κατ’ επιταγήν εσωτερικού marketing «υπερήφανους» εργαζόμενους, που κρύβονται σε «αυλές» και στη μετριότητα της συνήθειας.
Μού θυμίζει, άλλωστε, o Έλιοτ μια (αναλόγου πνεύματος και περιπετειώδους ανησυχίας για το πέραν, το πιο μακριά) «Αντιγραφή» του Γιώργου Σεφέρη πάνω σε ποίημα του Ευγένιου ΜακΚάρθυ:
Ναυτολογήθηκα στο «Σύνταγμα» / για 46 λιμάνια μέρες του 67 (…) / Έντεκα λιμάνια μ’ απομένουν / όμως θα φύγω απ’ το καράβι μου / για να μπαρκάρω με το «Αγωνία 937».
Πηγή: epixeiro.gr
(*) Γιάννης Ρούντος: Σύμβουλος Σχέσεων, Επικοινωνίας και Υπευθυνότητας για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, με ιδιαίτερη δραστηριότητα στον Πολιτισμό, τις Τέχνες και τα Γράμματα.