Στη δίνη της οικονομικής κρίσης τα αμοιβαία κεφάλαια

Νέες επενδυτικές τάσεις «έφερε» η κρίση χρέους της χώρας στην αγορά των αμοιβαίων κεφαλαίων, με τους επενδυτές να αλλάζουν άρδην τις επιλογές τους, άλλοι προσπαθώντας να αποφύγουν το ρίσκο τού να κρατήσουν τα κεφάλαιά τους στην εγχώρια αγορά και άλλοι επιδιώκοντας το μηδενισμό του επενδυτικού ρίσκου, με τοποθετήσεις εκτός αγοράς αμοιβαίων, σε τίτλους εγγυημένης απόδοσης. 

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί ένα μεγάλο μέρος του ενεργητικού των αμοιβαίων κεφαλαίων, καθότι πολλά εξ αυτών – κυρίως οι τίτλοι εσωτερικού – «έδιωξαν» τους επενδυτές λόγω αρνητικών υπεραξιών. Ταυτόχρονα ενισχύθηκαν άλλες κατηγορίες επενδυτικών προϊόντων, περισσότερο συντηρητικές. 

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι διαθέσεις των επενδυτών είχαν και έχουν να κάνουν με την ωριμότητά τους. Η ψυχραιμία που μπορούν να επιδείξουν σε περιόδους κρίσης, σε διαστήματα αρνητικών υπεραξιών, όπως και η ενημέρωση την οποία ενδεχομένως να έχουν για τις εξελίξεις στην ελληνική, αλλά και τις ξένες αγορές, σαφώς και επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις επενδυτικές επιλογές τους.

Βέβαια, στη φάση αυτή των χρηματαγορών, που η οικονομία μας πλήττεται από την ύφεση και την ανεργία, οι επενδυτές μοιραία στρέφονται προς προϊόντα τα οποία προφέρουν εγγυημένες αποδόσεις, παραβλέποντας έτσι τα όποια πλεονεκτήματα των αμοιβαίων κεφαλαίων. 

Αισθάνονται αβεβαιότητα όχι μόνο για το αύριο, αλλά ακόμη και για το σήμερα και το τελευταίο που θα ήθελαν είναι να αναλάβουν και επενδυτικό ρίσκο. 

Είναι γεγονός ότι τα αμοιβαία κεφάλαια προσφέρουν προσδοκίες για αποδόσεις στο μεσο-μακροπρόθεσμο μέλλον και αυτή τη στιγμή οι αποδόσεις αυτές φαίνεται πως δε βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος, τουλάχιστον για το μέσο επενδυτή.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, υπάρχει ένα συγκεκριμένο τμήμα του κοινού το οποίο φοβάται τις εξελίξεις, έχει τρομοκρατηθεί από τα όσα ακραία λέγονται ή ακούγονται – έστω και ως φήμες – και που περιμένει ότι η χώρα θα πέσει έξω, θα πτωχεύσει, οπότε αναζητά ασφαλή «καταφύγια» για τις επενδύσεις του στο εξωτερικό. 

Πρόκειται για τη μερίδα αυτή των επενδυτών που αποστρέφονται τις τράπεζες και τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου και επιδιώκουν είτε να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε αμοιβαία, τα οποία να προσφέρονται στο εξωτερικό από οίκους που τα διαθέτουν στην Ελλάδα, είτε να μεταφέρουν τις καταθέσεις τους σε ξένες τράπεζες. 

Άρα μια πρώτη προσέγγιση στο προφίλ των επενδυτών είναι η κατηγοριοποίησή τους σε δύο βασικές «ομάδες»: Στην πρώτη οι επενδυτές έχουν στραφεί μαζικά προς τους τίτλους εξασφαλισμένης απόδοσης – στα κλασικά συνταξιοδοτικά προγράμματα των ασφαλιστικών εταιρειών – και στη δεύτερη όπου τα μέλη της «ομάδας» επιδιώκουν να διασφαλιστούν έναντι του κινδύνου της κρίσης χρέους και του ενδεχομένου η Ελλάδα να μην καταφέρει να εξέλθει της ύφεσης αλώβητη, οπότε επιλέγουν να τοποθετηθούν στα ξένα αμοιβαία. 

