Λογιστικοί κανόνες: Ένας νέος κόσμος στην ιδιωτική ασφάλιση

του Φίλιππου Κάσσου, Διευθυντή και υπεύθυνου ελέγχου στην KPMG για τον ασφαλιστικό κλάδο στην Ελλάδα

Η Επιτροπή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (IASB) στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2010 εξέδωσε τις προτάσεις της προς συζήτηση, καθώς και τη σύνοψη αυτών των συζητήσεων (Exposure Draft & Discussion Paper) σχετικά με τη Δεύτερη Φάση (Phase II) των λογιστικών κανόνων για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια. 

Η KPMG, με σκοπό την καταγραφή της γνώμης της ασφαλιστικής αγοράς πάνω στο επίκαιρο αυτό θέμα, που αφορά ένα σημαντικό μέρος του χρηματοπιστωτικού τομέα – της ιδιωτικής ασφάλισης – πραγματοποίησε έρευνα κατά το διάστημα Οκτωβρίου 2010 – Ιανουαρίου 2011, που περιλάμβανε μια σειρά συνεντεύξεων με τους οικονομικούς διευθυντές και το ανώτατο διοικητικό προσωπικό μεγάλων ασφαλιστικών ομίλων με σημαντική δραστηριότητα στην Ευρώπη, όπως οι Allianz, Axa, Munich Re, Eureko και Metlife

Στην έρευνα συμμετείχαν στελέχη 19 εταιρειών, τα οποία κατέθεσαν τις απόψεις τους σχετικά με τις προτεινόμενες αλλαγές, τη στιγμή που οι εταιρείες τους διανύουν τη φάση αναγνώρισης των συνεπειών από το νέο λογιστικό πρότυπο, άλλα και την εφαρμογή της Solvency II

Στα αποτελέσματα της έρευνας διαφαίνεται καθαρά η αγωνία των στελεχών του κλάδου σχετικά με το μέλλον της ασφαλιστικής αγοράς, αλλά και ο προβληματισμός τους για την πολυπλοκότητα και τις προκλήσεις που συνεπάγονται οι νέες αλλαγές.
Τα σημαντικότερα θέματα / αλλαγές που αναδείχτηκαν από την έρευνα αυτή, και θα επηρεάσουν τον τρόπο λειτουργίας της ασφαλιστικής αγοράς, έχουν ως εξής:

• Αύξηση μεταβλητότητας των αποτελεσμάτων
• Αλλαγές στις οικονομικές αναφορές
• Αναθεώρηση του ορισμού των εξόδων πρόσκτησης
• Επίδραση στις σχέσεις με τους μετόχους (και τις εποπτικές αρχές) σχετικά με τη διαχείριση των κεφαλαίων

Όσον αφορά στην πρώτη επίπτωση, οι προτεινόμενες αλλαγές αναμένεται να επιφέρουν μεγάλες διακυμάνσεις (Volatility) στα αποτελέσματα της επιχείρησης (έσοδα και έξοδα). Οι κυριότεροι παράγοντες που συνιστούν αυτήν την παρατήρηση αναφέρονται στο γεγονός ότι «οι υποθέσεις θα αναθεωρούνται σε κάθε περίοδο έκδοσης αποτελεσμάτων», στην «άμεση αναγνώριση της επίδρασης από τις αλλαγές των υποθέσεων στα αποτελέσματα περιόδου» και στο ότι «η αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων στην τρέχουσα αξία μπορεί να μην αντικατοπτρίζει την αξία των ασφαλιστικών υποχρεώσεων».

Όπως εκτιμούν οι συμμετέχοντες στην έρευνα οι αναμενόμενες επιπτώσεις θα είναι οι ακόλουθες:
• Διερεύνηση για την ανάγκη αλλαγών στη διαχείριση και προώθηση των προϊόντων
• Επανεξέταση της τιμολογιακής πολιτικής
• Αναθεώρηση της αντασφαλιστικής κάλυψης
• Τροποποίηση των επενδυτικών επιλογών και της διαχείρισης του ενεργητικού-παθητικού (Asset Liability Management)

Σύμφωνα με την KPMG, λόγω των επιπτώσεων στην αυξανόμενη διακύμανση των αποτελεσμάτων, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επανεξετάσουν τις εσωτερικές διαδικασίες για τη σχεδίαση νέων προϊόντων, αλλά και τη διαχείριση των παλαιών με αυξανόμενη συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων τμημάτων (πωλήσεων και αναλογιστικού τμήματος).
Όσον αφορά τις αλλαγές στις οικονομικές αναφορές, επισημάνθηκε ότι ο «συνδυασμός των Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων που προκύπτουν από κάθε χαρτοφυλάκιο ασφαλιστηρίων συμβολαίων αναμένεται να παρουσιαστεί στον ισολογισμό σε καθαρή βάση (net basis) ως απαιτήσεις ή υποχρεώσεις αντίστοιχα».

Επίσης ένα «συνοπτικό μοντέλο, που θα περιλαμβάνει μόνο την αναγνώριση του περιθωρίου, αναμένεται να παρουσιαστεί στα αποτελέσματα χρήσης, σε αντίθεση με τη μικτή παρουσίαση των εσόδων από ασφάλιστρα και των εξόδων για παροχές και αποζημιώσεις». 

