Απόφαση του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υπέρ της Ιντερσαλόνικα

Το ποσό των 22.000 ευρώ επιδίκασε ως αποζημίωση για ηθική βλάβη με απόφαση του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων  στην Ιντερσαλόνικα μετά την πολύχρονη διαμάχη της με την ΕΑΕΕ.
 
Η εταιρεία Ιντερσαλονικα, μέλος του τοπικού επαγγελματικού σωματείου «Ένωση Ασφαλιστών Βορείου Ελλάδος» στην Θεσσαλονίκη, αρνήθηκε να ενταχθεί υποχρεωτικά στην Ένωση λόγω «καταβολής υπέρογκων εισφορών, που θα μετακυλίονταν στους ασφαλιζομένους». Όπως αναφέρει στην ανακοίνωση της η Ιντερσαλόνικα  «το 1992 εκδόθηκαν Κοινοτικές Οδηγίες για την υποχρεωτική απελευθέρωση των τιμών ασφαλίστρων, τον ελεύθερο ανταγωνισμό μεταξύ ασφαλιστικών επιχειρήσεων, την κατάργηση μονοπωλίων και προνομίων, που είχαν παραχωρηθεί σε Οργανώσεις σχετικά με την πρόσβαση και άσκηση κλάδων ασφαλίσεων, προς όφελος των ασφαλιζομένων και καθιερώθηκε ότι, στο εξής, ο μοναδικός όρος και προϋπόθεση για την ασφάλιση είναι η χορήγηση διοικητικής άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης, με ισχύ της σε όλες τις χώρες του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ)».

Το 1996 η Ιντερσαλόνικα  Ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία συγχωνεύτηκε με άλλη εταιρεία και προέκυψε νέο νομικό πρόσωπο με την επωνυμία Ιντερσαλόνικα  Γενικών Κλάδων. Η νέα εταιρεία αρνήθηκε να υποβάλει αίτηση εγγραφής της και με έγγραφό της δήλωσε ότι δεν είναι και ούτε επιθυμεί να είναι μέλος αυτού. «Ασκούσε συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα ελευθερίας της και το οποίο όμως δεν ήταν επιτρεπτό από τα οργανωμένα Ολιγο-μονοπώλια. Παράλληλα και προς Δικαστική διασφάλισή της, πέραν της συνταγματικής ελευθερίας του άρθρου 12 για συμμετοχή ή όχι σε σωματείο, βρήκε μία πρόφαση και με αγωγή της σε αρμόδιο Δικαστήριο Αθηνών ζήτησε την ακύρωση κάποιας Γενικής Συνέλευσης της «Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών».

Η πολιτεία, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, δήλωσε πως «ουδέποτε υποβλήθηκε αίτηση εγγραφής ως μέλος από την Ιντερσαλόνικα , ουδέποτε εγγράφηκε και, ως μη μέλος του σωματείου αυτού, δεν δικαιούται να υπεισέρχεται στα σωματειακά της ενώσεως αυτής» και η Ένωση κέρδισε τη Δίκη. 

Το 1998 «το Υπουργείο Ανάπτυξης, αποφάσισε ότι η αιτούσα επιχείρηση θα έπρεπε, υποχρεωτικά, να γίνει μέλος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος, σύμφωνα με την διάταξη του Νόμου 489/1976 και ότι όφειλε στην εν λόγω Ένωση εισφορές 19.000.000 δραχμών (δηλαδή 55.759,35 ευρώ). Την 12η Μαΐου 1999, η Ένωση υπέβαλε αίτηση στο Υπουργείο Ανάπτυξης, για την ανάκληση της άδειας της αιτούσας επιχείρησης, μετά από την άρνησή της να πληρώσει τις σχετικές εισφορές στην Ένωση αλλά δεν έλαβε καμία απάντηση.

Την 16η Δεκεμβρίου 1998, η αιτούσα επιχείρηση άσκησε προσφυγή κατά του Υπουργείου Ανάπτυξης και της Ένωσης, ενώπιον του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου, ζητώντας ακύρωση της απόφασης του Υπουργείου με ημερομηνία 26η Νοεμβρίου 1998. 
Με την απόφαση 627/2006 η υπόθεση παραπέμφθηκε ενώπιον της ολομέλειας του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου. Με απόφαση ημερομηνίας 8 Ιανουαρίου 2008, το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της αιτούσας (απόφαση 51/2008). Αυτή η απόφαση έγινε οριστική την 6η Φεβρουαρίου 2008».

Η εταιρεία το 2008 προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «ακριβώς επειδή επί δέκα χρόνια (1998-2008) δεν είχε εκδικασθεί η Προσφυγή της στην Δικαιοσύνη της χώρας μας» και με Απόφαση του στις 10/5/11 το Δικαστήριο:

1. Κηρύσσει την προσφυγή αποδεκτή.
2. Αποφαίνεται ότι υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 6 παράγραφος 1 της Σύμβασης.
3. Αποφαίνεται ότι υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 13 της Σύμβασης.
4. Αποφαίνεται
(α) ότι το εναγόμενο Κράτος οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα εταιρία, εντός τριών μηνών, ευρώ 22.000 (είκοσι δύο χιλιάδες ευρώ) για ηθική βλάβη, πλέον οποιουδήποτε φόρου που μπορεί να επιβαρυνθεί το ποσό αυτό.
(β) ότι, από τη λήξη της ανωτέρω αναφερόμενης τρίμηνης προθεσμίας μέχρι το διακανονισμό, ο απλός τόκος θα καταβάλλεται επί του ανωτέρω ποσού, με επιτόκιο ίσο προς το προεξοφλητικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κατά την τρέχουσα χρονική διάρκεια, προσαυξημένο κατά τρεις εκατοστιαίες μονάδες.
5. Απορρίπτει το αίτημα της προσφεύγουσας για δίκαιη ικανοποίηση.
Το παρόν πραγματοποιήθηκε στην αγγλική γλώσσα και κοινοποιήθηκε εγγράφως στις 10 Μαΐου 2011, σύμφωνα με τον Κανόνα 77, παράγραφοι 2 και 3 του Κανονισμού του Δικαστηρίου.