απότ το virus.com.gr
Αποφασισμένη να αλλάξει το τοπίο στην πρωτοβάθμια περίθαλψη δηλώνει η Αριστοτέλους, η οποία – παρά τις ενστάσεις στην πρότασή της – εκτιμά ότι ο νόμος θα ψηφιστεί στις αρχές Ιουνίου, ώστε στο β΄ εξάμηνο του έτους να λειτουργήσουν οι πρώτες αποκεντρωμένες δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, οι λεγόμενες Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ).
«Είμαστε στην τελική ευθεία» τόνισε από τη Θεσσαλονίκη ο Υπουργός Υγείας, ο οποίος ανακοίνωσε ότι τον προσεχή Μάη θα προκηρυχθούν 3.050 θέσεις εργασίας, για να καλυφθούν καταρχήν 239 τέτοιες δομές. Οι δομές θα στελεχωθούν από τις τρεις βασικές ειδικότητες: γενικούς γιατρούς, παθολόγους και παιδιάτρους. Παράλληλα, θα υπάρχουν νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί και επισκέπτες υγείας. Όπως εξήγησε ο Υπουργός, προκειμένου να δοθεί ένα επιπλέον κίνητρο στους νέους γιατρούς για να επιλέξουν αυτή την κατεύθυνση, η μισθολογική αφετηρία θα είναι στα όρια της δεύτερης βαθμίδας του ΕΣΥ, δηλαδή στα επίπεδα του Επιμελητή Α΄.
«Η προσπάθεια μας είναι να ενισχύσουμε την προληπτική παρέμβαση στο ΕΣΥ, να ενισχύσουμε την εξωστρέφεια του δημόσιου συστήματος Υγείας, την παρέμβαση του στην κοινότητα, την αγωγή υγείας στα σχολεία με δράσεις που στοχεύουν στην συνολική προαγωγή της υγείας των πολιτών και όχι απλώς στην περίθαλψη» σημείωσε ο Ανδρέας Ξανθός, δηλώνοντας βέβαιος πως έχει στο πλευρό του τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. «Παράλληλα με τη στήριξη των σημερινών δομών αναπτύσσουμε τις νέες δομές τις πιο αποκεντρωμένες που έχουν περισσότερο την κουλτούρα της ολιστική φροντίδας και της πρόληψης» πρόσθεσε.
Επισημαίνεται πως η χρηματοδότηση της ΠΦΥ στην πρώτη 4ετία θα γίνει με ευρωπαϊκούς πόρους, δηλαδή από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ (στην αρχή από ένα ειδικό τομεακό πρόγραμμα του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και στη συνέχεια από τα ΠΕΠ των περιφερειών), γεγονός το οποίο έχει σχολιαστεί ιδιαίτερα αρνητικά από την αντιπολίτευση.
Απαντώντας στους επικριτές του, ο Ανδρέας Ξανθός, σημείωσε: «Το σχέδιο του υπουργείου Υγείας είναι στην πορεία να αυξάνεται η συμμετοχή του κρατικού προϋπολογισμού, έτσι ώστε με το πέρας του προγράμματος να αναλάβουμε πλήρως τη χρηματοδότηση του νέου συστήματος από δημόσιους πόρους».