Προβληματική θα αποδειχθεί στην πράξη η εφαρμογή του νοσοκομειακού claw back, προειδοποιούν οι Φαρμακευτικές Επιχειρήσεις, που καλούν την πολιτεία σε συνεργασία για την εξεύρεση λύσεων.
Το πρώτο και βασικό εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί είναι να αποκατασταθούν οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ του κλάδου και της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας, που έως τώρα εμφανίζεται απρόθυμη να συζητήσει τα ζητήματα του φαρμάκου με τον ιδιωτικό τομέα.
Όπως αναφέρθηκε σε ενημερωτική συνάντηση στο Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο το μέτρο των αυτόματων επιστροφών στη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, που διεκδικεί παγκόσμια πρωτοτυπία, έχει «λογικά αδιέξοδα και αντικίνητρα» (εδώ).
Βασικά, δεν επαρκούν τα χρήματα. Η δαπάνη που προβλέπεται για το 2016 είναι κατά 130 εκατ. ευρώ χαμηλότερη από τη δαπάνη για το 2015. Συγκεκριμένα, για το επόμενο έτος έχουν προϋπολογισθεί 570 εκατ. ευρώ όταν φέτος το ποσό υπολογίζεται ότι ξεπέρασε τα 700 εκατ. ευρώ.
Εκτιμάται ότι, αν δεν ληφθούν μέτρα επαρκούς διαχείρισης του μέτρου, θα χαθούν 450 εκατ ευρώ απ τη συνολική φαρμακευτική δαπάνη, τα επόμενα 3 χρόνια.
Ήδη, η φαρμακευτική βιομηχανία αναμένεται να πληρώσει 707 εκατ. ευρώ, σε claw back και rebate για την εξωνοσοκομειακή δαπάνη το 2015. Αν τα δεδομένα μείνουν σταθερά και το 2016, με την προσθήκη του claw back για το νοσοκομειακό φάρμακο, οι φαρμακευτικές εταιρίες θα κληθούν να καταβάλουν 900 εκατ. με 1 δισ. ευρώ, όταν η συμβολή του κράτους στη δαπάνη είναι περί τα 2,515 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, πολλά ζητήματα τα περικλείει «πέπλο μυστηρίου», που αναμένεται να αρθεί μόνο με την εφαρμοστική Υπουργική Απόφαση του μέτρου, που θα πρέπει να εκδοθεί τις επόμενες ημέρες.
Αφενός, δεν έχει διευκρινιστεί αν το claw back θα υπολογίζεται βάσει των παραγγελιών, βάσει των εκτελεσθέντων ή βάσει των πληρωμών, την ώρα που οι πληρωμές καθυστερούν σημαντικά.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις εταιρίες έχουν αγγίξει το 1,320 δισ. ευρώ, ενώ είναι ενδεκτικό ότι για το 2015 έχει πληρωθεί μόλις το 7% των παραγγελιών.
Αφετέρου, άγνωστο είναι πως θα επιμερίζεται η δαπάνη, όταν οι παραγγελίες είναι απόφαση του νοσοκομειακού φαρμακοποιού για κάθε ένα από τα 150 ΝΠΔΔ. Επιπλέον εμπόδιο αποτελεί και η απουσία κεντρικού ελέγχου των νοσοκομείων, real time, δεδομένης της έλλειψης λογιστικής και λειτουργικής διασύνδεσης τους.
«Όλοι θα έχουν κίνητρο να παραγγέλνουν υψηλά γιατί θα μεταβιβάζουν το κόστος στα άλλα νοσοκομεία και όλοι μαζί προς τη φαρμακευτική βιομηχανία», αναφέρουν οι εκπρόσωποι των εταιριών.
Τίθενται, βέβαια, και νομικά ζητήματα, αφού για κάθε παραγγελία φαρμάκων απαιτείται προέγκριση δαπάνης, άρα πως μπορεί να ζητηθεί claw back για προεγκριθείσα δαπάνη;
Τα παραπάνω αφήνουν λίγες αμφιβολίες για την αποτυχία στην πράξη του μέτρου, από τους πρώτους κιόλας μήνες εφαρμογής του, στην αρχή του 2016.
Θύματα, σε κάθε περίπτωση, θα είναι οι ίδιοι οι ασθενείς, των οποίων η πρόσβαση στο φάρμακο θα καταστεί «οδύσσεια». Ο κίνδυνος ελλείψεων και υποκατάστασης θεραπειών, με αύξηση των εισαγωγών στα νοσοκομεία από τις επιπλοκές είναι ορατός.
«Οι εταιρίες θα συνεχίσουν να δίνουν φάρμακα όσο μπορούν», αναφέρουν στελέχη της αγοράς, σημειώνοντας, όμως, πως μπορεί να αποφευχθεί ο στραγγαλισμός των επιχειρήσεων, που θα καταστήσει επισφαλή τη λειτουργία τους στη χώρα μας, θέσεις εργασίας και κυρίως τη διάθεση των φαρμάκων για τους ασθενείς.
Τα προβλήματα κινδυνεύουν να χτυπήσουν κόκκινο, αν η ροή των φαρμάκων παρεμποδιστεί, με δεδομένη την ραγδαία αύξηση των εισαγωγών στα δημόσια νοσοκομεία, λόγω της κρίσης (600 χιλιάδες περισσότεροι ασθενείς προσήλθαν στο ΕΣΥ το 2013, συγκριτικά με το 2009).
Η πρόταση
Μέσα σε αυτό το κλίμα οι Φαρμακευτικές Επιχειρήσεις ζητούν τη διενέργειαουσιαστικού διαλόγου με το Υπουργείο Υγείας και προτείνουν συγκεκριμένη λύση, που ίσως καταστήσει το μέτρο λειτουργικό.
Έτσι, προτείνουν, κατ’ αναλογία με την εξωνοσοκομειακή δαπάνη, να διατηρηθεί η νοσοκομειακή δαπάνη σταθερή για τα επόμενα 3 χρόνια, αλλά σε ένα υψηλότερο επίπεδο. Συγκεκριμένα, προτείνουν να διαμορφωθεί στα 750 εκατ. ευρώ ετησίως, για την επόμενη τριετία, ποσό που θα επιτρέψει την καλύτερη διαχείριση της δαπάνης και δεν αποτρέψει την είσοδο νέων καινοτόμων φαρμάκων στην ελληνική αγορά.
Ωστόσο, ο κλάδος ετοιμάζεται να οχυρωθεί νομικά, με το ΣΦΕΕ να εξετάζει την προσφυγή του στην ελληνική και ευρωπαϊκή δικαιοσύνη.
ΠΗΓΗ: virus.com.gr