Απόφαση του Υπουργού Υγείας, που δημοσιεύεται στην Διαύγεια, απομυθοποιεί τις διαιτολογικές μεθόδους που χρησιμοποιούν τα περιβόητα τεστ δυσανεξίας.
Τα τελευταία χρόνια, τα τεστ δυσανεξίας για τον αποκλεισμό τροφών από τη διατροφή όσων ήθελαν να χάσουν βάρος είχαν κερδίσει έδαφος. Ωστόσο, οι Διαιτολόγοι-Διατροφολόγοι είχαν επανειλημμένως προειδοποιήσει πως οι εν λόγω μέθοδοι και η σχέση δυσανεξιών με το μεταβολισμό δεν είναι τεκμηριωμένες επιστημονικά.
Στην τοποθέτηση της Ένωσης Διαιοτολόγων – Διατροφολόγων Ελλάδας (ΕΔΔΕ) στο ΚΕΣΥ είχε καταστεί σαφές ότι “από τις εναλλακτικές μεθόδους [πλην των ιατρικών μεθόδων για τη διάγνωση αλλεργίας ή υπερευαισθηστίας], καμία έως τώρα δεν τεκμηριωθεί επιστημονικά και συνεπώς δεν πρέπει να εφαρμόζεται ούτε για διάγνωση ούτε για θεραπεία”, πολλώ δε μάλλον στο σχεδιασμό διαιτολογίου.
Η απόφαση του Ανδρέα Ξανθού (επισυνάπτεται) “ως προς το θέμα των μηχανημάτων ελέγχου τροφικής δυσανεξίας” κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, επιδιώκοντας να καταρρίψει τους μύθους και να οριοθετήσει τη χρήση των τεστ δυσανεξίας, αποτρέποντας τη χρήση τους για απώλεια βάρους.
Όπως, λοιπόν, αποφασίστηκε:
1. Μόνο οι τεκμηριωμένες μέθοδοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να οριστεί η ύπαρξη μιας αλλεργίας ή υπερευαισθησίας. Η διάγνωση αυτή μπορεί να οδηγήσει μόνο στη συμβουλή για τον αποκλεισμό των τροφών, οι οποίες δημιουργούν τις αλλεργικές αντιδράσεις και όχι στο σχεδιασμό του διαιτολογίου.
2. Από τις εναλλακτικές μεθόδους, ουδεμία ως τώρα έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά, συνεπώς δεν πρέπει να εφαρμόζεται ούτε για διάγνωση ούτε για θεραπεία.
3. Η διάγνωση κάποιας υπερευαισθησίας και ο αποκλεισμός των τροφών που την προκαλούν στο άτομο μπορεί να βοηθήσει αποκλειστικά και μόνο στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της.
4. Ουδεμία σχέση, τουλάχιστον έως τώρα επιστημονικά τεκμηριωμένη, έχουν οι τροφικές υπερευαισθησίες με το σωματικό βάρος ή το μεταβολικό ρυθμό, τη ρύθμισή του, την απώλεια βάρους και το σχεδιασμό διαιτολογίου με αυτό το σκοπό.
5. Ο μεταβολικός ρυθμός μπορεί να μετρηθεί και να εκτιμηθεί με διάφορους τρόπους. Η μέτρησή του είναι χρήσιμη για την διατροφική αξιολόγηση, όχι όμως και απαραίτητη. Σε κάθε περίπτωση η μέτρηση ή η εκτίμησή του μπορεί να γίνεται από διαιτολόγο.
6. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν στο εμπόριο αξιόπιστα και πιστοποιημένα για τη διαγνωστική τους αξία κλινικά τεστ ανίχνευσης διατροφικών δυσανεξιών.
7. Η χρησιμοποίηση των τεστ δυσανεξίας σε προγράμματα απώλειας βάρους δεν έχει καμία επιστημονική βάση, αφενός διότι τα τεστ τα οποία χρησιμοποιούνται δεν έχουν διαγνωστική αξία, αφετέρου διότι οι τροφικές δυσανεξίες δεν σχετίζονται με την απώλεια βάρους. Συνεπώς, τα τεστ αυτά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε διαιτολογικά κέντρα, ως εργαλεία τα οποία καθορίζουν τα προγράμματα απώλειας βάρους, αφενός διότι ουδέν αποτέλεσμα έχουν, αφετέρου διότι μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές διατροφικές ελλείψεις με τον αποκλεισμό τροφών, οι οποίες σύμφωνα με το τεστ μπορούν να προκαλέσουν τροφικές δυσανεξίες.