«Πράσινα» έσοδα για την ασφαλιστική βιομηχανία

Νέα δεδομένα για την επιχειρηματική δραστηριότητα και την ασφαλιστική βιομηχανία δημιουργεί το νέο πανευρωπαϊκό καθεστώς απόδοσης της περιβαλλοντικής ευθύνης, που θεσμοθετήθηκε με την οδηγία 2004/35 και επιφορτίζει τον υπαίτιο της ζημιάς στο περιβάλλον να πάρει τα απαραίτητα μέτρα για την αποκατάστασή του. 

Η ενσωμάτωση της οδηγίας στην ελληνική νομοθεσία με το προεδρικό διάταγμα 148/2009, αναδεικνύει μια νέα διάσταση της «πράσινης οικονομίας», που αναπτύσσεται ταχύτατα και στη χώρα μας και διαμορφώνει ένα νέο καθεστώς συμμετοχής και απόδοσης της ευθύνης στην επιχειρηματική δραστηριότητα για τη διασφάλιση της ενεργούς προστασίας του περιβάλλοντος. 

Παράλληλα, ανοίγει νέες δυνατότητες για την ασφαλιστική βιομηχανία, που θα δημιουργήσει προϊόντα για τη θωράκιση των επιχειρήσεων απέναντι στην οικονομική «αιμορραγία», που μπορεί να προκαλέσει ο καταλογισμός μιας περιορισμένης ή εκτεταμένης ζημιάς στο περιβάλλον, μια κάλυψη που απαιτεί τεχνογνωσία και εξειδίκευση στην περιβαλλοντική ευθύνη.
Το προεδρικό διάταγμα 148/2009 έρχεται να διευρύνει το στενό πεδίο δραστηριότητας της έννοιας της προστασίας του περιβάλλοντος από την επιχειρηματική δραστηριότητα, επεκτείνοντας την υφιστάμενη νομοθεσία, που υποχρεώνει τις επιχειρήσεις που παράγουν ή διαχειρίζονται επικίνδυνα απόβλητα να είναι ασφαλισμένες, παρέχοντας στην αδειοδοτούσα αρχή ένα ποσό διασφάλισης μιας χρηματοοικονομικής εγγύησης μέχρι 1,5 εκατ. ευρώ ανά έτος. 

Βάσει όσων ορίζει, η πρόληψη και η αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς στο νερό, το έδαφος, τα προστατευόμενα είδη και τους φυσικούς οικότοπους, αποτελούν πια αποκλειστική ευθύνη του υπαίτιου, δηλαδή της επιχείρησης, η οποία θα καταλογίζεται με την αξίωση της ανάληψης από αυτόν της παρεπόμενης οικονομικής επιβάρυνσης, αλλά και τον καταλογισμό των οποιονδήποτε διοικητικών προστίμων και ποινικών κυρώσεων. Πρόκειται για μια νέα κατάσταση, που διαφοροποιεί σημαντικά τον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων, η ευθύνη των οποίων δεν περιορίζεται πλέον στην καταβολή ενός διοικητικού προστίμου, αλλά αφορά και στην ανάληψη του κόστους της αποκατάστασης, όπως αυτό θα προσδιοριστεί από την πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς που έχει συγκροτήσει. 

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα ασφαλιστήρια που εκδίδονται με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία, αφορούν κάποια συγκεκριμένα χημικά που διαχειρίζεται η εταιρεία και κάποιες διαδικασίες διαχείρισης για τις οποίες έχει αδειοδοτηθεί.
Είναι προφανές ότι δεν αναφέρεται στο σύνολο της ευθύνης που έχει η εταιρεία και πρόθεση του υπουργείου είναι να διευρύνει τον αριθμό των επιχειρήσεων οι οποίες θα πρέπει να υπάγονται σε καθεστώς υποχρεωτικής χρηματοοικονομικής εγγύησης, αναμορφώνοντας παράλληλα και την όλη διαδικασία με την οποία παίρνουν άδειες οι επιχειρήσεις, αλλά και τον τρόπο που θα παρακολουθούνται και θα ελέγχονται πανελλαδικά από το ΥΠΕΚΑ, με στόχο τον εξορθολογισμό της διαδικασίας. 

