Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
Αυτοοδηγούμενα οχήματα, «έξυπνοι» βοηθοί αυτοματοποιημένης γραπτής επικοινωνίας (ευρύτερα γνωστοί ως chatbots) και διασυνδεδεμένες μηχανές σε ψηφιακά εργοστάσια μάς δίνουν μια πρόγευση του θαυμαστού καινούργιου κόσμου της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ).
Η εκθετικά αυξανόμενη χρήση εφαρμογών ΑΙ συνεπάγεται σημαντικά οφελη για τις επιχειρήσεις, όπως αύξηση της αποδοτικότητας, μείωση των επαναλαμβανόμενων διαδικασιών και βελτίωση της πελατειακής εμπειρίας. Είναι ενδεικτικό το ότι, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Accenture, οι τεχνολογίες που συνδέονται με την τεχνητή νοημοσύνη θα αυξήσουν την κερδοφορία των εταιρειών σε 16 κλάδους 12 ανεπτυγμένων οικονομιών σε ποσοστό 38%, κατά μέσο όρο, ώς το 2035.
Πλην όμως, αν πέσουν σε λάθος χέρια, είναι ορατό το ενδεχόμενο οι δυνητικές απειλές να αντισταθμίσουν τα οφέλη. Η «ευπάθεια» σε κακόβουλες cyber επιθέσεις ή τεχνικές αστοχίες θα αυξηθεί, όπως και ο κίνδυνος για μεγαλύτερης κλίμακας διαταραχές και χρηματοοικονομικές απώλειες, καθώς οι οικονομίες γίνονται ολοένα και πιο διασυνδεδεμένες. Οι εταιρείες θα βρεθούν επίσης αντιμέτωπες με νέα σενάρια αστικής ευθύνης, καθώς η ευθύνη λήψης αποφάσεων θα μετατοπίζεται από τους ανθρώπους στις μηχανές και τους κατασκευαστές τους, όπως στην περίπτωση των αυτοκινούμενων ΙΧ.
Το νέο αυτό τοπίο επιχειρεί να καταγράψει η Allianz Corporate & Specialty (AGCS), σε ειδική μελέτη της με τίτλο «Η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης: Μελλοντικές προοπτικές και αναδυόμενοι κίνδυνοι».
Όπως σχολιάζει ο Michael Bruch, επικεφαλής αναδυόμενων τάσεων της AGCS, «η τεχνητή νοημοσύνη δημιουργεί δυνητικά οφέλη, αλλά και κινδύνους, σε πολλούς τομείς: οικονομικούς, πολιτικούς, στον κλάδο των μεταφορών, της υγείας, της άμυνας και στο περιβάλλον».
Για παράδειγμα, οι εφαρμογές ΑΙ αναμένεται να αυξήσουν την ασφάλεια στον τομέα των μεταφορών. Εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να μειώσουν τον αριθμό των τροχαίων ατυχημάτων έως και κατά 90%. Από την άλλη πλευρά όμως, εγείρουν σοβαρά θέματα ευθύνης και ηθικώς στην περίπτωση ατυχήματος που προκύπτει λόγω της χρήσης τους.
Οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης στον κλάδο της υγείας θα μπορούσαν να εξαλείψουν πολλές ανίατες –έως τώρα– ασθένειες και να συμβάλουν στην παροχή αποτελεσματικών υπηρεσιών, ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Την ίδια στιγμή όμως επηρεάζουν τη διαχείριση προσωπικών δεδομένων των ασθενών και θεμελιώδη δικαιώματά τους.
«Είναι σαφές ότι θα απαιτηθούν στρατηγικές ενεργητικής διαχείρισης κινδύνων προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα καθαρά οφέλη μιας πλήρους εισαγωγής προχωρημένων εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης για την κοινωνία» καταλήγει ο κύριος Bruch.
