Η παράβαση αυτή αφορά ιδίως τους όρους των εν λόγω συμβάσεων οι οποίοι αφορούν την αποζημίωση, καθώς και τις δηλώσεις περί απουσίας συγκρούσεως συμφερόντων των μελών της διαπραγματευτικής ομάδας για την αγορά εμβολίων
Το 2020 και το 2021, συνήφθησαν μεταξύ της Επιτροπής και φαρμακευτικών επιχειρήσεων συμβάσεις αγοράς εμβολίων κατά της νόσου Covid-19: σύντομα αποδεσμεύθηκαν περίπου 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ, προκειμένου να πραγματοποιηθεί μια οριστική παραγγελία η οποία αφορούσε περισσότερες από ένα δισεκατομμύριο δόσεις εμβολίου.
Το 2021, βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ιδιώτες ζήτησαν, βάσει του κανονισμού για την πρόσβαση σε έγγραφα, την πρόσβαση στις συμβάσεις αυτές και σε ορισμένα συναφή έγγραφα, προκειμένου να κατανοήσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις τους και να βεβαιωθούν ότι διασφαλίζεται η προστασία του δημοσίου συμφέροντος.
Δεδομένου ότι η Επιτροπή παρέσχε μερική μόνον πρόσβαση στα έγγραφα αυτά, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο διαδίκτυο σε μη εμπιστευτική μορφή, οι ως άνω ευρωβουλευτές και ιδιώτες άσκησαν προσφυγές ακυρώσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με τις αποφάσεις του, το Γενικό Δικαστήριο δέχεται εν μέρει τις δύο προσφυγές και ακυρώνει τις αποφάσεις της Επιτροπής κατά το μέρος που περιέχουν πλημμέλειες.
Αποζημιώσεις και Ευθύνες
Όσον αφορά τους όρους των συμβάσεων οι οποίοι αφορούν την αποζημίωση των φαρμακευτικών επιχειρήσεων από τα κράτη μέλη για τυχόν αποζημιώσεις τις οποίες οι επιχειρήσεις αυτές θα έπρεπε να καταβάλουν σε περίπτωση ελαττώματος των εμβολίων τους, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι ο παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του και η ευθύνη του δεν δύναται να περιοριστεί ή να αποκλειστεί έναντι του ζημιωθέντος με ρήτρα περιορισμού ή απαλλαγής από την ευθύνη, δυνάμει της οδηγίας 85/374 .
Το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, ωστόσο, ότι καμία διάταξη της οδηγίας 85/374 δεν απαγορεύει σε τρίτο να επιστρέψει την αποζημίωση που κατέβαλε ένας παραγωγός λόγω ελαττωματικότητας του προϊόντος του.
Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι ο λόγος για τον οποίο οι όροι σχετικά με την αποζημίωση περιελήφθησαν στις συμβάσεις , ήτοι η αντιστάθμιση των κινδύνων τους οποίους ανέλαβαν οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις και οι οποίοι συνδέονται με τη συντόμευση της προθεσμίας ανάπτυξης των εμβολίων, είχε εγκριθεί από τα κράτη μέλη και είχε δημοσιοποιηθεί.
«εκ προθέσεως παράβαση» και «κάθεδυνατή εύλογη προσπάθεια»
Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η παροχή ευρύτερης πρόσβασης στις εν λόγω ρήτρες θα έθιγε ουσιαστικά τα εμπορικά συμφέροντα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Ομοίως, η Επιτροπή δεν παρέσχε επαρκείς εξηγήσεις από τις οποίες να προκύπτει με ποιον τρόπο η πρόσβαση στους ορισμούς των φράσεων «εκ προθέσεως παράβαση» και «κάθεδυνατή εύλογη προσπάθεια» σε ορισμένες από τις συμβάσεις και στους όρους των συμβάσεων οι οποίοι αφορούν τις δωρεές και τις μεταπωλήσεις των εμβολίων θα μπορούσε να θίξει συγκεκριμένα και ουσιαστικά τα εν λόγω εμπορικά συμφέροντα.
Σύγκρουση συμφερόντων
Όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής των προσώπων, την οποία επικαλέστηκε η Επιτροπή προκειμένου να αρνηθεί εν μέρει την πρόσβαση στις δηλώσεις περί απουσίας συγκρούσεως συμφερόντων των μελών της διαπραγματευτικής ομάδας για την αγορά εμβολίων, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι οι ενδιαφερόμενοι ιδιώτες απέδειξαν δεόντως τον συγκεκριμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος για τη γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εν λόγω μελών. Πράγματι, μόνον εάν είχαν στη διάθεσή τους τα ονοματεπώνυμα και τον επαγγελματικό ή θεσμικό ρόλο των εν λόγω μελών θα μπορούσαν να εξακριβώσουν ότι αυτά δεν τελούσαν σε κατάσταση συγκρούσεως συμφερόντων.
Επιπλέον, η Επιτροπή δεν έλαβε επαρκώς υπόψη όλες τις κρίσιμες περιστάσεις προκειμένου να σταθμίσει ορθώς τα εμπλεκόμενα συμφέροντα, τα οποία σχετίζονται με την απουσία συγκρούσεως συμφερόντων και τον κίνδυνο προσβολής της ιδιωτικής ζωής των υποκειμένων των δεδομένων.
Ελ. Ερμ