Νικόλας Βαγιάννης
Η επαγγελματική μου ενασχόληση στην ασφάλιση πιστώσεων τα τελευταία 25+ έτη μού αποδεικνύει διαρκώς ότι πρόκειται για έναν δυναμικά εξελισσόμενο κλάδο, ο οποίος εξακολουθεί να προσφέρει πολυδιάστατες προκλήσεις και ουσιώδεις προοπτικές.
Έως τη δεκαετία του 1980, η ασφάλιση πιστώσεων στην ελληνική αγορά ήταν περιορισμένη ή ανύπαρκτη. Οι επιχειρήσεις στηρίζονταν σε εσωτερικά συστήματα αξιολόγησης και σε παραδοσιακές μορφές εξασφάλισης (π.χ. εγγυήσεις ή προπληρωμές). Μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις οι επιχειρήσεις έκαναν χρήση υπηρεσιών ασφαλιστικών φορέων του εξωτερικού.
Η πρώτη συγκροτημένη θεσμική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε το 1988, με την ίδρυση του Οργανισμού Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων (ΟΑΕΠ), φορέα που ανέλαβε την κάλυψη εμπορικών και πολιτικών κινδύνων στο εξαγωγικό εμπόριο. Η είσοδος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας σημειώθηκε τη δεκαετία του 1990, μέσω συνεργασιών ελληνικών εταιρειών με διεθνείς ασφαλιστικούς οργανισμούς (Εθνική Ασφαλιστική με Coface, Φοίνικας Πιστώσεων με Euler Hermes) ή με την απευθείας δραστηριοποίηση ξένων εταιρειών, όπως η Gerling Kreditversicherung, σημερινή Atradius.
Στην ευρωπαϊκή ήπειρο, η εν λόγω ασφαλιστική πρακτική είχε καθιερωθεί ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα. Η διαφορά ωριμότητας μεταξύ των αγορών της Δυτικής Ευρώπης και της Ελλάδας παρέμεινε αισθητή έως και τις αρχές της νέας χιλιετίας, με τη σταδιακή όμως προσαρμογή της εγχώριας αγοράς να οδηγεί σε αξιοσημείωτη σύγκλιση. Παρά ταύτα, ορισμένα εξειδικευμένα προϊόντα εξακολουθούν να μην προσφέρονται πλήρως στην Ελλάδα (π.χ. Top-Up Cover, κάλυψη εταιρειών Ν. 89, συνασφαλιστικά σχήματα).
Η ανάγκη για αξιόπιστη και έγκαιρη πληροφόρηση αναγνωρίστηκε εξαρχής από τις ανεπτυγμένες αγορές. Καθιερώθηκαν διεθνή δίκτυα πληροφοριών και δημιουργήθηκαν θυγατρικές σε πολλαπλές χώρες, εξυπηρετώντας τις ανάγκες της παγκόσμιας οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η τεχνολογική πρόοδος, ήδη από τη δεκαετία του 2000, επέφερε σημαντική μείωση στο λειτουργικό κόστος και αύξηση της αποτελεσματικότητας.
Η πρώτη οργανωμένη και συστηματική απόπειρα αυτοματοποίησης των πιστωτικών διαδικασιών απόφασης πιστωτικών ορίων εκδηλώθηκε το 2003. Οι κρίσεις των ετών 1974 (πετρελαϊκή κρίση), 2007 (παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση) και 2020 (Covid-19) ανέδειξαν τις προκλήσεις και τους περιορισμούς των αυτοματοποιημένων συστημάτων λήψης αποφάσεων πιστωτικών ορίων.
Κατά την τελευταία πενταετία, οι μεγαλύτεροι παγκόσμιοι οργανισμοί στον τομέα (Allianz Trade, Atradius, Coface) έχουν ενσωματώσει προηγμένες τεχνολογίες Τεχνητής Νοημοσύνης, όπως μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (LLM), μηχανική μάθηση (ML) και νευρωνικά δίκτυα (ANN/CoT prompting), στο πλαίσιο των αξιολογήσεών τους. Οι πρακτικές αυτές αποκτούν αυξανόμενη σημασία στην προσπάθεια για αποτελεσματική, αντικειμενική και ταχύτερη λήψη αποφάσεων. Το ίδιο πράττουν κι άλλοι διεθνείς οργανισμοί (Chubb), διεκδικώντας μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς μέσω της αυτοματοποίησης.
Παρά τα απτά οφέλη της αυτοματοποίησης στην ασφάλιση πιστώσεων –όπως η αυτόματη χορήγηση πιστωτικών ορίων και η βελτίωση της διαχείρισης– εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις. Ασφαλιστές και ασφαλισμένοι καλούνται να ανταποκριθούν, προχωρώντας σε περαιτέρω μετεξέλιξη στους κρίσιμους τομείς που παρατίθενται παρακάτω.
Διαβάστε τη συνέχεια στο Brokers Time