Αύξηση του κινδύνου επιτοκίου για τις ασφαλιστικές εταιρείες επιφέρει το ασθενές μακροοικονομικό περιβάλλον σε συνδυασμό με την ακολουθούμενη από τις κεντρικές τράπεζες νομισματική πολιτική και τα πολύ χαμηλά επιτόκια πληθωρισμού.
Το ανωτέρω αναφέρει, μεταξύ άλλων, η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία επισκόπηση που κάνει για ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, σχολιάζοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των ασφαλιστικών εταιρειών.
Όπως αναφέρει, η κρίση χρέους ορισμένων κρατών της ευρωζώνης εντείνει τον κίνδυνο διεύρυνσης των πιστωτικών περιθωρίων των ομολόγων, καθώς και τον κίνδυνο μείωσης της πιστοληπτικής ικανότητας των τραπεζών των κρατών αυτών, με συνακόλουθη την επίταση του κινδύνου συγκέντρωσης λόγω αυξημένης έκθεσης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε προθεσμιακές καταθέσεις.
Η ΤτΕ επισημαίνει δύο συστημικούς κινδύνους για τις ασφαλιστικές εταιρείες που συνδέονται με τους κινδύνους επιτοκίου και πιστωτικού περιθώριου:
– Τον κίνδυνο των χαμηλών επιτοκίων για παρατεταμένο χρονικό διάστημα.
– Τον κίνδυνο της διπλής επίδρασης στον ισολογισμό των ασφαλιστικών εταιρειών λόγω των μειωμένων επιτοκίων με ταυτόχρονη διεύρυνση των πιστωτικών περιθώριων.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, σημειώνει η ΤτΕ, οι προκλήσεις για τις ασφαλιστικές εταιρείες είναι:
1. Ο κίνδυνος δυσχερούς κάλυψης των εγγυημένων αποδόσεων σε ασφαλιστικά προγράμματα Ζωής τα οποία είχαν πουληθεί με υψηλά εγγυημένα επιτόκια, κατά τις δεκαετίας 1980 – 1990.
2. Ο κίνδυνος επανεπένδυσης των διαθεσίμων με χαμηλότερες των αναμενόμενων αποδόσεις για το σύνολο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
3. Η μείωση της κερδοφορίας τους λόγω χαμηλότερων αποδόσεων από τις επενδύσεις.