Όπως εξηγεί ο Υποδιευθυντής Περιβαλλοντικών Ασφαλίσεων και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας της Interamerican Γενικών Ασφαλίσεων, κ. Κώστας Τσολακίδης, «σταδιακά, θα αναπτυχθεί και στη χώρα μας η συνείδηση ότι η φιλικότητα προς το περιβάλλον των παραγόμενων αγαθών και των υπηρεσιών αποτελεί πλέον ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και, γιατί όχι, και ένα ακόμη κριτήριο πρόσβασης στις υφιστάμενες ή τις νέες αγορές». 

Η ανάγκη προσαρμογής της επιχειρηματικότητας στις επιταγές της νέας νομοθεσίας είναι πλέον κοινός τόπος και, παρόλο που θα απαιτηθεί αρκετός καιρός για να ενσωματωθεί η νέα νοοτροπία στην εταιρική κουλτούρα, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ασφαλιστικής αγοράς, αποτελεί μια αναπόφευκτη εξέλιξη. Η οικονομική κρίση περιορίζει τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να επεκτείνουν τις ασφαλιστικές τους καλύψεις και δη στη χώρα μας, όπου η ασφαλιστική, μέχρι σήμερα, κουλτούρα απέχει σημαντικά από τη μέση ευρωπαϊκή, με την ασφάλιση να θεωρείται ακόμη κόστος προς αποφυγή. 

Η ελληνική πραγματικότητα έχει καταδικάσει, μέχρι σήμερα, την ασφαλιστική νοοτροπία στην εξασφάλιση των βασικών, και μόνο, καλύψεων των ασφαλιστηρίων πυρός, τα οποία σκιαγραφούνται στα όρια μιας τυπικής άδειας πυρασφάλειας, με τη δηλωμένη υπασφάλιση να θέτει σε κίνδυνο την κατά το νόμο υποχρέωση της ασφαλιστικής να καλύψει αποτελεσματικά την περίπτωση έλευσης ενός ζημιογόνου γεγονότος. 

Η ενεργοποίηση, ωστόσο, της νέας νομοθεσίας από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, έχει ήδη οδηγήσει στις πρώτες καταγγελίες προς την αρμόδια διεύθυνση Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και αναμένεται ο καταλογισμός ευθυνών. Κοινή πεποίθηση είναι ότι καμιά από τις εταιρείες που έχουν καταγγελθεί δεν είναι ασφαλισμένη για τον κίνδυνο της περιβαλλοντικής ευθύνης. Η βασική αιτία είναι ότι ο εν δυνάμει ενδιαφερόμενος πιστεύει ότι μπορεί να συνεχίζει τη δραστηριότητά του με τον τρόπο που την εκτελούσε παλιότερα, «εκτελώντας», παράλληλα, και το περιβάλλον. Η προοπτική έκδοσης των πρώτων καταδικαστικών αποφάσεων θα ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά των επιχειρήσεων, ανοίγοντας ουσιαστικά το δρόμο για τη δημιουργία των «πράσινων» προϊόντων και την ανάπτυξη της «πράσινης» επιχειρηματικότητας και στη χώρα μας. 