Στην πρώτη «ομάδα» περιλαμβάνονται και όσοι προτιμούν τις προθεσμιακές καταθέσεις, που βέβαια αυτή την περίοδο προσφέρουν γενναία επιτόκια, ενώ στον αντίποδα βρίσκονται τα unit linked ασφαλιστικά προϊόντα, τα οποία, λόγω της αρνητικής οικονομικής συγκυρίας και των απωλειών που καταγράφουν οι χρηματαγορές, τείνουν να εξαφανιστούν από το προσκήνιο, με τις εξαγορές να έχουν πάρει την ανιούσα τα τελευταία δύο χρόνια.

Σε ό,τι αφορά τώρα όσους στρέφονται προς τα αμοιβαία εξωτερικού, σίγουρα δεν ανήκουν στη μέση κατηγορία επενδυτών και δεν αποτελούν την πλειοψηφία αυτών. Πρόκειται για κεφαλαιούχους οι οποίοι είναι γνώστες των γενικότερων πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, που μπορούν να αξιολογήσουν μια σειρά από πολύ συγκεκριμένα δεδομένα και βάσει αυτών να αποφασίσουν το πού θα τοποθετήσουν τα διαθέσιμά τους. 

Η συγκεκριμένη «ομάδα» επενδυτών είναι σαφές ότι επιλέγει κατά βάσει ξένους επενδυτικούς τίτλους ή επενδυτικούς τίτλους οι οποίοι έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό, θέλοντας έτσι να αποστασιοποιηθεί από την κρίση χρέους της χώρας, αλλά και να διεκδικήσει ευκαιρίες για θετικές αποδόσεις. 

Η στροφή των επενδυτών προς τα αμοιβαία εξωτερικού, ως τάση, καταγράφεται εδώ και τρία με τέσσερα χρόνια, όμως τους τελευταίους μήνες η τάση αυτή έχει σαφώς ενταθεί λόγω και των τελευταίων εξελίξεων, που θέλουν την Ελλάδα να μην έχει ακόμη βρει το βηματισμό της για την απεμπλοκή της από τα δυσθεώρητα χρέη και τα δυσβάστακτα ελλείμματα.
Η τάση αυτή προκύπτει εξάλλου και από το γεγονός ότι τα αμοιβαία υπό διαχείριση κεφάλαια σε ελληνικούς τίτλους φθίνουν συνεχώς και σε ενεργητικό και θα συνεχίσουν προς αυτή την κατεύθυνση όσο η ελληνική οικονομία βρίσκεται στη δίνη της κρίσης χρέους. 

Η συγκέντρωση έτσι της «πίτας» των αμοιβαίων κεφαλαίων κυρίως στους τίτλους του εξωτερικού, όπως ήταν αναμενόμενο, ενέτεινε τον ανταγωνισμό μεταξύ των εταιρειών διαχείρισης, δηλαδή των ΑΕΔΑΚ, των θυγατρικών των ασφαλιστικών, αλλά και των τραπεζών.

Ένα, λοιπόν, από τα βασικότερα ερωτήματα που ανακύπτει είναι: πώς ένας επενδυτής επιλέγει μεταξύ ενός αμοιβαίου κεφαλαίου ασφαλιστικής εταιρείας και ενός τίτλου τον οποίο διαχειρίζεται τράπεζα; 

Στο θέμα αυτό οι ασφαλιστές παρουσιάζονται «κάθετοι» υπέρ της αγοράς τους, θεωρώντας ότι η διαδικασία πώλησης ενός αμοιβαίου κεφαλαίου από τους ίδιους είναι πολύ πιο καλά μελετημένη και οργανωμένη έναντι των τραπεζών. Αναφέρουν ειδικότερα ότι η εκπαίδευση των συνεργατών των ασφαλιστικών εταιρειών είναι πολύ υψηλού επιπέδου. 