Τα δύο «πρόσωπα» της ΑΙ
Σήμερα, οι λεγόμενες «αδύναμες» ή βασικές μορφές της τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να επιτελέσουν συγκεκριμένες λειτουργίες. Ωστόσο, οι μελλοντικές γενιές των λεγόμενων «ισχυρών» εφαρμογών ΑΙ θα είναι σε θέση να επιλύουν δύσκολα προβλήματα και να εκτελούν πολύπλοκες συναλλαγές. Η τεχνητή νοημοσύνη έχει παρεισφρήσει σχεδόν σε κάθε κλάδο, από τα chatbots που προσφέρουν οικονομικές συμβουλές μέχρι τις εφαρμογές που συμβάλλουν στη διάγνωση του καρκίνου.
Μαζί, όμως, έχει παρεισφρήσει και μια νέα γενιά κινδύνων: Για παράδειγμα, οι cyber επιθέσεις, που αναδεικνύονται πλέον σε έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους για τις επιχειρήσεις, αποκαλύπτουν τα δύο «πρόσωπα» των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης: Από τη μια, λογισμικό με στοιχεία ΑΙ θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση του cyber κινδύνου, μέσω καλύτερου εντοπισμού των επιθέσεων. Από την άλλη, θα μπορούσε να αυξήσει τον ίδιο κίνδυνο αν κακόβουλοι χάκερ αποκτούσαν τον έλεγχο των «έξυπνων» συστημάτων, μηχανών ή οχημάτων.
Οι εφαρμογές ΑΙ στα χέρια των λάθος ατόμων θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για σοβαρότερες και πιο στοχευμένες cyber επιθέσεις, μειώνοντας το κόστος της κατάρτισης των επιθέσεων αυτών. Η ίδια επίθεση/λάθος προγραμματισμού θα μπορούσε να διασπαρεί σε πληθώρα μηχανών.
Ήδη, εκτιμάται ότι μια μεγάλη cyber επίθεση διεθνούς εμβέλειας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ζημίες άνω των 50 δισ. δολ. Ακόμη και μια ολιγόωρη παύση λειτουργίας ενός μεγάλου παρόχου υπηρεσιών cloud θα μπορούσε να οδηγήσει σε ζημίες της τάξης των 850 εκατ. δολ. –κάθε άλλο παρά αμελητέες…
Πέντε «μέτωπα»
Στην προσπάθειά της να χαρτογραφήσει τους νέους κινδύνους που συνδέονται με τη χρήση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης, η AGCS επικεντρώθηκε σε πέντε «μέτωπα»: την προσβασιμότητα σε λογισμικό, την ασφάλεια, τη λογοδοσία, την ευθύνη και τα ζητήματα ηθικής: «Μέσω της διαχείρισης των θεμάτων που συνδέονται και με τους πέντε αυτούς τομείς, η υπεύθυνη ανάπτυξη εφαρμογών ΑΙ καθίσταται λιγότερο επικίνδυνη για την κοινωνία. Η λήψη προληπτικών μέτρων που μειώνουν τα ρίσκα από τυχόν ανεπιθύμητες παρενέργειες είναι απαραίτητη» εξηγεί ο κύριος Bruch.
Στο «μέτωπο» της αστικής ευθύνης έναντι τρίτων, για παράδειγμα, οι «φορείς» της τεχνητής νοημοσύνης θα υποκαταστήσουν μεν τους ανθρώπους στη λήψη κάποιων αποφάσεων (όπως π.χ. στα αυτοοδηγούμενα ΙΧ), δεν μπορούν όμως να θεωρηθούν νομικά υπεύθυνοι για τις αποφάσεις αυτές. Θα είναι ο κατασκευαστής ή ο προγραμματιστής του λογισμκού της εφαρμογής ΑΙ αυτός που θα ευθύνεται για τα ελαττώματα που προκαλούν ζημία στους χρήστες.
Ποιος έχει όμως τη νομική ευθύνη για τις αποφάσεις μιας εφαρμογής που δεν σχετίζονται άμεσα με την κατασκευή ή τον σχεδιασμό της; Οι απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα μόνο εύκλολες δεν είναι.
