Τα αλλεπάλληλα «σοκ», το ένα πίσω από το άλλο, ήταν μια μεγάλη δοκιμασία για όλο τον κόσμο και περισσότερο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία. Γιατί, μετά από δέκα και πλέον χρόνια κρίσης, συνέβησαν, διαδοχικά, η πανδημία, η διάρρηξη της εφοδιαστικής αλυσίδας, ο πόλεμος και ο πληθωρισμός.
Η ανάγκη να μπει ένα φρένο στην πλεονάζουσα ρευστότητα έφερε, με τη σειρά της, το «σοκ» της ταχύτατης και μεγάλης ανόδου των επιτοκίων. Έτσι αυξήθηκε και το χρηματοοικονομικό κόστος, που πλήττει όσους έχουν δάνεια και τις επιχειρήσεις σε κάθε κλάδο.
Σε αυτό το κλίμα, οι πρωτοφανείς αναπτυξιακοί ρυθμοί που είδαμε το 2021 –και επίσης και το 2022, αν εκτιμήσουμε ότι το ΑΕΠ θα μετρηθεί, παρά τα εμπόδια, πάνω από 5,5%, που προβλέπει η ΕΕ– φαίνεται πως τώρα υποχωρούν, αλλά το σημαντικό είναι ότι ακόμα έχουμε ανάπτυξη.
Με τα «σοκ» βλέπουμε μία ακόμη ανατροπή και μια μεγάλη ευκαιρία να κρατηθούμε σε αναπτυξιακή τροχιά. Με τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ, τις βοήθειες του αναπτυξιακού νόμου και τα χρήματα των ξένων επενδυτών στις αγορές και την πραγματική οικονομία, η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα να παραμένει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Αυτήν την έννοια έχει η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, η οποία έμεινε πολύ καιρό στη σκιά, για να χαθεί τώρα αυτή η ευκαιρία. Η αναβάθμιση είναι κοντά, οι τιμές της ενέργειας, τουλάχιστον για την ώρα, είναι ανεκτές, τα αυξημένα επιτόκια ανακόπτουν τον πληθωρισμό.
Βλέπουμε μια θετική ανατροπή, με την Ευρώπη και τη χώρα μας να κερδίζουν τον ενεργειακό πόλεμο του χειμώνα. Κεφάλαια εισρέουν. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε το κλίμα για να δημιουργήσουμε τώρα δυναμική, γιατί δεν ξέρουμε ποια θα είναι η συνέχεια.
Aπό το περιοδικό Insurance World