Όπως επισημαίνουν, η πώληση δε γίνεται από τον γκισέ ενός υποκαταστήματος, αλλά στο χώρο του επενδυτή και αφού πρώτα ο συνεργάτης της ασφαλιστικής αναλύσει τις ανάγκες και τις προθέσεις του πελάτη του. Με τον τρόπο αυτό λειτουργεί ως ένας χρηματοοικονομικός σύμβουλος, διαμορφώνοντας μια πραγματικά «δεμένη», μια διαπροσωπική σχέση συνεργασίας με τον επενδυτή, μια σχέση η οποία, πέραν των άλλων, διέπεται και από άλλα ασφαλιστικά προϊόντα, άρα αποκτά και το στοιχείο της εμπιστοσύνης. 

Μιλώντας ειδικότερα για τα πολυεθνικά σχήματα, έχουν και την τεχνογνωσία που τους παρέχουν οι μηχανισμοί τους – κατά βάση οι μητρικές εταιρείες – που αποτελούν ορισμένους από τους μεγαλύτερους διαχειριστές αμοιβαίων τίτλων παγκοσμίως.
Υψηλόβαθμοι παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς τονίζουν επίσης ότι κύριο μέλημα των επενδυτών είναι σήμερα να απευθυνθούν σε αξιόπιστους, φερέγγυους οργανισμούς, τους οποίους να μπορούν να εμπιστευθούν για τη διαχείριση των κεφαλαίων τους. Και στον τομέα αυτόν, το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα το έχουν οι πολυεθνικοί όμιλοι, όπως βέβαια και οι τράπεζες. 

«Μετά τα όσα συνέβησαν με τη Lehman Brothers και τα όσα επακολούθησαν σε διεθνές επίπεδο, οι επενδυτές δεν αναζητούν πληροφόρηση μόνο για το κόστος διαχείρισης των κεφαλαίων τους ή τις μελλοντικές αποδόσεις, αλλά και για το ποιος παρέχει την υπηρεσία. Στοιχείο του ανταγωνισμού είναι πλέον και η εγγύηση του διαχειριστή», αναφέρει γνωστός παράγοντας της ασφαλιστικής αγοράς, με τον οποίο μίλησε το iw, ο οποίος δεν δίστασε να θέσει, αμέσως μετά, το εξής ερώτημα: «αν το κράτος δεν μπορεί να εγγυηθεί τα δικά του ομόλογα, πώς μπορεί να εγγυηθεί τη λειτουργία μιας τράπεζας ή μιας ασφαλιστικής εταιρείας»;
Πάντως, το ίδιο στέλεχος υπογράμμισε, με ιδιαίτερη έμφαση, ότι τα επενδυμένα κεφάλαια σε τίτλους αμοιβαίων δεν επηρεάζονται από την οικονομική θέση της διαχειρίστριας εταιρείας. Ακόμη κι αν αυτή καταρρεύσει, τα κεφάλαια παραμένουν προστατευμένα, καθότι η περιουσία της εταιρείας δε σχετίζεται με τις επενδύσεις των μεριδιούχων. 

Αυτό σημαίνει ότι ο μεριδιούχος μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει τη ρευστοποίηση των μεριδίων του, καθότι παραμένουν σε ξεχωριστό «κουμπαρά» σε σχέση με την τράπεζα, την ασφαλιστική ή την ΑΕΔΑΚ που μπορεί να βρέθηκε σε οικονομικό αδιέξοδο.
Η ίδια εξασφάλιση ισχύει ακόμη κι αν η ελληνική οικονομία πέσει έξω. Ο μεριδιούχος θα εξακολουθήσει να έχει τα δικαιώματά του. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι οι αποδόσεις του θα είναι ίδιες. Αν, για παράδειγμα, τα κεφάλαιά του είναι τοποθετημένα σε τίτλους εσωτερικού, οι απώλειές του θα είναι τεράστιες εφόσον η ελληνική οικονομία πτωχεύσει, αν όμως είναι επενδυμένα σε αμοιβαία εξωτερικού, οι απώλειές του μπορεί να είναι ακόμη και μηδενικές, χωρίς να αποκλείονται και θετικές αποδόσεις. 

