Επτά αντιρρήσεις των ασφαλιστών για το ν/σ του υπουργείου Εργασίας

Την απόσυρση της διάταξης που επιτρέπει την εξαγορά του ασφαλιστηρίου συμβολαίου ένα χρόνο μετά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης, ζητούν εκπρόσωποι του ασφαλιστικού κλάδου, θεωρώντας ότι η σχετική διάταξη θα λειτουργήσει ως κίνητρο για την ένταση του φαινομένου των ρευστοποιήσεων συμβολαίων ζωής. 

Οι σχετικές ρυθμίσεις, όπως επισημαίνουν εκπρόσωποι της αγοράς, έχουν ως αποτέλεσμα την ανατροπή της ασφαλιστικής τεχνικής δεδομένου ότι η ασφάλιση διέπεται από αυστηρούς τεχνικούς κανόνες αναλογιστικής φύσεως, μη αποδεχόμενους παρεμβάσεις με σκοπό την εξυπηρέτηση άλλων επιδιώξεων. Το θέμα του χρόνου εξαγοράς των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, που επιχειρεί να ρυθμίσει η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, ορίζεται άλλωστε από κανονιστική πράξη της εκάστοτε εποπτικής αρχής των ασφαλιστικών εταιριών με μαθηματικό τρόπο. Η Γ.Γ.Κ. παραβλέποντας την έλλειψη αρμοδιότητάς της παρεμβαίνει επιβάλλοντας δικό της τρόπο υπολογισμού της αξίας εξαγοράς κάνοντας χρήση όρων αδόκιμων για την ασφαλιστική τεχνική με συνέπεια η συντόμευση του χρόνου άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς να λειτουργήσει «ως κίνητρο για περαιτέρω ρευστοποιήσεις».

Σοβαρές αντιρρήσεις διατυπώνονται και για την ασφάλιση των ατόμων με αναπηρία που ρυθμίζεται στο νομοσχέδιο, με το επιχείρημα της ίσης μεταχείρισης όταν οι περιπτώσεις αυτές εκ των πραγμάτων δεν είναι όμοιες ούτε συγκρίσιμες. «Η διαφοροποιημένη μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων όπως είναι οι άνθρωποι χωρίς ή με αναπηρία δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ προοιμίου ως δυσμενής διακριτική μεταχείριση εις βάρος των ατόμων με αναπηρία, στο βαθμό που η ιδιωτική ασφάλιση, σε αντίθεση με την κοινωνική ασφάλιση βασίζεται στο μοντέλο εκτίμησης του κινδύνου με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και καθορίζει τους όρους κάλυψής του αναλόγως (underwriting)», επισημαίνουν χαρακτηριστικά.

Το θέμα της ασφάλισης ατόμων με αναπηρία, υπό το πρίσμα της εφαρμογής της ίσης μεταχείρισης των πολιτών ανεξαρτήτως θεμάτων υγείας και σωματικής ακεραιότητας εξετάζεται αυτήν την περίοδο σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης οδηγίας για την αποφυγή των διακρίσεων μεταξύ ευρωπαίων πολιτών για λόγους ηλικίας, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού, αναπηρίας κ.α. «Η σπουδή ρύθμισης σε εθνικό επίπεδο θέματος που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και μάλιστα κατά τρόπο διαφοροποιημένο από τον αναμενόμενο από την ευρωπαϊκή οδηγία δεν δικαιολογείται», σημειώνουν εκπρόσωποι της αγοράς που ζητούν «την απόσυρση» της σχετικής διάταξης.

Πλήρης αντίθεση διατυπώνεται και σε ότι αφορά τα θέμα των συμβατικών σχέσεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των διαμεσολαβούντων και συγκεκριμένα στην υποχρέωση των εταιρειών να καταβάλλουν προμήθειες και στην περίπτωση διακοπής της συνεργασίας μετά από οικειοθελή αποχώρηση του διαμεσολαβούντος προσώπου.

Η ισχύουσα για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση νομοθεσία παρεμβαίνει ορθώς για να διασφαλίσει για 3 χρόνια (και όχι για 10 όπως προτείνει η Γ.Γ.Κ.) την καταβολή των προμηθειών στο διαμεσολαβούν πρόσωπο του οποίου η συνεργασία διακόπτεται με πρωτοβουλία της ασφαλιστικής επιχείρησης, αλλά όχι στην περίπτωση που η σύμβαση λύθηκε με πρωτοβουλία του διαμεσολαβούντος προσώπου και ως εκτούτου ζητείται να αποκλεισθεί η εφαρμογή της ρύθμισης στην περίπτωση της οικειοθελούς αποχώρησης και να περιοριστεί ο χρόνος καταβολής των προμηθειών στα 3 χρόνια.