Ο καταλογισμός ευθυνών για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος θα κινητοποιήσει την επιχειρηματική κοινότητα προς την κατεύθυνση αναζήτησης της αναγκαίας ασφαλιστικής κάλυψης για παρόμοια γεγονότα και η ασφαλιστική βιομηχανία καλείται να αναπτύξει τους κατάλληλους μηχανισμούς και την υποδομή, που θα της επιτρέψουν να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες.
Η πρόσφατη νομοθεσία καθορίζει δύο καθεστώτα ευθύνης για κάθε επιχείρηση, την αντικειμενική, που προκύπτει από τις επικίνδυνες δραστηριότητες, και την υποκειμενική, για τις λιγότερο επικίνδυνες δραστηριότητες και, σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 14 της σχετικής οδηγίας, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να έχουν διασφαλίσει τις κατάλληλες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις, για να αντεπεξέλθουν στο νέο πανευρωπαϊκό καθεστώς απόδοσης ευθύνης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο άρθρο 14 του προεδρικού διατάγματος, οι φορείς εκμετάλλευσης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, προκειμένου να καλύψουν την ευθύνη που απορρέει από τις διατάξεις του, μπορούν να κάνουν χρήση χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ιδιωτικής ασφάλισης, καθώς και άλλων μορφών χρηματοοικονομικών εγγυήσεων), μέσω των κατάλληλων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων χρηματοπιστωτικών μηχανισμών, σε περίπτωση αφερεγγυότητας.

 Επιπλέον, από την 1η Μαΐου του 2010, ξεκίνησε η διαδικασία διεύρυνσης του ισχύοντος καθεστώτος υποχρεωτικής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ασφάλιση, εγγυητικές επιστολές και άλλα τραπεζικά προϊόντα), με τη θέσπιση ελάχιστων χρηματικών ορίων. Εν συνεχεία, ακολουθούν δηλώσεις στελεχών της αγοράς για το συγκεκριμένο θέμα.

Interamerican
Πρωτοπόρος στη διαχείριση της περιβαλλοντικής ευθύνης η Interamerican σχεδίασε τη νέα γραμμή προϊόντων Green Line, με βάση τις επιταγές της οδηγίας 2004/35 και του Π.Δ. 148/2009, στοχεύοντας στην παροχή καλύψεων προσαρμοσμένων στις πραγματικές ανάγκες όλων των ελληνικών επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως μεγέθους και δραστηριότητας, με βάση το ισχύον νομικό, θεσμικό και αδειοδοτικό πλαίσιο που τις διέπει. 

Πρόκειται για ένα προϊόν προληπτικού χαρακτήρα, στοχευμένο στη διαδικασία του καταλογισμού ευθυνών και, ουσιαστικά, απαλλαγμένο από πρόσθετες καλύψεις, που επικεντρώνεται στο σκεπτικό της πρόληψης και της συμπαράστασης στον ασφαλισμένο σε όλη τη διαδικασία ενώπιον των επιτροπών. Απευθύνεται σε επιχειρήσεις που λειτουργούν με την ανάλογη επιχειρηματική νοοτροπία, αναλαμβάνοντας τη συνδιαχείριση του αναλαμβανόμενου επιχειρηματικού κινδύνου με τον πελάτη, ο οποίος πρέπει να πληροί αξιολογήσιμα κριτήρια ασφαλισιμότητας. 

Όπως εξηγεί ο Υποδιευθυντής Περιβαλλοντικών Ασφαλίσεων και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας της Interamerican Γενικών Ασφαλίσεων, κ. Κώστας Τσολακίδης, «είναι ένα προϊόν που έχει προληπτική φιλοσοφία. Θέλουμε να βοηθήσουμε και να συμβουλεύσουμε, ξεφεύγοντας από το στενό όριο των ασφαλιστικών καλύψεων, θέλουμε να αναπτύξουμε μια συνεργασία με τον πελάτη, γιατί στην Ελλάδα ο πελάτης δεν είναι ενημερωμένος και ενδεχομένως να υπάρχει και μια αρνητική εικόνα για τα περιβαλλοντικά. 

Το προϊόν χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας μιας επιχείρησης, με τρόπο αδιάβλητο και ουδέτερο, χωρίς δηλαδή να χρειάζεται εμείς να κρίνουμε κάποια πράγματα, τα οποία ο ίδιος ο νόμος μάς τα δίνει. Κάθε επιχείρηση, εκτός από τον κωδικό ΣΤΑΚΟΔ που παίρνει, κατηγοριοποιείται με βάση την ελληνική και κοινοτική νομοθεσία για το βαθμό περιβαλλοντικής επικινδυνότητας που έχει και ο οποίος γράφεται στην άδεια λειτουργίας της. Στη βάση της άδειας λειτουργίας, λοιπόν, που έχει αυτή η επιχείρηση, που ορίζει το βαθμό επικινδυνότητας, προτείνουμε στην επιχείρηση και το ανώτατο όριο ασφάλισης, που, τεχνικά, έχουμε υπολογίσει ότι, σε αυτή τη φάση ωρίμανσης του προϊόντος, είναι επαρκές για να αντιμετωπίσει έναν εν δυνάμει περιβαλλοντικό κίνδυνο για το μέγεθός της. 

