H Διαχείριση Κινδύνων στο περιβάλλον της Solvency II

Θάνος Παπανικολάου
Διευθυντής Υπηρεσιών Διαχείρισης Χρηματοοικονομικών Κινδύνων KPMG

Η Solvency II αποτελεί ένα νέο εποπτικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο τα απαιτούμενα εποπτικά κεφάλαια υπολογίζονται με τρόπο που είναι πιο ευαίσθητος στον αναλαμβανόμενο κίνδυνο εκ μέρους της εταιρείας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η ορθή και αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων που έχει μια ασφαλιστική εταιρεία να αποτελεί αρκετά σημαντικό παράγοντα στη εύρυθμη λειτουργία της αλλά και να προσδίδεται περαιτέρω αξία στη συνεισφορά του ρόλου της Διαχείρισης Κινδύνων στην επίτευξη των οικονομικών στόχων της ασφαλιστικής εταιρείας.

Σημαντικός παράγοντας είναι η κατανόηση της δυαδικής φύσης της Διαχείρισης Κινδύνων: (1) Πλήρως ανεξάρτητη (από πλευράς υπαγωγής και συμφερόντων) από την κυρίως λειτουργία της εταιρείας και (2) Εντεταγμένη στην λειτουργία (όπου συνεισφέρει στην ασφαλή λειτουργία αλλά μοιράζεται το συμφέρον για τα αποτελέσματα. Φυσικά η κατανόηση αυτής της διαφοροποίησης θα πρέπει να αντανακλάται στην σωστή οργάνωση, αρμοδιότητες, διαδικασίες και συστήματα.

Το νέο εποπτικό πλαίσιο επισημαίνει τις βασικές αρχές που θα πρέπει να διέπουν μια αποτελεσματική Διαχείριση Κινδύνων, σύμφωνα με τις οποίες, θα πρέπει να  παρακολουθεί, μετρά και αναγνωρίζει όλους τους κινδύνους που έχει έκθεση η ασφαλιστική εταιρεία, αλλά και να προτείνει τρόπους αντιμετώπισης, αντιστάθμισης και μείωσης αυτών. Κυριότερες περιοχές της δραστηριότητάς της, δεν είναι μόνο ο ασφαλιστικός κίνδυνος (που απορρέει από τη δραστηριότητα της εταιρίας στους διαφόρους κλάδους), αλλά και άλλοι όπως ο λειτουργικός, ο πιστωτικός, ο κίνδυνος αγοράς, ο κίνδυνος ρευστότητας.

Επίσης, θα πρέπει να παρακολουθούνται και άλλης μορφής κινδύνων, εκτός των παραπάνω, όπως ο κίνδυνος συγκέντρωσης, κίνδυνος φήμης. Είναι αρκετά σημαντικό να παρακολουθούνται από ένα αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης κινδύνων, το οποίο θα μπορεί να προστατεύει την εταιρία σε κανονικές συνθήκες αλλά και σε περιπτώσεις που εξωγενείς παράγοντες (για παράδειγμα το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον) μεγεθύνουν τους κινδύνους αυτούς σε τέτοιο βαθμό που καθιστούν κρίσιμη την βιωσιμότητα της εταιρείας.

Θα πρέπει να τονιστεί πως η οδηγία Solvency II δεν λαμβάνει υπόψη της, κατά την εκτίμηση των απαιτούμενων κεφαλαίων, μόνο τον ασφαλιστικό κίνδυνο, αλλά και άλλους κινδύνους (πχ πιστωτικό, κίνδυνο αγοράς, λειτουργικό) και οι οποίοι δεν θα πρέπει να αγνοούνται, διότι το ποσοστό συνεισφοράς τους στα απαιτούμενα εποπτικά κεφάλαια είναι αρκετά σημαντικό αλλά και διότι αποτελούν σημαντικό παράγοντα επηρεασμού των οικονομικών μεγεθών της εταιρείας.

Συμπερασματικά, η Διαχείριση Κινδύνων που εντάσσεται στο σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης της ασφαλιστικής εταιρείας θα πρέπει να συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων, παρέχοντας επαρκή, ακριβή και άμεση ενημέρωση για τους κινδύνους που έχει αναλάβει η εταιρεία, να ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο και τα λοιπά αρμόδια όργανα – επιτροπές της εταιρείας και να προτείνει τρόπους αντιμετώπισης και μείωσης της έκθεσης σε αυτούς. Θα πρέπει να παρακολουθεί τα όρια στους κινδύνους που έχουν τεθεί από την ασφαλιστική εταιρεία και σε περιπτώσεις υπερβάσεων θα πρέπει να κοινοποιούνται προς τα αρμόδια όργανα για τις ενδεδειγμένες ενέργειες αντιμετώπισης.

Το σύγχρονο οικονομικό και εποπτικό περιβάλλον, συμβάλλει στην αναγκαιότητα για ένα αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης κινδύνων και στο άμεσο μέλλον αναμένεται να επιβληθεί αυτή η αναγκαιότητα και μέσω των νέων εποπτικών απαιτήσεων.

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*