H προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης κατά καταδικαστικής απόφασης είναι δέκα (10) ημέρες, από τη δημοσίευση της απόφασης, στη περίπτωση που ο καταδικασθείς είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης, (και ασκείται με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση ή σ’ εκείνον που διευθύνει τη φυλακή, αν ο αναιρεσείων κρατείται), και είκοσι (20) ημέρες, όταν ασκείται με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, χωρίς όμως να αρχίζει η προθεσμία, πριν από την καταχώριση της τελεσίδικης απόφασης στο βιβλίο καθαρογραμμένων αποφάσεων της παρ. 3 του άνω άρθρου 473 ΚΠΔ.
Εκπρόθεσμη άσκηση του άνω ενδίκου μέσου συγχωρείται μόνο όταν στην κατά το άρθρο 474 του ΚΠΔ έκθεση γίνεται επίκληση των περιστατικών, τα οποία συνιστούν ανώτερη βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα, που κατέστησαν αδύνατη την εμπρόθεσμη άσκηση, καθώς και των αποδεικτικών μέσων που αποδεικνύουν τα περιστατικά αυτά.
Εν προκειμένω ο αναιρεσείων καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και σε συνολική πρόσκαιρη κάθειρξη δεκαεννέα (19) ετών, για ανθρωποκτονία με πρόθεση, ληστεία κατά συρροή από κοινού και κατά μόνας, από υπαίτιο που είχε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου, διακεκριμένη οπλοφορία και οπλοχρησία.
Ο αναιρεσείων άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης με δήλωσή του, ενώπιον του διευθυντή του Καταστήματος Κράτησης Δομοκού, στο οποίο εκρατείτο, μετά την πάροδο της ως άνω δεκαήμερης προθεσμίας από την καταχώρηση της αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο, χωρίς σ’ αυτή (δήλωση αναιρέσεως) να επικαλείται ανώτερη βία ή ανυπέρβλητο κώλυμα που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση. Επομένως η αίτηση αυτή είναι απαράδεκτη λόγω της εκπρόθεσμης άσκησής της.
Επιπρόσθετα η ανωτέρω αίτηση αναιρέσεως κρίθηκε και ως αόριστη καθότι δεν αναφέρεται σ’αυτή οποιοδήποτε λόγος από τους αναφερομένους περιοριστικά στο άρθρο 510 ΚΠΔ, επισημαίνοντας απλώς ότι ασκεί αναίρεση κατά της παραπάνω αποφάσεως επειδή, κατά πιστή μεταφορά, “δεν δικάστηκα καλώς”.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου – Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ο Σόλων