Οι κατηγορίες είναι 10 εκατ. ευρώ για τις επικίνδυνες (π.χ. τσιμεντοβιομηχανίες, νοσοκομεία), 1 εκατ. ευρώ για τις λιγότερο επικίνδυνες και 100.000 εκατ. ευρώ, π.χ. για ένα εργαστήριο κοπής κρεάτων, ένα στεγνοκαθαριστήριο ή ένα εργαστήριο μικροβιολόγου ή οδοντιάτρου. Ουσιαστικά, ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας, προτείνουμε μια ασφαλιστική λύση που δίνει τις καλύψεις στη βάση της διαδικασίας καταλογισμού. Προσπαθούμε να στηρίξουμε την επιχείρηση και προασφαλιστικά, γιατί για τις κατηγορίες των 10 και του 1 εκατ. ευρώ χρειάζεται προασφαλιστική επιθεώρηση από εξειδικευμένους εμπειρογνώμονες, αξιοποιώντας μια ανεξάρτητη θυγατρική του ομίλου, τη ΜΕΝΤΩΡ – Ανεξάρτητοι Εκτιμητές, που είναι ειδικευμένη στον περιβαλλοντικό κίνδυνο, διαθέτει μηχανικούς και τεχνικούς και λειτουργεί στην Ελλάδα εδώ και 30 χρόνια. Υπάρχει, λοιπόν, ένα τεχνικό υπόβαθρο που χτίσαμε στην υπηρεσία της επιχείρησης που ενδιαφέρεται να διαχειριστεί αυτό το κομμάτι της χρηματικής της επισφάλειας, γιατί, εκτός του περιβαλλοντικού ζητήματος, εδώ μιλάμε ξεκάθαρα, σε περίπτωση που επέλθει ένα γεγονός, θα υπάρξει χρηματική «αιμορραγία». Το γεγονός ότι πλέον αναλαμβάνει ο υπόχρεος να αποκαταστήσει το περιβάλλον, είναι σαφές ότι μπορεί να οδηγήσει την εταιρεία σε καθεστώς πτώχευσης».

Η διαχείριση του περιβαλλοντικού κινδύνου περιλαμβάνει τρεις κατευθυντήριους άξονες:
• την κάλυψη ζημιών που απορρέουν από την εθνική νομοθεσία
• την επικέντρωση στη διασφάλιση των μέτρων πρόληψης πιθανών ζημιών και ασφάλισης των μέτρων αποκατάστασης
• την οριοθέτηση της ασφάλισης σε απολύτως καθορισμένες πτυχές της οικολογικής ζημιάς
Το συμβόλαιο είναι τύπου «Αξιώσεων που θα προβληθούν» και προβλέπει τρία επίπεδα καλύψεων, βάσει του αναλαμβανόμενου περιβαλλοντικού κινδύνου και της επιχειρηματικής δραστηριότητας του ασφαλιζόμενου. Έτσι καθορίζονται τρία επίπεδα επικινδυνότητας, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκει η επιχείρηση, με βάση την υπάρχουσα νομοθεσία και, με βάση αυτή την κατηγοριοποίηση, η κάλυψη προσφέρεται για ασφαλιζόμενο κεφάλαιο 10 εκατ. ευρώ, 1 εκατ. ευρώ και 100 χιλ. ευρώ. 