Η θέση των ασφαλιστικών
Ποιος είναι ο ρόλος του ασφαλιστικού κλάδου σε αυτό το νέο περιβάλλον; Σύμφωνα με την AGCS, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα κληθούν να ελαχιστοποιήσουν, να διαχειριστούν και να μεταβιβάσουν τους νέους κινδύνους. Οι παραδοσιακές καλύψεις (αστική ευθύνη έναντι τρίτων, ασφάλεια ζωής, ασφάλιση περιουσίας, ασφάλιση έναντι κινδύνου ατυχήματος κ.λπ.) θα πρέπει να προσαρμοστούν για να ικανοποιούν τις νέες ανάγκες επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Είναι αυτονόητο ότι οι ασφαλιστικές θα πρέπει να βελτιώσουν τις λύσεις που προσφέρουν για τις cyber επιθέσεις, τη διακοπή επιχειρηματικής λειτουργίας, την ανάκληση προϊόντων κ.ά.
Η τεχνητή νοημοσύνη εγείρει επίσης ερωτήματα γύρω από τα προσωπικά δεδομένα. Μέχρι ποιον βαθμό μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να γίνουν πιο «έξυπνες» οι εφαρμογές; Ήδη, ο νέος Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων της ΕΕ (GDPR), που τίθεται σε ισχύ τον Μάιο, περιέχει σαφείς περιορισμούς αναφορικά με την υιοθέτηση συστημάτων ΑΙ.
Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να μειώσουν, να αντισταθμίσουν ή να καλυφθούν οικονομικά έναντι του κινδύνου μη συμμόρφωσης με τους νέους κανόνες περί προστασίας δεδομένων στο μέλλον.
Την ίδια στιγμή, είναι βέβαιο ότι θα δημιουργηθούν νέα μοντέλα ασφάλισης για την αστική ευθύνη σε τομείς όπως τα αυτοοδηγούμενα ΙΧ, στους οποίους θα εντείνεται η πίεση προς τους κατασκευαστές και τους πωλητές λογισμικού και θα περιορίζεται η ευθύνη των καταναλωτών.
Εκτός από τους νέους κινδύνους όμως, οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης θα φέρουν οφέλη και για τις ασφαλιστικές. Η ασφαλιστική βιομηχανία, λαμβάνοντας υπόψη ότι διαχειρίζεται μεγάλους όγκους δεδομένων και χρησιμοποιεί επαναλαμβανόμενες διαδικασίες, ήταν από τις πρώτες που «αγκάλιασαν» τις νέες τεχνολογίες.
«Υπάρχουν τεράστιες προοπτικές βελτίωσης της ασφαλιστικής αλυσίδας αξίας μέσω του ΑΙ. Αρχικά, θα συμβάλει στην αυτοματοποίηση πολλών διαδικασιών επ’ ωφελεία των πελατών. Η έκδοση των ασφαλιστικών συμβολαίων και η επεξεργασία των αιτήσεων αποζημίωσης θα γίνεται γρηγορότερα και πιο αποδοτικά» τονίζει ο κύριος Bruch.
Τα chatbot μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες υποστήριξης πελατών 24 ώρες το 24ωρο, 7 ημέρες την εβδομάδα.
Τέλος, μέσω της ανάλυσης δεδομένων, οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης θα προσφέρουν στις ασφαλιστικές και στους πελάτες τους πολύ καλύτερη κατανόηση για τους κινδύνους που αναλαμβάνουν, ώστε να μπορούν μετά να τους μειώσουν πιο αποτελεσματικά. Και θα διευρύνουν τα όρια της «ασφαλισιμότητας» (insurability), όχι μόνο μέσω της επέκτασης των υφιστάμενων λύσεων, αλλά και μέσω της δημιουργίας προϋποθέσεων για την ανάπτυξη νέων λύσεων μεταβίβασης κινδύνου.
*από την έντυπη έκδοση του INSURANCE WORLD, τ. Μάρτιος-Απρίλιος