της Ελενας Ερμείδου
Δυσανάλογες τιμές έγραφαν οι αντασφαλιστές σε σχέση με το ύψους των καταστροφών που συνέβαιναν τα τελευταία χρόνια. Οι τιμές των αντασφαλίστρων έφτασαν στον πυθμένα και ξεκινάνε να ανεβαίνουν.
Σύμφωνα με την Munich Re οι τιμές δεν έχουν άλλα περιθώρια να κατέβουν καθώς δεν μπορούν να καλύψουν το κόστος το αναμενόμενο κόστος των ζημιών. Μετά τις ζημιές που σημειώθηκαν από τις μεγάλες καταστροφές, η άνοδος είναι αναμενόμενη.
Επικρατούν τάσεις σταθεροποίησης και ανόδου καθώς τους τελευταίους 12 μήνες δύσκολα διακρίνονται γραμμές παραγωγής που να έχουν γράψει μειώσεις τιμολογίων.
Οι αυξήσεις σύμφωνα με την Munich Re έρχονται μετά από δύο έτη έντονων φυσικών καταστροφών. Ωστόσο δεν η άνοδος των τιμών δεν μπορεί να διασφαλιστεί ότι θα συνεχιστεί και μέσα στα επόμενα δύο χρόνια ή και μετά.
Το στοιχείο αναφοράς πάντως είναι ότι τα τελευταία δέκα χρόνια η ψαλίδα μεταξύ τιμών και καταστροφών άνοιγε όλο και περισσότερο. Οι τιμές στα αντασφάλιστρα έπεφταν ενώ οι ζημιές από φυσικές καταστροφές αυξάνονταν.
Το άνοιγμα μειώνεται αν και δεν έχει κλείσει ακόμα για αυτό και οι προσδοκίες σταθεροποίησης και αύξησης τιμών επικρατούν για την ώρα. Οι ενδείξεις όμως αυτές δεν διαμορφώνουν τις μελλοντικές τάσεις.
Η διαμόρφωση των τιμών εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το κόστος κεφαλαίου, το capacity που έχει το underwriting, το κόστος απώλειας, και το κόστος μελλοντικών ζημιών, από το κόστος λειτουργίας μίας επιχείρησης και τον όγκο δαπανών.
Κατά την άποψη της Munich Re τα τιμολόγια θα γράψουν αυξήσεις τον προσεχή Ιανουάριο κατά την περίοδο των ανανεώσεων και ενδεχομένως η ανατροπή αυτή να συνεχιστεί και να γίνει πραγματικότητα.
Ωστόσο, τα ILS που είναι εντός της αγοράς θα πρέπει να συνυπολογιστούν αλλά και άλλοι τίτλοι στις αγορές κεφαλαίων.