ΑΑΔΕ: Τι αλλάζει στη διαδικασία διάκρισης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο

Νέα διαδικασία διάκρισης ληξιπροθέσμων οφειλών σε εισπράξιμες και ανεπίδεκτες είσπραξης καθορίζεται με την απόφαση της ΑΑΔΕ.

Mεταξύ άλλων στην απόφαση επισημαίνεται ότι ο χαρακτηρισμός των ληξιπροθέσμων οφειλών προς το Δημόσιο ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου, κατόπιν σχετικής εισήγησης. Και εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1.500.000 ευρώ, η ανωτέρω απόφαση κοινοποιείται άμεσα στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δημοσίων εσόδων. Η εισήγηση που υποβάλλεται στο αποφασίζον όργανο σύμφωνα με το άρθρο 8, πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη καταγραφή των στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη από τον εισηγητή για τη διατύπωση της εισήγησής του, .

Αναλυτικά στην απόφαση αναφέρονται τα εξής:

Κριτήρια και προϋποθέσεις για το χαρακτηρισμό οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης

1. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και οι συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά τα ακόλουθα:

α) έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης και από τις έρευνες αυτές δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκεινται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη κατά τα άρθρα 939 και επόμενα του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων κατά των ανωτέρω ευθυνόμενων προσώπων με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή από τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον έχει λάβει χώρα κήρυξη των ευθυνόμενων προσώπων σε πτώχευση, η οποία δεν έχει περατωθεί,

β) έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει, σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή δεν είναι δυνατή η υποβολή αυτής,

γ) έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών από τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.

2. Για εταιρείες που τελούν υπό κρατικό έλεγχο ή στις οποίες ασκείται κρατική εποπτεία και οι οποίες τελούν υπό εκκαθάριση ή πτώχευση απαιτείται η αναγγελία του Δημοσίου στις διαδικασίες αυτές και η συνδρομή των περ. (β) και (γ) της προηγούμενης παραγράφου.

3. Για οφειλές που αφορούν κοινότητες ομογενειακών οργανώσεων που έχουν στην κυριότητά τους ελληνικά σχολεία στην αλλοδαπή απαιτείται η συνδρομή της ως άνω περ. (γ).

Έκθεση Ελέγχου

Η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 1 της παρούσας απόφασης για τον χαρακτηρισμό οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης πιστοποιείται με ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου. Η έκθεση ελέγχου υποβάλλεται από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή, που υπηρετεί στην Υπηρεσία, ο Προϊστάμενος της οποίας εισηγείται για το χαρακτηρισμό της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, σύμφωνα με το άρθρο 8 της παρούσας, και επιλέγεται από τον ανωτέρω Προϊστάμενο. Για τη διαπίστωση της αντικειμενικής αδυναμίας είσπραξης του οφειλέτη με την έκθεση ελέγχου πιστοποιείται ότι:

α) λήφθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ασφαλιστικά, διοικητικά, δικαστικά και αναγκαστικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη,

β) διενεργήθηκε έρευνα για τον εντοπισμό κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας και λήφθηκε αντίγραφο της μερίδας του οφειλέτη τουλάχιστον από τα υποθηκοφυλακεία και τα κτηματολογικά γραφεία του τόπου κατοικίας, επαγγελματικής δραστηριότητας και του τόπου καταγωγής,

γ) διερευνήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν υπόκεινται σε διάρρηξη, λόγω καταδολίευσης, μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,

δ) ολοκληρώθηκε η έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών απαιτήσεων, όπως μισθωμάτων, μισθών, συντάξεων, απαιτήσεων στις τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο εξωτερικό και την απόληψη τόκων από το εξωτερικό και, στην περίπτωση πληροφοριών για πηγές αποπληρωμής της οφειλής στην αλλοδαπή, ότι υποβλήθηκε τουλάχιστον η αίτηση του άρθρου 298 του ν. 4072/2012 (άρθρο 5 της Οδηγίας 2010/24/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 16ης Μαρτίου 2010) ή και άλλη συναφής αίτηση, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα σε σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολογίας ή σε άλλη διακρατική σύμβαση, εφόσον στην Οδηγία ή στις συμβάσεις αυτές προβλέπεται η παροχή, από αλλοδαπή αρχή, αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής στην είσπραξη,

