Καθώς η δύσκολη οικονομική κατάσταση έχει γίνει αισθητή, η 6 η έκδοση των ερευνών της Coface για τις επιχειρηματικές πληρωμές στη Γερμανία, υποδεικνύει πως οι επιπτώσεις εντός του 2022 εμφανίζονται ηπιότερες σχετικά με το σοκ που υπέστη η οικονομία. Παρ’ όλα αυτά, οι επιχειρήσεις είναι επιφυλακτικές για τη συνέχεια και απαισιόδοξες για το μέλλον.
- Ο αριθμός και η διάρκεια των καθυστερημένων οφειλών αυξήθηκε, αλλά μόνο για λίγο, και από μικρή βάση εκκίνησης. Αυτό σημαίνει πως η συνέπεια των εξοφλήσεων μειώθηκε (+6% από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις ανέφεραν καθυστερήσεις για το 2022), αλλά παραμένει χαμηλότερα από το επίπεδο που παρατηρήθηκε το 2020 και πολύ χαμηλότερα από τα επίπεδα προ πανδημίας.
- Η μέση διάρκεια καθυστερημένων οφειλών αυξήθηκε στις 28.7 ημέρες το 2022 (1 ημέρα), μετά την μείωση κατά 7 ημέρες που είχε καταγραφεί το 2021.
- Οι επιχειρήσεις στον κλάδο του χάρτου και της συσκευασίας αντιμετώπισαν τις μικρότερες καθυστερήσεις (μ.ο. 18.4 ημέρες), ενώ επιχειρήσεις στον χρηματοοικονομικό κλάδο χρειάστηκε να δείξουν μεγαλύτερη υπομονή (μ.ο. καθυστερήσεων 35.0 ημέρες).
- Το κύριο ζήτημα αφορά στο τι περιμένουν οι επιχειρήσεις από την ευρύτερη οικονομία. Ποτέ στην ιστορία αυτών των μελετών, δεν έχουν υπάρξει τόσο απαισιόδοξες προβλέψεις για το μέλλον τους.
Επιχειρήσεις σε επιφυλακή, προσφέρουν λιγότερες ημέρες πίστωσης.
Ένα από τα κύρια σημεία της μελέτης είναι πως η συμπεριφορά για τους όρους πληρωμής έχει γίνει πιο περιοριστική, καθώς οι Γερμανικές επιχειρήσεις γίνονται και πάλι ανυπόμονες και προτιμούν να εξοφληθούν το συντομότερο δυνατό. Λιγότερες επιχειρήσεις προσφέρουν ευνοϊκούς όρους πληρωμής σε σχέση με το περασμένο έτος (71% έναντι 74%) και αυτό αφορά κυρίως σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται εντός της Γερμανίας. Οι βραχύβιοι όροι πληρωμής εξακολουθούν να κυριαρχούν, καθώς το 90% των επιχειρήσεων έθετε ως όρο την εξόφληση εντός 60 ημερών. Γενικά η μέση περίοδος πίστωσης άλλαξε οριακά κατά 0.2 ημέρες, για να φτάσει στις 32.8 ημέρες.
«Η μελέτη δείχνει προς δύο κατευθύνσεις. Από τη μια, οι επιχειρήσεις δείχνουν να βρίσκονται σε επιφυλακή, και κατά συνέπεια μειώνουν το περιθώριο πίστωσης. Από την άλλη, παρά το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις προτιμούν βραχείς όρους πληρωμής, καθώς η εμπιστοσύνη τους προς τους πελάτες τους μειώνεται, τεχνικοί λόγοι όπως συνήθεις πρακτικές της αγοράς, ζητήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας, χρόνοι παράδοσης, τις ωθούν στο να διατηρούν, ακόμη και να επεκτείνουν τους όρους πληρωμής» εξηγεί η Christiane von Berg, Οικονομολόγος Βορείου Ευρώπης της Coface.
Καθυστερήσεις οφειλών: Οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να εξοφλούνται γρήγορα.
Η διάρκεια της μέσης καθυστέρησης οφειλών μειώθηκε κατά 1 ημέρα, για να φτάσει τις 28.7 ημέρες εντός του 2022. Αυτή είναι η δεύτερη μικρότερη καταγραφή μέσου όρου καθυστερήσεων, από την αρχή της καταγραφής το 2016. Επιπροσθέτως, ο αριθμός των καθυστερημένων οφειλών αυξήθηκε ελαφρά από τα χαμηλά του 59% το 2021 στο 65% το 2022. Αυτό είναι και πάλι χαμηλότερα από το 2020 (68%) και πολύ χαμηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα του 82%.
«Οι καθυστερήσεις εξόφλησης παρέμειναν κυρίως λόγω των οικονομικών δυσκολιών. Και οι επιχειρήσεις μάς αναφέρουν πως αυτές οι οικονομικές δυσκολίες σχετίζονται με το αυξημένο κόστος πρώτων υλών, αλλά και παραγωγής, με τα ζητήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, στις πιέσεις από τον ανταγωνισμό ή σε χαμηλότερη ζήτηση εντός της Γερμανίας. Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός πώς η επίδραση της πανδημίας έχει χάσει την σημασία της και δεν αναφέρθηκε ξανά, παρά το γεγονός πως η πανδημία δεν έχει παρέλθει» σημειώνει η Christiane von Berg.
Απαισιόδοξες Εκτιμήσεις
Παρά το γεγονός ότι η συμπεριφορά πληρωμών παραμένει πολύ θετική, οι επιχειρήσεις ποτέ δεν έχουν υπάρξει τόσο απαισιόδοξες για τις προοπτικές τους. Ενώ η άποψή τους για την κατάσταση του 2022 είναι ουδέτερη, 38% των συμμετεχόντων αναμένουν χειρότερες επιδόσεις για το 2023, και μόνο 14% αυτών παραμένουν αισιόδοξοι για το ίδιο έτος. Αυτή η απαισιοδοξία παρατηρείται σχεδόν σε όλους τους κλάδους.
«Η απαισιοδοξία σε επίπεδα ρεκόρ μεταξύ των επιχειρήσεων στη Γερμανία μπορεί να εξηγηθεί από τα σημαντικά και πολυποίκιλα ρίσκα που έχουν να αντιμετωπίσουν. Οι διαταραχές στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και η αύξηση του κόστους των μη-ενεργειακών υλών παραμένουν τα κύρια σημεία ανησυχίας για τις προοπτικές των εξαγωγών των επιχειρήσεων. Όμως, νέοι κίνδυνοι όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, τα συναφή μέτρα που έχουν ληφθεί, καθώς και η αύξηση του κόστους ενέργειας παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στις εκτιμήσεις τους» σχολιάζει η Christiane von Berg.
«Η οικονομική κατάσταση και οι μακροοικονομικές προβλέψεις φαίνεται να έχουν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι Γερμανικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν τις ευκαιρίες ανάπτυξης των δραστηριοτήτων τους. Η Γερμανία παραμένει η προτεραιότητα για την ανάπτυξή τους παρά την αδύναμη συγκυρία, και οι επιχειρήσεις αναφέρουν πως εστιάζουν λιγότερο στην ΕΕ και την Κίνα, και περισσότερο στις ΗΠΑ και την Ευρώπη εκτός ΕΕ. Το τελευταίο μπορεί να εκληφθεί και ως επιθυμία να συνάψουν συμφωνίες με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, παρακάμπτοντας τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από την ΕΕ.»
Βρείτε παρακάτω την πλήρη μελέτη:
https://www.coface.com/News-Publications/Publications/Country-Sector-Risk-Barometer-Q2-2022