Δικλείδα ασφαλείας ο σωστός μεσίτης για τον καταναλωτή

Η κρίση της οικονομίας -και όχι μόνο- προέρχεται από το γεγονός, ότι σ’ αυτή τη χώρα δεν έχει πότε μακροχρόνια σχεδιαστεί, οργανωθεί και μεθοδευτεί το οτιδήποτε με στόχο την υγιή ανάπτυξή του. Οι ελάχιστες προσπάθειες που γίνονται από λίγες εταιρείες ή οργανισμούς –και δεν αναφέρομαι στη γενεσιουργό αιτία του κακού και γάγγραινα, το δημόσιο- αργούν να φέρουν αποτελέσματα. Αυτό όμως δεν είναι απαραίτητα κακό. 

Στις λίγες περιπτώσεις που έχει γίνει, το όνομα της εταιρείας, το προϊόν ή η υπηρεσία, έχει με τη πάροδο του χρόνου, εγκαθιδρυθεί  στη συνείδηση του κόσμου. Κυρίως για τους πιο ψαγμένους καταναλωτές, αν και οι καταναλωτές αυτοί δυστυχώς δεν είναι και η πλειοψηφία στην κοινωνία που έχουμε επιτρέψει να διαμορφωθεί. Άρα, τα μερίδια αγοράς στον επαγγελματικό χώρο που κινούνται αυτές οι εταιρείες, δεν είναι απαραίτητα μεγάλα. 

Παρόλα αυτά, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι σε βάθος χρόνου παραμένουν υγιείς και με αντοχές σε περιόδους κάμψης και κρίσης. Αυτό, αν μη τι άλλο, σημαίνει συνειδητό και ευχαριστημένο πελατολόγιο. Άρα, ειλικρινές και τίμιο προϊόν ή υπηρεσία, σε συνδυασμό με το κόστος αγοράς αυτών και κανένα σύννεφο στην ιστορία της εταιρείας. Κατά συνέπεια, αυτό που συνήθως παρατηρείται, είναι αργή μεν αλλά σταθερή ανάπτυξη αυτών των εταιρειών ή οργανισμών ανεξαρτήτως αντικειμένου. Εν αντιθέσει, συνήθως με ξαφνικά ράλι ανόδου και αύξησης τζίρου άλλων επιχειρηματικών σχημάτων (κυρίως του χρηματοπιστωτικού τομέα), που σε περιόδους κυρίως ξεφουσκώματος ή κρίσης, καταρρέουν και προδίδουν έτσι την εμπιστοσύνη των πελατών τους. Παραδείγματα γνωστά, τράπεζες και ασφαλιστικές που έκλεισαν ή αντιμετωπίσαν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης (κρατικός δανεισμός κλ.π.), στην αντίπερα όχθη του  Ατλαντικού και στην Ευρώπη.

Ακόμα γίνεται συζήτηση από την κεντρική διοίκηση αυτών των χωρών, για τις αμοιβές και τα bonus των στελεχών, που οδήγησαν τις παρ’ ολίγο καταρρέουσες εταιρείες σε σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης (αν όχι κλεισίματος κάποιων από αυτές). Παρ’ όλες τις δυσκολίες που δημιουργηθήκανε σ’ αυτές τις επιχειρηματικές μονάδες, οι αντιστάσεις των στελεχών σε σχέση με τις αμοιβές τους, είναι ισχυρές.

Τζίρο και πωλήσεις να κάνουμε για να δικαιολογούμε τις οικονομικές μας απαιτήσεις, με γρήγορους ρυθμούς και πιθανότατα  με παρακινδυνευμένους τρόπους όσον αφορά στη μελλοντική υγιή ανάπτυξη.

Δεν αρκούν μόνο οι εποπτικές αρχές για την αποφυγή δυσάρεστων εξελίξεων. Ουσιώδη ρόλο διαδραματίζουμε και εμείς ως καταναλωτές. Αν σαν κοινωνία φυγοπονούμε και δε πιστεύουμε ότι μπορούμε για τα καλύτερα, τότε θα αρκούμαστε σε εύπεπτα σενάρια χωρίς πολλά – πολλά. Θα αρκούμαστε σε ελπιδοφόρα μηνύματα, χωρίς να το πολυψάχνουμε και πιθανώς έτσι να υποθάλπτουμε τα συμφέροντα μας σε άμεσο ή μελλοντικό χρόνο. Καλό θα ήταν λοιπόν, ως κοινωνία να μην αναλώνουμε τη κριτική μας σκέψη, σε πεδία περισσευμάτων, επιδερμικής σύλληψης ιδεών. Ιδέες που μπορεί να διατυμπανίζονται και να προβάλλονται σαν νέκταρ θεών. Το πιθανότερο είναι έτσι να δίνουμε αφορμές και αιτίες να παχαίνουν οι τσέπες κάποιων μεγαλοστελεχών που μπορεί να οδηγούν στην «αυτοκτονία» τις εταιρείες τους.