Το πλαίσιο καλύψεων περιλαμβάνει:
• την κάλυψη δαπανών αποκατάστασης περιβάλλοντος (ζημιά στο νερό, στο έδαφος, στα προστατευόμενα είδη και τους φυσικούς οικότοπους) για αιφνίδιο και ατυχηματικό αίτιο και γεγονός. Το γεγονός πρέπει να λάβει χώρα κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου και να αναγγελθεί το αργότερο ένα έτος από τη λήξη της και η ασφαλιστική αποζημιώνει βάσει του εγκεκριμένου σχεδίου αποκατάστασης από την αρμόδια αρχή, διατηρώντας το δικαίωμα αξιολόγησης του σχεδίου
• την κάλυψη δαπανών λήψης μέτρων περιορισμού επελθούσας περιβαλλοντικής ζημίας
• την κάλυψη δαπανών για μετρήσεις, αξιολογήσεις, εκπόνηση μελετών και προτάσεων μέτρων αποκατάστασης που ζητούνται από την αρμόδια αρχή μέχρι ορίου
• την κάλυψη αστικής ευθύνης προς τρίτους για αποκατάσταση υλικών ζημιών, με εξαίρεση τις σωματικές βλάβες, τη βλάβη – απώλεια ζωικού κεφαλαίου, αποθετικές ζημιές και οικονομική απώλεια, καθώς και
• την κάλυψη δαπανών νομικής υποστήριξης του ασφαλιζομένου. 

Στις πρόσθετες παροχές του προγράμματος περιλαμβάνονται οι ολοκληρωμένες υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου μέσω της ΜΕΝΤΩΡ Πραγματογνώμονες – Εκτιμητές Μηχανικοί ΑΕ, η οποία, με εμπειρία 30 ετών, κατέχει υψηλή αναγνωρισιμότητα στο χώρο της, με περισσότερες από 32.000 επιθεωρήσεις κινδύνων και εκτιμήσεις ζημιών και 20.000 εκτιμήσεις αξιών, 70 και πλέον συνεργαζόμενους μηχανικούς – εμπειρογνώμονες σε 35 πόλεις στην Ελλάδα.
Η τιμολόγηση του προϊόντος βασίζεται σε μια σειρά πληροφοριών που παρέχει ο πελάτης σε σχέση με τη δραστηριότητά του και το τελικό κόστος του είναι προσιτό, στο βαθμό που είναι φθηνότερο από ένα καλό πυρασφαλιστήριο. Το προϊόν συνοδεύεται από την αντασφαλιστική κάλυψη της Munich Re, του μεγαλύτερου αντασφαλιστή, που καλύπτει το 80% των περιβαλλοντικών κινδύνων στην Ευρώπη, στοιχείο που πιστοποιεί την τεχνική αρτιότητα του προϊόντος. 

CHARTIS
Αξιοποιώντας την τεχνογνωσία ενός παγκόσμιου οργανισμού, η σειρά ασφαλιστικών προγραμμάτων ασφάλισης ευθύνης επιχειρήσεων από περιβαλλοντική ρύπανση EnviroSolutions της Chartis, παρέχει στις ελληνικές επιχειρήσεις ουσιαστική και εξατομικευμένη λύση για την κάλυψη των περιβαλλοντικών ευθυνών που μπορεί να προκύψουν από τη λειτουργία τους. Σύμφωνα με τον Προϊστάμενο Κλάδου Αστικής Ευθύνης και Διαχείρισης Κρίσεων της Chartis Greece, κ. Χρήστο Χασιώτη, «ο τρόπος που επιλέχθηκε από τους νομοθέτες για την προστασία του περιβάλλοντος χρησιμοποιεί καθαρά οικονομικούς όρους. Έτσι, η ίδια η οικονομία, που επωφελείται από την προστασία του περιβάλλοντος, καλείται να δώσει και τη λύση στο πρόβλημα. Αυτό ακριβώς σημαίνει η αρχή «Ο Ρυπαίνων Πληρώνει», ότι, δηλαδή, ο οποιοσδήποτε φορέας εκμετάλλευσης / επιχείρηση έχει υποχρέωση, βάσει του νόμου, να πληρώσει για τη ρύπανση που προκάλεσε. Άρα αποδίδεται, για πρώτη φορά, οικονομική αξία στο περιβάλλον, σε ένα δημόσιο και ανεκτίμητο αγαθό». 

