Η «ακτινογραφία» της ασφαλιστικής αγοράς: Συγκέντρωση, παραγωγή και φερεγγυότητα

Σημαντικές υπήρξαν οι τάσεις συγκέντρωσης στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά. Σύμφωνα με τη τελευταία Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής και στις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών, οι 5 μεγαλύτερες εξ αυτών κατέχουν το 81% της σχετικής αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων.

Την ίδια ώρα, οι 5 μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, κατέχουν μερίδιο που ανέρχεται σε 46% της σχετικής αγοράς.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με την ΤτΕ, το έτος 2021 χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές στην ελληνική ασφαλιστική αγορά, που προήλθαν κυρίως από:

α) την περαιτέρω συγκέντρωση του κλάδου, ειδικότερα στον τομέα των ασφαλίσεων ζωής, μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων,

β) την έμφαση των πωλήσεων σε ασφαλιστικά προϊόντα που συνδέονται με επενδύσεις, τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι,

γ) τον περιορισμό της διάθεσης παραδοσιακών ασφαλιστικών προϊόντων που ενσωματώνουν ρήτρες συμμετοχής των ασφαλισμένων στα κέρδη, λόγω του περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων, και

δ) τις ενέργειες των διοικήσεων των επιχειρήσεων για τον περιορισμό των κινδύνων από μια πιθανή αύξηση των επιτοκίων.

Δύο και πλέον έτη μετά την εμφάνιση της πανδημίας, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αξιολογούνται θετικά ως προς την αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτής, ενώ παράλληλα συνεχίζουν την προσαρμογή τους στις τεχνολογικές επιταγές της εποχής και στην αντιμετώπιση των κινδύνων από την κλιματική αλλαγή.

Η επιστημονική έρευνα μέχρι σήμερα δείχνει ότι το κόστος των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής θα είναι ιδιαίτερα υψηλό, καθώς η συχνότητα και η σφοδρότητα των ακραίων κλιματικών και καιρικών φαινομένων διαρκώς αυξάνονται. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης στην προστασία από φυσικές καταστροφές, ως μηχανισμού μεταφοράς κινδύνου για την απορρόφηση ζημιών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και τις φυσικές καταστροφές, είναι πολύ σημαντικός.

Τέλος, αξίζει να τονιστεί ότι η προστασία του καταναλωτή-ασφαλισμένου αποτελεί τον πυρήνα του εποπτικού θεσμικού πλαισίου. Αυτό επιτυγχάνεται με τη διασφάλιση της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και με τη βελτίωση του επιπέδου ικανοποίησης των πελατών και της εν γένει αξιοπιστίας της ασφαλιστικής αγοράς

διαβάστε επίσης: ΤτΕ: 4 άξονες για συμπράξεις με την ιδιωτική ασφάλιση έναντι των φυσικών καταστροφών

ΒΑΣΙΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Στις 30.9.2021 δραστηριοποιούνταν στην ελληνική αγορά ιδιωτικής ασφάλισης 372 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αριθμός αμετάβλητος σε σχέση με τις 30.9.2020, οι οποίες κατηγοριοποιούνται βάσει της άδειας λειτουργίας και των ασφαλιστικών τους εργασιών ως εξής:

• 2 επιχειρήσεις ασφαλίσεων ζωής,

• 18 επιχειρήσεις ασφαλίσεων κατά ζημιών και

• 174 επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και ασφαλίσεων κατά ζημιών (συμπεριλαμβάνονται επιχειρήσεις του κλάδου ζωής που, εκ των ασφαλίσεων κατά ζημιών, ασκούν αποκλειστικά αυτές των κλάδων “Ατυχήματα” και “Ασθένειες”).

Από τις ως άνω 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, 35 λειτουργούν και εποπτεύονται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή Οδηγία “Φερεγγυότητα II” (Solvency II), που εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από 1.1.2016, ενώ 2 επιχειρήσεις εξαιρούνται, λόγω μεγέθους, από την εφαρμογή πλήθους απαιτήσεων που αφορούν και τους τρεις βασικούς πυλώνες της Φερεγγυότητας ΙΙ.

Εκ των 35 ασφαλιστικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις της Φερεγγυότητας II, οι 12 ανήκουν σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στο εξωτερικό και 5 σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στην Ελλάδα.

Επίσης, 5 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται σε άλλες χώρες της ΕΕ με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Επιπρόσθετα, δραστηριότητα στην Ελλάδα, με καθεστώς είτε ελεύθερης εγκατάστασης (υποκατάστημα) είτε ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, ασκούν και 250 ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ6 και οι οποίες εποπτεύονται, ως προς τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των χωρών καταγωγής τους.

Στα τέλη του 2020, η ετήσια παραγωγή των επιχειρήσεων αυτών (εγγεγραμμένα ασφάλιστρα) ανερχόταν σε 969 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 19% του συνόλου της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. Ειδικότερα, όσον αφορά την αγορά των ασφαλίσεων αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων, εντός του 2021 αυξήθηκε το μερίδιο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος με ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης και ανήλθε σε 19% για το πρώτο εννεάμηνο του 2021 (από 17% το 2020).