Γι’ αυτό, εξάλλου, κανείς δεν μπορεί να κάνει ασφαλείς προβλέψεις για τις μελλοντικές αποδόσεις των αμοιβαίων κεφαλαίων, ιδιαίτερα στην παρούσα φάση που οι καταστάσεις είναι ρευστές λόγω της κρίσης χρέους, από την οποία διέπεται το οικονομικό οικοδόμημα της Ευρώπης. 

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ένας επενδυτής αμοιβαίων κεφαλαίων θα πρέπει να αντιμετωπίζει τις αποδόσεις του σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε οι αγορές να κάνουν τους κύκλους τους και οι ίδιοι να απολαμβάνουν τα οφέλη μιας σωστής διαχείρισης, στο βαθμό πάντα που οι επιλογές τους ταιριάζουν με το προφίλ τους, εφόσον δηλαδή δεν είναι περισσότερο επιθετικές από ό,τι οι ίδιοι αντέχουν. 

«Δεν πρέπει να υπάρχει φόβους με τις αποδόσεις των αμοιβαίων κεφαλαίων. Αποτελούν καταπληκτικά επενδυτικά εργαλεία, που βέβαια θα πρέπει κανείς να γνωρίζει πώς να τα διαχειριστεί, γι’ αυτό και η επιλογή του χρηματοοικονομικού συμβούλου, μερικές φορές, είναι το Α και το Ω για τον επενδυτή», επισημαίνει παράγοντας της αγοράς αμοιβαίων με πολυετή εμπειρία στον τομέα.
Σε αυτή ειδικά την περίοδο, που οι τίτλοι των αμοιβαίων εσωτερικού έχουν επηρεαστεί ιδιαίτερα από την πτωτική πορεία του Χρηματιστηρίου και την καταβαράθρωση των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στις επιλογές των επενδυτών. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι τράπεζες, ασφαλιστικές, ΑΕΔΑΚ, Χρηματιστήριο και αγορά ομολόγων, αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία.

Η γενικότερη πορεία των Α/Κ

Το πόσο δύσκολες είναι οι συνθήκες που βιώνει την περίοδο αυτή η αγορά των αμοιβαίων κεφαλαίων διαπιστώνεται και από τα τελευταία απολογιστικά στοιχεία του κλάδου, από τα οποία προκύπτει ότι μόλις στο α’ τετράμηνο του 2011 καταγράφηκαν εκροές περί τα 174 εκατ. ευρώ. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα το ενεργητικό του συνόλου των αμοιβαίων κεφαλαίων να συρρικνωθεί περαιτέρω και να φθάσει σε αξία τα 7,8 δισ. ευρώ, όταν στις 31 Δεκεμβρίου 2009 το ενεργητικό είχε διαμορφωθεί στα 10,67 δισ. ευρώ. Έκτοτε η πορεία του ήταν καθοδική, με το 2010 να κλείνει στα 8,02 δισ. ευρώ. Μόνο τον Απρίλιο εξέρευσαν από την αγορά αμοιβαίων γύρω στα 29 εκατ. ευρώ. Εν συνεχεία ακολουθούν απόψεις στελεχών της αγοράς για τα αμοιβαία κεφάλαια. Στη συνέχεια ακολουθούν απόψεις στελεχών της αγοράς για τα αμοιβαία κεφάλαια.

Άγγελος Πολίτης
Chief Market Management Officer & Head of Subsidiaries
Allianz Ελλάδος

Είναι πραγματικότητα ότι στη χώρα μας τα αμοιβαία κεφάλαια χαρακτηρίζονται από μια έντονη κυκλικότητα όσον αφορά στον όγκο των υπό διαχείριση κεφαλαίων. Σε συνθήκες έντονης ανόδου των αγορών σημειώνουν υψηλότατους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ, αντίστροφα, πλήττονται σημαντικά όταν οι αγορές υποχωρούν, επιβεβαιώνοντας ότι η επενδυτική συνείδηση στη χώρα μας κινείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα. 

