του Παναγιώτη Αλεξάκη – Kαθηγητής Οικονομικής των Επιχειρήσεων και Αγορών, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, ΕΚΠΑ
Ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης μπορεί να καταστεί ένας ισχυρός μοχλός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, καθώς, έως σήμερα, σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (32 κράτη-μέλη), δεν έχει αναπτυχθεί στον επιθυμητό βαθμό και εξακολουθεί να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα.
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι ενώ προ της κρίσης, έως το 2010, οι ετήσιοι ρυθμοί ανόδου των ασφαλίστρων σε ασφαλιστικές εταιρίες ήταν υπερδιπλάσιοι του ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ, έκτοτε επικράτησαν αρνητικοί ρυθμοί ανάπτυξής τους, αντιστρέφοντας μια δυναμική πορεία ανόδου.
Ως αποτέλεσμα, η παραγωγή ασφαλίστρων στη χώρα έχει καθηλωθεί γύρω στο 2% του ΑΕΠ, όταν στην ΕΕ-32 το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 7%, η δε συμμετοχή των επενδύσεων των ασφαλιστικών εταιριών, στις οποίες προβαίνουν αξιοποιώντας τα αποθεματικά τους, παρά τη διαχρονική αύξησή της, δεν ξεπερνά το 7% του ΑΕΠ έναντι του 60% στην ΕΕ-32.
Οι διαφορές αυτές δείχνουν το έδαφος που πρέπει να καλυφθεί στο μέλλον αλλά και τις δυνητικές ευοίωνες προοπτικές του κλάδου, ικανές να οδηγήσουν τις εγχώριες ασφαλιστικές εταιρίες σε μια αύξηση των επενδυτικών τους τοποθετήσεων από το τρέχον επίπεδο των 12 δισ. ευρώ περίπου σε ένα σημαντικά πολλαπλάσιο επίπεδο, προσεγγίζοντας αυτό των 100 δισ. ευρώ.
Μπορεί να γίνει αντιληπτή η επίδραση του κλάδου στην οικονομία, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τη δήλωση του ΣΕΒ ότι στη χώρα, σήμερα, παρατηρείται επενδυτικό κενό αυτού του ύψους, το οποίο πρέπει να καλυφθεί κατά την επόμενη επταετία.
Η οικονομική ανάπτυξη της χώρας δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς επαρκείς επενδύσεις, οι οποίες διατηρούν και επαυξάνουν την εθνική παραγωγή, αλλά και χωρίς την ικανή συνθήκη της αποταμίευσης, η οποία, δυστυχώς, κατά τα τελευταία χρόνια έφθασε να κινείται σε αρνητικά επίπεδα.
Κι εδώ ακριβώς έρχεται η συμβολή του κλάδου της ιδιωτικής ασφάλισης, ο οποίος λειτουργεί πλέον με κοινούς ευρωπαϊκούς κανόνες αυξημένης φερεγγυότητας: από τη μια πλευρά παρέχει σε κάθε ασφαλισμένο χειροπιαστά οφέλη και μπορεί να εξασφαλίσει ικανοποιητικό επίπεδο ζωής στους αυριανούς συνταξιούχους, ενώ από την άλλη συγκεντρώνει διαθέσιμα χρηματικά κεφάλαια προς επένδυση στην εθνική οικονομία, οδηγώντας σε ανάπτυξη και σε θέσεις εργασίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, ουσιαστική καθίσταται η επαύξηση της συνεισφοράς των ασφαλιστικών εταιριών στο συνταξιοδοτικό μέσω του δεύτερου πυλώνα, ώστε να αναπτυχθεί ο κλάδος περαιτέρω και να τοποθετεί τα αποθεματικά του σε επενδύσεις εντός της χώρας. Το ερώτημα είναι τι ενδείκνυται να γίνει.
Η επάνοδος σε οικονομική σταθερότητα και η μείωση του κινδύνου χώρας συνιστούν πρωταρχικούς παράγοντες προς αυτήν την κατεύθυνση. Περαιτέρω, τα αποταμιευτικά προγράμματα (συνταξιοδοτικά και άλλα), που λειτουργούν με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα, διαμορφώνουν για κάθε ασφαλισμένο ξεχωριστά τις επενδυτικές του αποδόσεις.
Αυτά τα προγράμματα αυξάνονται ραγδαία διεθνώς, καθώς η ιδιωτική ασφαλιστική αποταμιευτική λύση είναι καίρια και σημαντική για την αντιμετώπιση του αυριανού συνταξιοδοτικού προβλήματος, παρέχοντας όλα τα οφέλη που έχει ένα αποταμιευτικό ασφαλιστήριο ταυτόχρονα με ένα «μαξιλάρι»
ασφαλείας για το μακρινό μέλλον.
Τέλος, αυτής της μορφής η αποταμίευση αλληλοσυμπληρώνει άλλες μορφές αποταμιεύσεων (όπως τις τραπεζικές), που συνδέονται με διαφορετικούς στόχους και ανάγκες.
*αναδημοσίευση από το νέο έντυπο ViSION της Ευρωπαϊκής Πίστης Α.Ε.Γ.Α. σε επιμέλεια της Ethos Media
Δείτε το έντυπο εδώ: ViSION