Τα οικονομικά μεγέθη που παρουσιάζονται κατωτέρω αφορούν μόνο τις 35 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά και που υπόκεινται στην, κατά Φερεγγυότητα ΙΙ, εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

Η εγχώρια ασφαλιστική αγορά χαρακτηρίζεται από σημαντική συγκέντρωση, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής και στις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών, καθώς οι 5 μεγαλύτερες εξ αυτών κατέχουν το 81% της σχετικής αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων, ενώ οι 5 μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, κατέχουν μερίδιο που ανέρχεται σε 46% της σχετικής αγοράς.

Η παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων στις ασφαλίσεις ζωής την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2021 ανήλθε σε 1,8 δισεκ. ευρώ, αυξημένη κατά 19% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Από το ανωτέρω ποσό, 0,72 δισεκ. ευρώ συνδέονται με επενδύσεις, ποσοστό 41% επί των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής, έναντι 30% την αντίστοιχη περίοδο του 2020, καταγράφοντας σημαντική αύξηση (61%). Παράλληλα, παρουσιάστηκε μείωση των ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων των ασφαλίσεων με συμμετοχή στα κέρδη κατά 6% και αύξηση των άλλων ασφαλίσεων ζωής, με ποσοστό 2%.

Τα ασφάλιστρα των δραστηριοτήτων ασφαλίσεων κατά ζημιών ανήλθαν την ίδια περίοδο σε 1,6 δισεκ. ευρώ, αυξημένα κατά 3% συγκριτικά με το αντίστοιχο εννεάμηνο του προηγούμενου έτους.

Από το ποσό αυτό, σημαντικότερα μερίδια αντιπροσωπεύουν οι ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (34%), οι ασφαλίσεις πυρός (20%) και οι ασφαλίσεις νοσοκομειακών εξόδων (16%), με αντίστοιχες μεταβολές ασφαλίστρων έναντι του πρώτου εννεαμήνου του 2020 κατά -2%, +4% και +6%. Την ίδια περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2021, οι επισυμβάσες αποζημιώσεις ανήλθαν σε 1,2 δισεκ. ευρώ για τις ασφαλίσεις ζωής και σε 0,5 δισεκ. ευρώ για τις ασφαλίσεις κατά ζημιών, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 16% και 5% αντίστοιχα.

Το σύνολο του ενεργητικού των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος ασφαλιστικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε 20,4 δισεκ. ευρώ στις 30.9.2021, αυξημένο κατά 5% συγκριτικά με τις 30.9.2020. Από το σύνολο του ενεργητικού, 8,7 δισεκ. ευρώ (43%) ήταν τοποθετημένα σε κρατικά ομόλογα και 2,7 δισεκ. ευρώ (13%) σε εταιρικά ομόλογα. Επιπλέον, ποσό 3,5 δισεκ. ευρώ (17%) αφορούσε επενδύσεις για ασφαλίσεις των οποίων τον επενδυτικό κίνδυνο φέρουν οι ασφαλισμένοι.

Αντίστοιχα, οι συνολικές υποχρεώσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ανήλθαν σε 16,3 δισεκ. ευρώ (από 15,8 δισεκ. ευρώ στις 30.9.2020), με το σύνολο των τεχνικών προβλέψεων να διαμορφώνεται σε 14,9 δισεκ. ευρώ (από 14,6 δισεκ. ευρώ στις 30.9.2020), εκ των οποίων 11,8 δισεκ. ευρώ αφορούσαν ασφαλίσεις ζωής και 3,1 δισεκ. ευρώ ασφαλίσεις κατά ζημιών. Από τις τεχνικές προβλέψεις ζωής, το 29% αφορά ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις (έναντι 25% στις 30.9.2020).

Στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, ο δείκτης ζημιών της αγοράς στις 30.9.2021 ανήλθε στο 42% των αντίστοιχων δεδουλευμένων ασφαλίστρων της ίδιας περιόδου του 2020 και ο δείκτης εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) στο 46%, έναντι 40% και 45% αντίστοιχα στις 30.9.2020.

Τα ίδια κεφάλαια της ασφαλιστικής αγοράς διατηρήθηκαν στα ίδια επίπεδα με αυτά του προηγούμενου έτους, ενώ η συνολική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (Solvency Capital Requirement – SCR) ανήλθε σε 2,1 δισεκ. ευρώ, με συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια 4,1 δισεκ. ευρώ. Όσον αφορά την ποιότητα των επιλέξιμων κεφαλαίων της ασφαλιστικής αγοράς, αυτά ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1) σε ποσοστό 93%. Παράλληλα, όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις διαθέτουν δείκτη κάλυψης κεφαλαιακής απαίτησης φερεγγυότητας (SCR ratio) σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα του 100%.

Η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (Minimum Capital Requirement – MCR) στο σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς διαμορφώθηκε σε 0,7 δισεκ. ευρώ, με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,8 δισεκ. ευρώ

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*