Η παρούσα συγκυρία όμως θεωρώ ότι είναι αρκετά διαφορετική. Το επίπεδο αβεβαιότητας και ανασφάλειας που είναι έκδηλο σήμερα στο επενδυτικό κοινό ξεπερνά κατά πολύ μια απλή αρνητική συγκυρία στις αγορές και εστιάζει στο αν η χώρα μας θα αποφύγει τα χειρότερα και, σταδιακά, μέσα από την υλοποίηση συγκεκριμένων μέτρων και ενεργειών, θα καταφέρει να επανέλθει σε μια σταθερότερη πορεία. Συμπερασματικά λοιπόν θεωρώ ότι το ύψος των υπό διαχείριση κεφαλαίων και η κερδοφορία για όλες τις ΑΕΔΑΚ θα δοκιμασθεί ιδιαίτερα από την αρνητική πορεία των αξιών και από διαρροές κεφαλαίων. Ανεξάρτητα από την πρόβλεψή μου αυτή, πιστεύω ακράδαντα πως τα αμοιβαία κεφάλαια ως επενδυτική λύση εξακολουθούν να αποτελούν την ιδανικότερη επιλογή, καθώς προστατεύουν το μεριδιούχο από παρόμοιες δυσμενείς συγκυρίες. Η επαγγελματική διαχείριση και η διαφάνεια, η διασπορά των επενδύσεων, η ευρύτητα των διαθέσιμων επιλογών, η ασφάλεια μέσω του νομικού και κανονιστικού πλαισίου αποτελούν μέρος των πλεονεκτημάτων που κάθε σώφρων επενδυτής οφείλει να εξετάζει, πριν αποφασίσει να εμπιστευθεί διαχειριστή για τα κεφάλαιά του. 

Εμείς στην Allianz πιστεύουμε στο θεσμό των αμοιβαίων κεφαλαίων και στην αξία τους ως επενδυτικές επιλογές. Μέσα από την πλήρη γκάμα Α/Κ που προσφέρουμε, με αιχμή του δόρατος τις διεθνείς λύσεις της Allianz Global Investors και της PIMCO, τη συνετή διαχείριση επενδύσεων, την αποτελεσματική οργανωτική δομή και την παροχή υψηλού επιπέδου γνώσης προς τα δίκτυά μας και συμβουλών προς τους πελάτες μας, πιστεύω πως θα διατηρήσουμε τη θετική πορεία μας στην αγορά.

Μάρκος Φραγκουλόπουλος
Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής Marketing και Πωλήσεων
Interamerican

Τη δεκαετία του ’90, σε ένα αφιέρωμά του στα Αμοιβαία Κεφάλαια, το γνωστό περιοδικό Business Week χαρακτήριζε τη μορφή αυτή επένδυσης σαν «… έναν από τους δημοκρατικότερους θεσμούς στον πλανήτη»! 

Και είναι μια μεγάλη αλήθεια, αφού τα Αμοιβαία Κεφάλαια, παρά τις κατά καιρούς μεγάλες χρηματοπιστωτικές διεθνείς κρίσεις, συνεχίζουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια να αποτελούν το κύριο και σημαντικότερο «όχημα» επένδυσης για εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε δεκάδες χώρες, είτε σε ατομικό είτε σε θεσμικό επίπεδο, π.χ. τα ταμεία συνταξιοδότησης κ.λπ.
Στην Ελλάδα, στη χώρα που γεννήθηκε η δημοκρατία, τα Αμοιβαία Κεφάλαια ξεκίνησαν να χάνουν τη λάμψη τους κάπου εκεί στο τέλος της δεκαετίας του ’90, παρασυρόμενα από υπερβολές, από την άγνοια και από τη μεγάλη πτώση του ελληνικού χρηματιστηρίου, το οποίο, 12 χρόνια μετά, βρίσκεται σε επίπεδο ονομαστικών τιμών του 1997. 