Πλεονεκτήματα των ασφαλιστικών προγραμμάτων EnviroSolutions της Chartis:
• Οι όροι της ασφαλιστικής σύμβασης είναι εναρμονισμένοι με την κοινοτική νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος και με το Προεδρικό Διάταγμα για την ενσωμάτωσή της στο εθνικό δίκαιο. Επίσης, το Ασφαλιστήριο ικανοποιεί τις απαιτήσεις της ΚΥΑ 13588/725 (ΦΕΚ 383β, 28-3-2006) και γίνεται αποδεκτό από τις αρμόδιες Αρχές για την έκδοση άδειας λειτουργίας των εταιρειών που ασχολούνται με τα επικίνδυνα απόβλητα
• Υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας: το τμήμα ανάληψης κινδύνων της εταιρείας υποστηρίζεται από αποκλειστική και εξειδικευμένη ομάδα μηχανικών, με παγκόσμιο δίκτυο, που προσφέρει υπηρεσίες εκτίμησης, ελέγχου και ελαχιστοποίησης κινδύνου στους ασφαλισμένους μας
• Εξυπηρέτηση απαιτήσεων και διαχείριση αποζημιώσεων: από την αναγγελία της ζημίας μέχρι τον τελικό διακανονισμό, τη διαδικασία χειρίζονται επαγγελματίες με εμπειρία σε θέματα περιβαλλοντικής ρύπανσης, με γνώσεις ασφαλιστικές, νομικές, οικονομικές και μηχανολογικές.
Το πρόγραμμα απευθύνεται σε οποιοσδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό η λειτουργία του οποίου θα μπορούσε να προκαλέσει περιβαλλοντική ρύπανση και:
• το πρόγραμμα EnviroPlant απευθύνεται ειδικά σε βιομηχανίες και βιοτεχνίες κάθε τομέα, επιχειρήσεις παραγωγής ενέργειας, πετροχημικές εγκαταστάσεις
• το πρόγραμμα EnviroPro αφορά σε νοσοκομεία, ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, εμπορικά κέντρα, εκθεσιακούς χώρους, οικιστικά συγκροτήματα, κτίρια γραφείων
• το πρόγραμμα EnvriroWork πλαισιώνει τις κατασκευές δημοσίων και ιδιωτικών έργων, τις επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων, τις μονάδες ανακύκλωσης
• το πρόγραμμα EnvriroTrans αποτελεί την ασφαλέστερη κάλυψη για τους μεταφορείς αποβλήτων (επικίνδυνων και μη)

Η κάθε επιχείρηση έχει τη δυνατότητα να επιλέξει εκείνες τις καλύψεις των προγραμμάτων EnviroSolutions που την ενδιαφέρουν, ανάλογα με τις δικές της συνθήκες και ανάγκες λειτουργίας. Πιο συγκεκριμένα, τα προγράμματα EnviroSolutions προσφέρουν κάλυψη για: 

• ίδιες ζημίες της ασφαλιζόμενης επιχείρησης (κόστος καθαρισμού, απώλεια κερδών)
• απαιτήσεις τρίτων (κόστος καθαρισμού, σωματικές βλάβες, υλικές ζημίες)
• ζημίες στο περιβάλλον (κόστος καθαρισμού, αποκατάσταση βιοποικιλότητας)
Το σημαντικότερο συγκριτικό πλεονέκτημα έγκειται στο ότι οι καλύψεις που προσφέρουν όλα τα προγράμματα ενεργοποιούνται τόσο σε περιπτώσεις αιφνίδιων όσο και σε περιπτώσεις σταδιακών συμβάντων, καθώς και είτε από νέες είτε από προϋπάρχουσες συνθήκες ρύπανσης που ανακαλύπτονται μετά τη σύναψη της ασφάλισης.