ε) διερευνήθηκε κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται στα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση και στο φυσικό φάκελο του οφειλέτη, όπως φορολογικές δηλώσεις, δηλώσεις μητρώου, ισολογισμοί και λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, έντυπα πληροφοριών για περιουσιακά στοιχεία. Ειδικά για τις οφειλές στα Τελωνεία ο οριζόμενος ελεγκτής θα απευθύνεται στην αρμόδια φορολογική υπηρεσία για τη λήψη των ανωτέρω απαιτούμενων στοιχείων,

στ) σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ή έχει επέλθει περάτωση αυτής, τα οποία διαπιστώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κοινοποίηση δικαστικής απόφασης και έλεγχος τελεσιδικίας αυτής, όταν απαιτείται από το νόμο, λήψη πιστοποιητικού από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο σχετικά με την πορεία της πτώχευσης ή έρευνα στη μερίδα του οφειλέτη που τηρείται στο ανωτέρω δικαστήριο,

ζ) όλες οι έρευνες, ενέργειες και μέτρα που προβλέπονται στις περ. (α) έως (στ) του παρόντος άρθρου έχουν ολοκληρωθεί ή ληφθεί και κατά των συνυπόχρεων προσώπων και δεν προέκυψε τόσο για αυτούς, όσο και για τον οφειλέτη, δυνατότητα αποπληρωμής του χρέους.

Διαδικασία διάκρισης ληξιπροθέσμων οφειλών σε επιδεκτικές ή ανεπίδεκτες είσπραξης

1. Ο χαρακτηρισμός των ληξιπροθέσμων οφειλών προς το Δημόσιο ως ανεπίδεκτων είσπραξης γίνεται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου, κατόπιν σχετικής εισήγησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8, με βάση την έκθεση ελέγχου του άρθρου 2.
Eφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω του 1.500.000 ευρώ, η ανωτέρω απόφαση κοινοποιείται άμεσα στην Υπηρεσία Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δημοσίων εσόδων.

2. Η εισήγηση που υποβάλλεται στο αποφασίζον όργανο σύμφωνα με το άρθρο 8, πρέπει να περιλαμβάνει πλήρη καταγραφή των στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη από τον εισηγητή για τη διατύπωση της εισήγησής του, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 1 και 2 της παρούσας.

Ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης

1. Ως «ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης» ορίζεται το βιβλίο όπου περιλαμβάνονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, καθώς και συμβεβαιωμένες οφειλές προς τρίτους, που έχουν βεβαιωθεί κατά τις κείμενες διατάξεις και χαρακτηρίζονται από το αρμόδιο όργανο ως ανεπίδεκτες είσπραξης. Το βιβλίο αυτό τηρείται, από το αρμόδιο για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής όργανο, σε ηλεκτρονική μορφή στα πληροφοριακά συστήματα της ΑΑΔΕ, με δυνατότητα ανάκτησης και εκτύπωσης των καταχωρισθέντων στοιχείων, και ενημερώνεται κατά περίπτωση από τον αρμόδιο υπάλληλο.

2. Στο «ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης» περιλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία:

α) Ο Α.Φ.Μ. και το ονοματεπώνυμο ή επωνυμία του υποχρέου και των συνυποχρέων με αυτόν προσώπων. Ειδικότερα, για την περίπτωση των συνυποχρέων, πρέπει επιπροσθέτως να περιλαμβάνεται ποσό ή ποσοστό συνυποχρέωσης επί μέρους ή του συνόλου της οφειλής,

β) τα στοιχεία βεβαίωσης της οφειλής,

γ) το συνολικό ποσό οφειλής που χαρακτηρίζεται ως ανεπίδεκτο είσπραξης ανά ΑΦΜ,

δ) ο αριθμός και η ημερομηνία της απόφασης του αρμοδίου οργάνου,

ε) ο αριθμός πρωτοκόλλου και η ημερομηνία της εισήγησης,

στ) ο αριθμός και η ημερομηνία καταχώρισης της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης.

3. Στις καταστάσεις ληξιπροθέσμων και στις λοιπές εκτυπώσεις, όπου απαιτείται, εμφανίζεται διακριτά το ποσό των ανεπίδεκτων προς είσπραξη οφειλών και ανά οφειλέτη.

Συνέπειες χαρακτηρισμού οφειλών ως ανεπίδεκτων είσπραξης

1. Από την ημερομηνία καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση, επέρχονται οι ακόλουθες έννομες συνέπειες:

α) αναστέλλεται αυτοδίκαια η παραγραφή της οφειλής,

β) δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα, αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία. Εφόσον πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου ή για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό, χορηγείται βεβαίωση οφειλής,

γ) δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα, άλλο, προβλεπόμενο από το νόμο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, εκτός αν πρόκειται για εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, το προϊόν των οποίων θα διατεθεί για τον ίδιο σκοπό. Τα αρμόδια για τη χορήγηση των ανωτέρω πιστοποιητικών όργανα πρέπει να εξετάζουν αν η οφειλή έχει καταχωρισθεί στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης,

δ) δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διαδικασίας των παρ. 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/2013.

2. Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα λήψης όλων των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις αναγκαστικών ή μη μέτρων και διενέργειας συμψηφισμού σε περίπτωση διαπίστωσης ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων και μετά την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης.

Διαδικασία δέσμευσης και λοιπά θέματα

1. Οι δεσμεύσεις της περ. (δ) του άρθρου 5 της παρούσας απόφασης αφορούν στο σύνολο (εκατό τοις εκατό και ανεξαρτήτως του χρόνου σύναψης της σύμβασης) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και παρακαταθηκών και του περιεχομένου των θυρίδων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων και μέχρι του ύψους των οφειλών προς το Δημόσιο και των συμβεβαιωμένων οφειλών προς τρίτους.

2. Για την εφαρμογή των δεσμεύσεων αυτών, ο αρμόδιος, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/ Τελωνείου ή ο Προϊστάμενος της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή άλλης υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης, ενημερώνει άμεσα με έγγραφη ενέργειά του, στην οποία αναφέρονται οι έννομες συνέπειες που επέρχονται λόγω του χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Ακαδημίας 40 Τ.Κ. 106 72 Αθήνα) και την Τράπεζα της Ελλάδος (Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος Τομέας Πρόληψης Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομη Δραστηριότητα Αμερικής 3 ΤΚ. 102 50 Αθήνα), προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουργούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα. Οι ανωτέρω υπηρεσίες και φορείς από της ενημερώσεώς τους ενεργούν αμέσως, χωρίς καμία άλλη διαδικασία ή διατύπωση, για την εφαρμογή των δεσμεύσεων με την υποχρέωση να ενημερώσουν εγγράφως την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής, άμεσα σε περίπτωση εντοπισμού περιουσιακών στοιχείων ή εντός τριμήνου σε κάθε άλλη περίπτωση. Η ως άνω έγγραφη ενέργεια, του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή άλλης υπηρεσίας, κοινοποιείται στον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.

3. Η δέσμευση αίρεται, με έγγραφη ενέργεια του αρμόδιου, κατά περίπτωση, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου/Τελωνείου ή του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης ή άλλης υπηρεσίας, με τον επαναχαρακτηρισμό της οφειλής ως εισπράξιμης ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο ακύρωση ή ανάκληση της απόφασης χαρακτηρισμού της οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης ή την εξόφληση των οφειλών ή για άλλο νόμιμο λόγο.

4. Η δέσμευση της περ. (δ) του άρθρου 5 της παρούσας απόφασης δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ακατασχέτων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Επαναχαρακτηρισμός ως εισπράξιμων των καταχωρισθεισών ως ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών 

1. Οφειλή που έχει καταχωρισθεί κατά το άρθρο 4 της παρούσας στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, διαγράφεται από το βιβλίο αυτό και επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της διαπιστωθεί ότι υπάρχει ή αποκτήθηκε από τον οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο περιουσιακό στοιχείο που καθιστά δυνατή τη μερική ή ολική εξόφληση της οφειλής.

2. Η διαδικασία για τον επαναχαρακτηρισμό ως εισπράξιμων των καταχωρισθεισών ως ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών γίνεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 3 της παρούσας.

Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων-Αρμόδια όργανα

1. Ο χαρακτηρισμός οφειλής ως ανεπίδεκτης είσπραξης και η καταχώρισή της στα ειδικά βιβλία του άρθρου 4 γίνεται:
α) με απόφαση του αρμόδιου για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου του Τμήματος που έχει την αρμοδιότητα του Δικαστικού, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική βεβαιωμένη ληξιπρόθεσμη οφειλή μικρότερη των 300.000 ευρώ,
β) με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του αρμόδιου για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής Προϊσταμένου φορολογικής ή τελωνειακής υπηρεσίας, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική βεβαιωμένη ληξιπρόθεσμη οφειλή από 300.000 ευρώ και έως 1.500.000 ευρώ και
γ) με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης, εφόσον πρόκειται για συνολική βασική βεβαιωμένη ληξιπρόθεσμη οφειλή μεγαλύτερη από 1.500.000 ευρώ.

2. Τα όργανα που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο είναι αρμόδια, με τις ίδιες διακρίσεις, και για τον επαναχαρακτηρισμό ανεπίδεκτης είσπραξης οφειλής ως εισπράξιμης

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*