Η ελληνική αγορά Αμοιβαίων Κεφαλαίων, αν και έκανε σημαντικότατα βήματα προόδου κατά το παραπάνω διάστημα – όπως για παράδειγμα καλύτερα προϊόντα και υπηρεσίες, μεγαλύτερη διαφάνεια από πλευράς διαχειριστών, καλύτερη και ουσιαστικότερη ενημέρωση των μεριδιούχων κ.λπ. – δεν κατόρθωσε να διαχωρίσει τη θέση της και την πορεία της από την εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά. 

Στο κλίμα έντονης αβεβαιότητας, δεδομένης και της ελληνικής κρίσης χρέους, η ελληνική αγορά αμοιβαίων κεφαλαίων δέχεται εδώ και χρόνια σημαντικές πιέσεις. Ειδικότερα, τα συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια των ΑΕΔΑΚ τον Απρίλιο έφτασαν τα 7,8 δισ. ευρώ, εν συγκρίσει με τα 35 δισ. ευρώ στις 31/12/99 (-78%)! Οι εκροές στις συλλογικές μορφές επένδυσης τα τελευταία χρόνια αντικατοπτρίζουν σε ένα βαθμό την ανάγκη για ρευστότητα από πολλά νοικοκυριά, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις την έλλειψη πραγματικής γνώσης για τα Αμοιβαία Κεφάλαια και για τις δυνατότητες που προσφέρουν. Ιδιαίτερα δε στην παρούσα συγκυρία εμφανίζουν ιδιαίτερα σημαντικά πλεονεκτήματα για έναν επενδυτή – αποταμιευτή. 

Να θυμίσουμε μερικά από τα μοναδικά αυτά πλεονεκτήματα των Αμοιβαίων Κεφαλαίων:

• Άμεση πρόσβαση σε οποιαδήποτε επενδυτική ευκαιρία του πλανήτη μέσω των αντίστοιχων προϊόντων (π.χ. χώρες BRIC, Νέας Ευρώπης κ.λπ.),
• Εύκολη και ευέλικτη διαδικασία επένδυσης (ακόμα και για πολύ μικρά ποσά),
• Διαφάνεια και ουσιαστική ενημέρωση του μεριδιούχου για την πορεία της επένδυσης των χρημάτων του,
• Διαχείριση των χρημάτων του επενδυτή – αποταμιευτή από επαγγελματίες διαχειριστές και εξειδικευμένες εταιρείες, οι οποίες έχουν τη γνώση, την εμπειρία και τα συστήματα για την επίτευξη των καλύτερων δυνατών αποτελεσμάτων,
• Μέγιστη διασπορά των τοποθετήσεων μέσα σε κάθε Αμοιβαίο Κεφάλαιο, με άμεσο αποτέλεσμα τη μείωση του αντίστοιχου επενδυτικού κινδύνου για το μεριδιούχο,
• Αυστηρό εποπτικό πλαίσιο και έλεγχος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Η Interamerican τα τελευταία χρόνια δημιούργησε μια εξαιρετικά καινοτομική επενδυτική πλατφόρμα, το σύστημα επένδυσης και αποταμίευσης Capital. Mέσω αυτού του “financial super market”, ένας επενδυτής μπορεί να δημιουργήσει το δικό του εξατομικευμένο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων, επιλέγοντας κορυφαία Α/Κ καταξιωμένων διαχειριστών, ενώ επίσης μπορεί να συνδυάσει ασφαλιστικές καλύψεις, εάν το επιθυμεί. 