Οι αναμενόμενες επιπτώσεις, αλλά και η αναμενόμενη αντίδραση στις αλλαγές αυτές, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, θα έχουν ως εξής:
• «Τα συστήματα διαχείρισης και παρακολούθησης της αποδοτικότητας θα
• γίνουν πιο δυσνόητα»
• «Η διαχείριση των” multi line” εργασιών θα είναι πολύ δύσκολο να εξηγηθεί
• Το διάστημα για την προετοιμασία των οικονομικών αναφορών μπορεί να
• επιμηκυνθεί 

Σύμφωνα με την KPMG, oι προτάσεις σχετικά με την παρουσίαση της κατάστασης αποτελεσμάτων μπορεί να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο οι χρήστες αναλύουν την απόδοση των επιχειρήσεων του κλάδου. Μέχρι σήμερα, για παράδειγμα, στα συμβόλαια ζωής αναγνωρίζονται ως έσοδα τα ετήσια ασφάλιστρα, ενώ η υποχρέωση ως ξεχωριστό έξοδο, οπότε θα εξετασθεί η καθαρή παρουσίαση του αποτελέσματος στα πρότυπα των τραπεζικών προϊόντων. Επίσης αναμένονται μεγάλες ανάγκες στην εκπαίδευση των αρμοδίων τμημάτων. 

Όσον αφορά τα έξοδα πρόσκτησης, επισημάνθηκε ότι «μόνο τα άμεσα έξοδα πρόσκτησης που αφορούν αποκλειστικά σε εκδοθέντα συμβόλαια μπορούν να συμπεριληφθούν ως συμβατικές ταμειακές ροές και να αποσβεστούν κατά τη διάρκεια των συμβολαίων», καθώς επίσης ότι «η επιμέτρηση θα γίνεται σε επίπεδο συμβολαίου».

Όπως εκτιμούν τα στελέχη της αγοράς που συμμετείχαν στην έρευνα, οι επιπτώσεις στις αλλαγές αυτές θα έχουν ως εξής:
• Επανεξέταση των συμβάσεων προώθησης, αλλά και των δικτύων διανομής, δηλαδή του μοντέλου των διαμεσολαβούντων σε αντίθεση με αυτό των απευθείας πωλήσεων από την εταιρεία (direct sales)
• Επανεξέταση του τρόπου υπολογισμού και καταβολής των αμοιβών (προμηθειών) προώθησης προϊόντων
• Μεγαλύτερη χρήση αντασφάλισης

Σύμφωνα με την KPMG, η διαχείριση του δικτύου διαμεσολαβούντων και ο τρόπος αποζημίωσής τους (ιδιαίτερα στην Ελλάδα) είναι πολύ ευαίσθητος. Υπάρχει η αίσθηση ότι αναμένονται σημαντικές αλλαγές στον τομέα αυτό, με ενδυνάμωση των άμεσων πωλήσεων και αλλαγή των σχέσεων συνεργασίας μεταξύ των ανεξάρτητων δικτύων και των επιχειρήσεων. Αλλαγές στο σχεδιασμό της μηχανογραφικής υποστήριξης αναμένονται κατά την εφαρμογή. 

Στο κομμάτι που αφορά τις σχέσεις με τους μετόχους (και τις εποπτικές αρχές) σχετικά με τη διαχείριση των κεφαλαίων, επισημάνθηκε ότι «για πολλούς χρήστες η λογιστική των ασφαλιστηρίων συμβολαίων σήμερα περιγράφεται σαν ένα μαύρο κουτί (black box), από το οποίο δεν παρέχονται χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την οικονομική κατάσταση και την απόδοση των εταιρειών». Ωστόσο με τις αλλαγές «αναμένεται να έρθουν πιο κοντα τα πρότυπα με τη Solvency II, έτσι ώστε να περιοριστεί ή να αποφευχθεί μια διπλή προσπάθεια».

Η αντίδραση στις αλλαγές αυτές, έτσι όπως την αποτυπώνουν οι συμμετέχοντες της έρευνας, θα επιφέρει:
• Αλλαγές στην αναγνώριση των αποτελεσμάτων (π.χ. άμεση αναγνώριση των
• εκτιμώμενων κερδών ή ζημιών (day one profits / losses)

• Επιπτώσεις στον καθορισμό των εποπτικών κεφαλαίων
• Πιθανότατη ζήτηση για νέα κεφάλαια, τη στιγμή που οι επενδυτές ανησυχούν για τις επιπτώσεις και επομένως μειώνεται η «όρεξή» τους για επένδυση στην ασφαλιστική αγορά

Σύμφωνα με την KPMG, οι εταιρείες θα πρέπει να γνωστοποιήσουν περισσότερες, αλλά και πιο σχετικές για τους χρήστες, πληροφορίες σε σχέση με σήμερα. Το κέντρο βάρους στο θέμα των γνωστοποιήσεων αναμένεται να δοθεί στον τρόπο διαχείρισης των κεφαλαίων, αλλά και των ρίσκων. 
Σχολιάζοντας τις αλλαγές στην αγορά, θα λέγαμε ότι «οι προτεινόμενες αλλαγές έρχονται σε μια περίοδο που οι επιχειρήσεις προσπαθούν να μετρήσουν και να αξιολογήσουν τις επιδράσεις από την επερχόμενη εφαρμογή της Solvency II, οι οποίες είναι εξίσου σημαντικές. Επομένως, η αξιολόγηση των προτεινόμενων αλλαγών θα πρέπει να γίνει άμεσα από τις επιχειρήσεις και παράλληλα με τη Solvency II, για να υπάρξει συνολική εικόνα των επιδράσεων και να αποφευχθούν πιθανές εκπλήξεις. Η KPMG Ελλάδος, σε συνεργασία με τα κατά τόπους γραφεία της ανά τον κόσμο, είναι έτοιμη να παράσχει στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις οποιαδήποτε πληροφορία και βοήθεια στην κατανόηση και εφαρμογή των ανωτέρω αναμενόμενων αλλαγών».

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*