Μεταβίβαση αξίωσης παθόντος τροχαίου ατυχήματος σε αλλοδαπό φορέα ασφάλισης

Μάριος Πετρόπουλος | LL.M. cand.in International Commercial Arbitration
Ασκούμενος Δικηγόρος
ΚΡΕΜΑΛΗΣ – Δικηγορική Εταιρεία | Ius Laboris Greece | Global HR Lawyers

Κυρίλλου Λουκάρεως 35 – 114 75 Αθήνα T +30 210 6431387 | F +30 210 6460313  
kkremalis@kremalis.gr | www.kremalis.gr | www.iuslaboris.com

Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, σε περίπτωση αυτοκινητικού ατυχήματος, ο παθών, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς του να είναι ασφαλισμένος σε αλλοδαπό ασφαλιστικό φορέα. Έτσι, επί παραδείγματι, Γερμανός, μόνιμος κάτοικος Αγγλίας με βρετανικό ασφαλιστικό φορέα, βρίσκεται στην Ελλάδα για παραθερισμό και κατά την διάρκεια της παραμονής του παθαίνει αυτοκινητικό ατύχημα με Ολλανδό, μόνιμο κάτοικο Ελλάδας ο οποίος έχει ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.

Κατ’ αρχήν, η ενοχή από αδικοπραξία διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία επέρχεται η ζημία (lex loci damni), ανεξαρτήτως της χώρας στην οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός καθώς και της χώρας ή των χωρών στις οποίες το εν λόγω γεγονός παράγει έμμεσα αποτελέσματα, σύμφωνα με το αρ. 4 του Κανονισμού ΕΚ 864/2007 (ή άλλως Ρώμη ΙΙ). Πρόκειται για την λεγόμενη άμεση ζημία, όπως αυτή έχει εξειδικευτεί από την νομολογία του ΔΕΚ (πλέον ΔΕΕ). Ειδικότερα, το ΔΕΚ έχει κρίνει ότι ο τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός δεν μπορεί να ερμηνευθεί τόσο ευρέως, ώστε να καλύπτει κάθε τόπο στον οποίο θα μπορούσαν να γίνουν αισθητές οι επιζήμιες συνέπειες ενός γεγονότος που έχει ήδη προκαλέσει ζημία, η οποία έχει πράγματι επέλθει σε άλλο τόπο. Έτσι, εν προκειμένω, επί αυτοκινητικών ατυχημάτων, χώρα επέλευσης της ζημίας και χώρα όπου συνέβη η αδικοπραξία συμπίπτουν. Ωστόσο, αν ο φερόμενος ως υπαίτιος και ο ζημιωθείς έχουν, κατά τον χρόνο επέλευσης της ζημίας, τη συνήθη διαμονή τους στην ίδια χώρα, εφαρμόζεται το δίκαιο της χώρας αυτής.

Επομένως, στην περίπτωσή μας, θα εφαρμοστεί το ελληνικό δίκαιο, καθότι την χώρα επέλευσης της ζημίας αποτελεί η Ελλάδα, ανεξαρτήτως εμφάνισης (αντανακλαστικών) ζημιών και αργότερα επί Βρετανικού εδάφους.

Το ίδιο δίκαιο, όπως αυτό καθορίστηκε ανωτέρω, θα εφαρμοστεί και ως προς την δυνατότητα μεταβίβασης στον αλλοδαπό φορέα ασφάλισης του δικαιώματος αποζημίωσης. Και αυτό διότι ο Κανονισμός ΕΚ 864/2007 περιέχει ειδική ρύθμιση (άρθρο 15) για το συγκεκριμένο ζήτημα, κατά την οποία το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές δυνάμει του παρόντος κανονισμού διέπει ιδίως, μεταξύ και άλλων περιπτώσεων, τη δυνατότητα μεταβίβασης του δικαιώματος αποζημίωσης ή αποκατάστασης της ζημίας, συμπεριλαμβανομένης της κληρονομικής διαδοχής.