Εκτός της αρμοδιότητας της Γ.Γ.Κ. είναι σύμφωνα με στελέχη της αγοράς και οι διατάξεις που εφαρμόζουν στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις τις οργανωτικές απαιτήσεις των ΑΕΠΕΥ (των εταιριών επενδύσεων), στο βαθμό που τα θέματα της εσωτερικής διακυβέρνησης των ασφαλιστικών εταιριών ρυθμίζονται από ειδική υπό έκδοση Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ.
Ανάλογη παρέμβαση συνιστά και το θέμα της πιστοποίησης των διαμεσολαβητών στην περίπτωση προώθησης ασφαλίσεων συνδεδεμένων με επενδύσεις, στο βαθμό που το θέμα έχει επιλύσει ήδη η ΤτΕ με σχετική Πράξη του Διοικητή ΤτΕ (2647/7.11.2011).

Για το κρίσιμο θέμα της ρύθμισης που αφορούσε την εξασφάλιση διαφάνειας στη χρέωση των υπηρεσιών ιδιωτικής υγείας, στελέχη της αγοράς διατυπώνουν την απογοήτευσή τους για το γεγονός ότι οι ρυθμίσεις έχουν αποσυρθεί από το προτεινόμενο νομοσχέδιο και ζητούν την επαναφορά τους. Οι ρυθμίσεις αποσκοπούσαν στο να τεθεί υπό έλεγχο ο τομέας παροχής υπηρεσιών υγείας, τουλάχιστον στον τομέα των τιμών, κάτι που δεν διασφαλίζεται με το προωθούμενο σχέδιο νόμου ούτε εξασφαλίζεται με άλλο τρόπο η προαναφερθείσα προσπάθεια ελέγχου των υπηρεσιών ιδιωτικής υγείας.

Αδικαιολόγητη χαρακτηρίζεται επίσης η εμμονή της Γ.Γ.Κ. για την εκ μέρους των ασφαλιστικών επιχειρήσεων παρουσίαση προς τον πελάτη αριθμητικών παραδειγμάτων αναπροσαρμογής του ασφαλίστρου υγείας, θεωρώντας αυτονόητη τη δυνατότητα των εταιριών να προκαθορίσουν τη μελλοντική επίδραση των κριτηρίων αναπροσαρμογής.

Η διαμόρφωση του ασφαλίστρου ασθενείας εξαρτάται από πληθώρα παραγόντων και στοιχείων, τα οποία περιγράφονται μεν στην πλειοψηφία τους στα ασφαλιστήρια συμβόλαια, ωστόσο δεν μπορούν να προκαθορισθούν ούτε χρονικά (ως προς τη συχνότητα αναπροσαρμογής) ούτε και ποσοτικά. Η επίδραση του κάθε κριτηρίου αναπροσαρμογής προκύπτει απολογιστικά, λόγω ακριβώς του δυναμικά μεταλλασσόμενου περιβάλλοντος, στο οποίο λειτουργούν οι ασφαλίσεις ασθενείας, υποκείμενες σε πλήθος μεταβλητών και απρόβλεπτων ως της το μέγεθος και το είδος της παραμέτρων, της ιατρικές τεχνολογικές εξελίξεις, επιδημιολογικές τάσεις, εμφάνιση νέων ιών, ακραία γεγονότα (π.χ. έκρηξη πυρηνικού εργοστασίου. Η απουσία μεθοδολογίας ή επιστημονικής γνώσης που να επιτρέπει τη χρονική αλλά και ποσοτική οριοθέτηση των παραμέτρων αυτών, ιδίως σε συμβόλαια διάρκειας 20 ή 30 ετών ή πόσο μάλλον σε ισόβια συμβόλαια επιβεβαιώνεται διεθνώς και για το λόγο αυτό ζητείται η αναδιατύπωση της ρύθμισης, απαλείφοντας κάθε αναφορά σε παράθεση παραδειγμάτων και σε «διακεκριμένη» παρουσίαση της συχνότητας και των κριτηρίων αναπροσαρμογής των ασφαλίστρων υγείας.