Σε περίπτωση τραυματισμού προσώπου εργαζόμενου βάσει σχέσης εξαρτημένης εργασίας, η οποία καταλαμβάνεται από την υποχρεωτική ασφάλιση του ΙΚΑ, υπέρ του οποίου καταβάλλονται οι προβλεπόμενες εκάστοτε από το νόμο εργοδοτικές και εργατικές εισφορές, ο παθών δικαιούται να απαιτήσει από τον υπόχρεο σε αποζημίωση τα διαφυγόντα εισοδήματα για τη διάρκεια της ανικανότητας προς εργασία, συμπεριλαμβανομένων των εργατικών και εργοδοτικών εισφορών.
Οι εισφορές αυτές δεν καταβάλλονται γιατί δεν παρέχεται εργασία, προς την οποία αναγκαίως συνδέονται. Όμως οι εισφορές αυτές αποτελούν στην ουσία όφελος του ίδιου του εργαζομένου, ο οποίος δεν θα μπορέσει να απολαύσει τα εξ αυτών ωφελήματα αφού δεν μπορεί να εργασθεί συνεπεία της ανικανότητάς του από τον τραυματισμό.
Αναιρείται κατ΄άρθρ. 559 αρ.1 ΚΠολΔ Εφετειακή απόφαση για παράβαση των διατάξεων των άρθρων 297 και 929 ΑΚ, γιατί με βάση τις παραδοχές του θα έπρεπε, προκειμένου να καθορίσει το ποσό της ζημίας του ενάγοντος, να συμπεριλάβει (συνυπολογίσει) στο ποσό των 15.880 ευρώ των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών και την από 1/6 προσαύξηση αυτών, που αντιστοιχεί στα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και στο επίδομα άδειας και η οποία προσαύξηση ανερχόμενη στο ποσό των 2.646,67 ευρώ (15.880 χ 1/6), αναβιβάζει την εκ του λόγου τούτου ζημία του ενάγοντος στο ποσό των 18.526,67 ευρώ (15.880 + 2.646,67) και όχι όπως δέχθηκε στο ποσό των 15.880 ευρώ.
Διακράτηση από τον Άρειο Πάγο της υπόθεσης και εκδίκαση της κατ΄ουσίαν εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρ. 580 παρ. 3 και 4 ΚΠολΔ
Οσάκις μετά την αναίρεση της απόφασης δεν υπάρχει δικονομικώς έδαφος για “περαιτέρω εκδίκαση” της υποθέσεως γιατί δεν έχει ανάγκη από άλλες διευκρινήσεις, αλλά υπολείπεται μόνο η διατύπωση του διατακτικού της αποφάσεως, με βάση το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης αποφάσεως και την έκταση της αναιρέσεως αυτής, η παραπομπή, κατά την διάταξη 580 παρ. 3 και 4 ΚΠολΔ, σε ισόβαθμο δικαστήριο ουσίας δεν αποτελεί υποχρεωτικό στάδιο δίκης, αλλά μπορεί η τελειωτική επί της υποθέσεως απόφαση να εκδοθεί και από τον Άρειο Πάγο.
Στην προκείμενη περίπτωση, εφόσον ο Αρειος Πάγος κρίνει δεσμευτικά για το δικαστήριο της παραπομπής ότι πρέπει, προκειμένου να καθορισθεί το ποσό της ζημίας του ενάγοντος, να συνυπολογισθεί στο απωλεσθέν ποσό των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών και η από 1/6 προσαύξηση αυτών, που αντιστοιχεί στα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και στο επίδομα άδειας, δεν υπάρχει δικονομικό έδαφος για περαιτέρω εκδίκαση της υποθέσεως, αφού πρόκειται περί μαθηματικού υπολογισμού, αλλά υπολείπεται μόνον η κατά το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής διατύπωση του διατακτικού της εκδοθησομένης αποφάσεως, με βάση την έκταση της αναίρεσης. Γι’ αυτό παρέλκει η παραπομπή και για λόγους οικονομίας της δίκης επιβάλλεται να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο, να γίνει δεκτή η έφεση κατά παραδοχή του σχετικού λόγου, που αναφέρεται στο ανωτέρω απωλεσθέν από τον αναιρεσείοντα ποσό των εργατικών και εργοδοτικών εισφορών, να εξαφανιστεί η απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, κατά το ως άνω μέρος και να γίνει δεκτό το ανωτέρω αγωγικό αίτημα.
Διαβάστε περισσότερα στο esd.gr