Αν όμως η αδικοπραξία συνέβη πριν τις 11 Ιανουαρίου 2009 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του Κανονισμού) τότε εφαρμόζεται το άρθρο 26/ΑΚ(αστικός κώδικας), η οποία διάταξη καθιερώνει την lex loci delicti, δηλαδή η αδικοπρακτική ενοχή διέπεται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα. Σύμφωνα με το δίκαιο αυτό θα κριθεί, μεταξύ άλλων, αν η πράξη αποτελεί αδικοπραξία, ποιες οι προϋποθέσεις αυτής, το συντρέχον πταίσμα και η έκταση της αποζημίωσης. Επίσης, κατά το δίκαιο της ΑΚ 26 θα κριθεί και η απόσβεση της απαίτησης που μεταβιβάζεται στον αλλοδαπό ασφαλιστικό φορέα.

Επειδή πριν τις 11 Ιανουαρίου 2009 ο κανονισμός δεν αναπτύσσει ισχύ, το ενοχικό ζήτημα που ενδιαφέρει, αυτό της μεταβίβασης του δικαιώματος αποζημίωσης ή αποκατάστασης της ζημίας θα κριθεί με βάση το άρθρο 25 του ελληνικού ΑΚ, δηλαδή από το δίκαιο στο οποίο έχουν υποβληθεί τα μέρη· αν δεν υπάρχει τέτοιο, εφαρμόζεται το δίκαιο που αρμόζει στη σύμβαση από το σύνολο των ειδικών συνθηκών. Γίνεται με άλλα λόγια στάθμιση όλων των εκάστοτε περιστάσεων.

Ακολούθως, η μεν μεταβίβαση του απαίτησης του Γερμανού στον βρετανικό ασφαλιστικό φορέα θα κριθεί με γνώμονα το δίκαιο που αυτοί έχουν καθορίσει, στην δε μεταβίβαση της απαίτησης του Ολλανδού στην ελληνική ασφαλιστική εταιρία θα εφαρμοστεί το δίκαιο που αυτοί υιοθέτησαν, ειδάλλως το ελληνικό.

Καθότι όμως με την μεταβίβαση της απαίτησης δεν μεταβάλλεται η νομική φύση αυτής, η απαίτηση εξακολουθεί να είναι απαίτηση εξ αδικοπραξίας, εφαρμοζόμενου του αρ. 926 ΑΚ. Οπότε, εφόσον η αξίωση για αποζημίωση διέπεται από το ελληνικό δίκαιο, ο αλλοδαπός φορέας που την ασκεί, ως ειδικός διάδοχος του ασφαλισμένου-παθόντα, πρέπει να απαιτήσει το ισόποσο σε εθνικό νόμισμα του αλλοδαπού νομίσματος.

Περαιτέρω, η διάταξη του αρ. 19 §5 του Ν. 489/1976 που αφορά την έκταση της ευθύνης του Επικουρικού Κεφαλαίου σχετικά με την οφειλόμενη από αυτό αποζημίωση, είναι εφαρμοστέα και επί αλλοδαπού φορέα ασφάλισης που καλύπτει αυτόν που υπέστη ατύχημα στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ΑΚ 26, ώστε να αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο στο θέμα αυτό, τόσο ο αλλοδαπός όσο και ο ελληνικός φορέας ασφάλισης (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 443/2000)

Να διευκρινιστεί, ακόμα, πως ούτε το ΙΚΑ, ούτε ο αλλοδαπός φορέας ασφάλισης δικαιούνται να απαιτήσουν από το Επικουρικό Κεφάλαιο όσα κατέβαλαν στον ασφαλισμένο που τραυματίστηκε σε ατύχημα που έλαβε χώρα στην Ελλάδα και οφείλεται σε υπαιτιότητα οδηγού αυτοκινήτου, για την έναντι τρίτων ασφαλιστική κάλυψη του οποίου είναι υπεύθυνο το Επικουρικό Κεφάλαιο.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*