Η σύνταξη μοιάζει μακρινή υπόθεση για τους περισσότερους νέους σήμερα. Είναι ένα θέμα που θεωρούν… «για το μέλλον», σχεδόν άπιαστο και —κυρίως— εκτός των δικών τους δυνατοτήτων. Όμως, αυτή η αδιαφορία κρύβει μια μεγάλη παγίδα, όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία.
Στην Ευρώπη, χώρες όπως η Ολλανδία, η Σουηδία και η Γερμανία έχουν ήδη χτίσει κουλτούρα αποταμίευσης από νεαρή ηλικία, ενσωματώνοντας τους νέους στα συνταξιοδοτικά συστήματα με έξυπνα εργαλεία και εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες. Τα αποτελέσματα είναι ορατά: περισσότεροι νέοι συμμετέχουν ενεργά σε προϊόντα ιδιωτικής πρόνοιας, μειώνοντας την πίεση στα δημόσια συστήματα.
Στην Ελλάδα, όμως, η εικόνα είναι διαφορετική. Η οικονομική κρίση, οι συχνές αλλαγές στα ασφαλιστικά συστήματα και η γενικότερη αβεβαιότητα έχουν κάνει τη σύνταξη να μοιάζει σαν ένα «μακρινό όνειρο». Οι νέοι δεν ενημερώνονται επαρκώς, δεν νιώθουν ότι έχουν τον έλεγχο και, συχνά, δεν ξεκινούν την αποταμίευση εγκαίρως. Αυτό έχει σοβαρές συνέπειες. Το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα βρίσκεται ήδη σε μια κατάσταση πίεσης, λόγω γήρανσης του πληθυσμού και μειωμένης συμμετοχής στο ενεργό εργατικό δυναμικό. Αν οι νέες γενιές δεν εμπλακούν ενεργά, το βάρος αυτό θα αυξηθεί, και το σύστημα θα γίνει όλο και πιο δύσκολα βιώσιμο.
Η ασφαλιστική αγορά έχει εδώ μια σημαντική ευκαιρία — και ευθύνη. Μέσα από καινοτόμα προϊόντα που απευθύνονται στα νέα ηλικιακά στρώματα, αλλά και μέσα από εκστρατείες ενημέρωσης και συνεργασίες με σχολεία και πανεπιστήμια, μπορεί να χτίσει γέφυρες εμπιστοσύνης και να κινητοποιήσει τη νέα γενιά.
Το ζητούμενο είναι να γίνει κατανοητό πως η σύνταξη δεν είναι απλά ένα μακρινό ποσό που θα πάρουμε στα γεράματά μας, αλλά μια «υπόθεση ζωής». Μια επένδυση που ξεκινά σήμερα, με μικρά βήματα, ώστε να εξασφαλίσουμε όχι μόνο οικονομική ασφάλεια αλλά και ποιότητα ζωής όταν σταματήσουμε να εργαζόμαστε.
Η ελληνική κοινωνία, λοιπόν, καλείται να αλλάξει νοοτροπία. Και όλοι οι φορείς —κράτος, ασφαλιστικές εταιρείες, εκπαιδευτικοί— πρέπει να συνεργαστούν για να πετύχουν αυτόν τον στόχο. Γιατί η συμμετοχή των νέων στην πρόνοια δεν είναι απλά θέμα ατομικής ευθύνης. Είναι θέμα κοινωνικής συνοχής και βιωσιμότητας για το αύριο.