Στην πλατφόρμα Capital βρίσκονται 29 Αμοιβαία Κεφάλαια. Αμοιβαία Κεφάλαια της Interamerican, με διαχειρίστρια εταιρεία την EFG ΑΕΔΑΚ, Aμοιβαία Κεφάλαια της Alpha Trust, καθώς και Αμοιβαία Κεφάλαια της Millennium. Τα Αμοιβαία Κεφάλαια αυτά είναι όλων των τύπων και μορφών π.χ. εσωτερικού, εξωτερικού, διαχείρισης διαθεσίμων, ομολογιακά, μετοχικά fund of funds κ.λπ.
Είναι χαρακτηριστικές ορισμένες αποδόσεις που επιτεύχθηκαν το 2010, εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης που βιώνουμε στη χώρα μας. 

Το Interamerican Νέα Ευρώπη Μετοχικό Εξωτερικού προσέφερε απόδοση +26,05%, το Α/Κ Interamerican (LF) Fund of Funds – BRIC απόδοση +22,04%, το Interamerican Δολαρίου (USD) Ομολογιακό Εξωτερικού απόδοση +9,03% και το Interamerican Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Εσωτερικού απόδοση + 3,88%. 

Είναι σαφές ότι σήμερα ένας Έλληνας επενδυτής μπορεί να βρει πραγματική διέξοδο για τα χρήματά του, επενδύοντας εφάπαξ ή σε τακτή βάση σε Αμοιβαία Κεφάλαια, τα οποία θα του εξασφαλίσουν δυνατότητα επίτευξης υψηλών αποδόσεων μεσομακροπρόθεσμα, με την καλύτερη δυνατή διαχείριση οποιουδήποτε κινδύνου. Επίσης μπορεί να «κτίσει» μέσω Α/Κ ένα ικανό κεφάλαιο, π.χ. για τη χρηματοδότηση των σπουδών των παιδιών του ή για την ουσιαστική συμπλήρωση της κρατικής σύνταξης κατά την περίοδο της συνταξιοδότησής του, προκειμένου να διατηρήσει αναλλοίωτη την ποιότητα της ζωής του, συμπληρώνοντας έτσι επαρκώς την όποια κρατική σύνταξη. 
 
Είναι καιρός τα Αμοιβαία Κεφάλαια, ο πιο δημοκρατικός επενδυτικός θεσμός διεθνώς, να πάρουν τη θέση που τους αρμόζει και στη χώρα της δημοκρατίας!

Θεόδωρος Λιζάρδος
Head of Sales Support & Marketing, ING

Η αξιοποίηση των κεφαλαίων και της αποταμίευσης αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα στη διαμόρφωση της οικονομικής θέσης. Η δημιουργία πλούτου με σκοπό την κάλυψη προσωπικών και οικογενειακών αναγκών είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, εξειδίκευση και σωστές επενδυτικές αποφάσεις.

 Τα Αμοιβαία Κεφάλαια αποτελούν μια συλλογική μορφή επένδυσης, που παρέχει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την αξιοποίηση των χρημάτων και τη σταδιακή δημιουργία χρηματικού κεφαλαίου. 

Μέσω των Αμοιβαίων Κεφαλαίων ενώνονται οι δυνάμεις πλήθους επενδυτών, δίνοντας στα χρήματα των επιμέρους επενδυτών μεγάλη ισχύ. Ασκείται επαγγελματική διαχείριση και επιτυγχάνεται διασπορά των τοποθετήσεων από εξειδικευμένους διαχειριστές, προσφέρεται πρόσβαση σε όλο το φάσμα των επενδυτικών ευκαιριών στον κόσμο, ανάλογα και με την επενδυτική πολιτική κάθε Αμοιβαίου Κεφαλαίου και παράλληλα υπάρχει καθημερινή αποτίμηση της αξίας της επένδυσης των μεριδιούχων. 

Επιπλέον, τα Αμοιβαία Κεφάλαια αποτελούν περιουσία που ανήκει μόνο στους μεριδιούχους και συνεπώς δεν υπόκεινται στους κινδύνους που προέρχονται από την οικονομική θέση των εταιρειών διαχείρισης ή των εταιρειών που τα διανέμουν. Άλλωστε, ο Θεματοφύλακας των Αμοιβαίων Κεφαλαίων διασφαλίζει και την αυτοτέλεια της περιουσίας του Αμοιβαίου Κεφαλαίου από τη δική του περιουσία και από αυτήν της εταιρείας διαχείρισης. Ένα ισχυρό εποπτικό πλαίσιο έχει θεσμοθετηθεί σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, με την εφαρμογή οδηγιών και νόμων που επιβάλλουν στην εταιρεία διαχείρισης να ασκεί τα καθήκοντά της με αποκλειστικό γνώμονα τα συμφέροντα των μεριδιούχων. Επιπλέον, τα Αμοιβαία Κεφάλαια ελέγχονται σε τακτά διαστήματα από Ορκωτούς Ελεγκτές, οι οποίοι συντάσσουν και δημοσιεύουν τις εκθέσεις των ελέγχων που διενεργούν. 

 Αυτές οι ιδιότητες των Αμοιβαίων Κεφαλαίων τα έχουν καταστήσει έναν από τους πιο δημοφιλείς και επιτυχημένους επενδυτικούς θεσμούς στον κόσμο, με μακρά ιστορία και βαθιές ρίζες στην οικονομία και στην κοινωνία. Το 2010 η παγκόσμια αγορά των Αμοιβαίων Κεφαλαίων αριθμούσε περίπου 69.000 Α/Κ, συγκεντρώνοντας 17,36 τρισ. σε παγκόσμια κλίμακα (πηγή: European Fund and Asset Management Association, Σεπτέμβριος 2010).

 Στην Ελλάδα η αγορά των Αμοιβαίων Κεφαλαίων διαθέτει μια πληθώρα επενδυτικών λύσεων που παρέχονται από εγχώριους διαχειριστές, αλλά και από διεθνείς οίκους, όπως η ING Investment Management

Πρακτικά, οι επενδυτές στη χώρα μας έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν χαρτοφυλάκια κάθε τύπου και προσανατολισμού και να εκμεταλλευθούν τα χαρακτηριστικά και τις ενδεχόμενες ευκαιρίες σε όλες τις αγορές του κόσμου. Μάλιστα, αυτή η δυνατότητα δεν απαιτεί μεγάλο κεφάλαιο, αλλά είναι διαθέσιμη σε όλους επενδυτές που ενδιαφέρονται να αξιοποιήσουν τα πλεονάζοντα χρήματά τους και να δημιουργήσουν ένα μελλοντικό χρηματικό απόθεμα. 

Εφαρμόζοντας τις βασικές αρχές των επενδύσεων, όπως αυτές της αποτελεσματικής διασποράς του χαρτοφυλακίου για τη μείωση του κινδύνου, της περιοδικής διενέργειας των επενδύσεων και της υιοθέτησης ενός μεγάλου χρονικού ορίζοντα, οι επενδυτές μπορούν με όχημα τα Αμοιβαία Κεφάλαια να δημιουργήσουν χαρτοφυλάκια κατάλληλα για τις ανάγκες και τις επιδιώξεις τους. 

Η ING Investment Management (www.ingim.com) ως διεθνής διαχειριστής επενδύσεων, με περίπου 385 δισ. κεφάλαια υπό διαχείριση, με παρουσία και στην Ελλάδα, παρέχει στην ελληνική αγορά μία πλήρη γκάμα Αμοιβαίων Κεφαλαίων και Εταιρειών Μεταβαλλόμενου Κεφαλαίου – SICAV (με έδρα την Ελλάδα και το Λουξεμβούργο), μέσω διαφορετικών δικτύων διανομής, που διανέμονται σε πολλές χώρες και που έχουν ως πελάτες ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές απ’ όλο τον κόσμο. Μέσω αυτών των προϊόντων οι επενδυτές μπορούν να έχουν όλα τα προαναφερθέντα ευεργετικά πλεονεκτήματα των Αμοιβαίων Κεφαλαίων και να αξιοποιήσουν την ισχύ και την υψηλή ποιότητα ενός παγκόσμιου διαχειριστή κεφαλαίων.