Γιατί να συμβούν όλα αυτά, με άμεσα θύματα και εμάς τους ίδιους και να μη ζητάμε τη βοήθεια επαγγελματιών, αφού αυτοί υπάρχουν, αρκεί να τους βρούμε για να μας καθοδηγήσουν;

Στον ασφαλιστικό για παράδειγμα χώρο, μπορεί κανείς να απευθυνθεί σε επαγγελματίες (www.spiliotis-insurance.gr). Αν δεν τους παρακάμψουμε και τους συμβουλευτούμε, μπορούν να μας καθοδηγήσουν σωστά και με ασφάλεια για το μέλλον μας, χωρίς αυτό να μας επιφυλάσσει δυσάρεστες εκπλήξεις, όπως έγινε με τα χιλιάδες θύματα εταιρειών των Ασπίδα, Commercial Value, αλλά και άλλων που έκλεισαν πριν από αυτές.

Αν όμως τους παρακάμψουμε, πιστεύοντας ότι έτσι θα γλιτώσουμε την αμοιβή τους και θα απολαύσουμε προϊόντα ή υπηρεσίες με μικρότερο κόστος, μπορεί να κάνουμε και λάθος.

Δε σκεφτόμαστε ότι ουσιαστικά μεταφέρουμε τη προστιθεμένη αξία τους (αμοιβή τους), έμμεσα σε φιλόδοξα στελέχη και ουσιαστικά  ρισκάρουμε με τις επιλογές μας, διακινδυνεύοντας την ελευθερία μας (πιθανές νομικές διεκδικήσεις εις βάρος μας, ή την εξάρτηση λόγω προσωπικών μας προβλημάτων υγείας από μία εταιρεία), την υπόσταση μας, την υγεία μας και τα περιουσιακά στοιχεία τόσο τα δικά μας, όσο και των ανθρώπων που αγαπάμε. 

Είναι, άλλωστε, κανόνας του marketing να υιοθετούνται τακτικές χαμηλού κόστους από τις εταιρείες και όταν μεγαλώσει το πελατολόγιο να αλλάζουν τα δεδομένα των χρεώσεων προς τους πελάτες. Και καλά θα μου πείτε, τι πειράζει μέχρι τότε να ωφεληθούμε και μετά βλέπουμε;

Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι στις ασφαλίσεις δεν μπορούμε να κινούμαστε πάντα με την ίδια ευκολία, όπως σε άλλους κλάδους. Κάλλιστα μπορεί να κινδυνεύσει η ελευθερία μας, η υπόσταση μας, η υγεία μας και η περιουσία μας.

Μήπως θα ήταν καλό λοιπόν να αναζητήσουμε επαγγελματίες, όπως οι μεσίτες; Να τους εμπιστευθούμε  και να τους συμβουλευθούμε; Να τους προτρέψουμε να μας εξηγήσουν και να μας καθοδηγήσουν; Να τους αφήσουμε να δουλέψουν σαν μεσίτες, όπως ορίζει και ο νόμος και να μας προσφέρουν προϊόντα, με καλύτερους και ξεκάθαρους όρους και ανταγωνιστικές τιμές; (ακόμη και μέσω ηλεκτρονικής διαχείρισης για ευκολότερη αξιοποίηση των πολλών επιλογών που θα έχει ο πελάτης. Το ότι δεν γινόταν αυτό μέχρι σήμερα ήταν γιατί δεν ήταν έτοιμος ο καταναλωτής. Με το κλείσιμο όμως της ΑΣΠΙΔΑΣ, οι συνθήκες έχουν ωριμάσει). 

Είναι πολύ πιο λογικό αυτό από το να πιστεύουμε ότι η κάθε ασφαλιστική θα δείξει με την ίδια ευκολία τα μειονεκτήματα στο κάθε προϊόν της, όπως δείχνει τα πλεονεκτήματα.

Επιπλέον, ο πελάτης δεν μπορεί να είναι σε θέση να γνωρίζει τους ανθρώπους που βρίσκονται μέσα στην εκάστοτε ασφαλιστική και που με τις αποφάσεις τους καθορίζουν τη πορεία της εταιρείας και την εικόνα της στην αγορά. (Αρκετές εταιρείες θα αναγκαστούν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες και πιθανά ανάκληση των αδειών τους, λόγω της Solvency II από τέλος του 2012).
Επιπλέον, ποτέ δε θα αποκτήσει πλήρη γνώση του ασφαλιστικού προϊόντος και της ασφαλιστικής φιλοσοφίας. 

Τέλος, όταν προκύψει η ανάγκη αποζημίωσης από την ασφαλιστική εταιρεία, ο επαγγελματίας συνεργάτης θα τον στηρίξει και θα φροντίσει για αυτή του την ανάγκη γιατί εξαρτάται από τον πελάτη του, ενώ ο χαμηλόμισθος υπάλληλος του call center της ασφαλιστικής που θα απαντήσει στο τηλεφώνημα του ασφαλισμένου, δε μπορεί να ενδιαφερθεί το ίδιο.

Ένας υπάλληλος λειτουργεί όπως του έχουν υποδείξει και δε μπορεί να κάνει περισσότερα. Όσοι ασφαλισμένοι έχουν αντιμετωπίσει δύσκολες περιπτώσεις και είχαν κοντά τους έναν επαγγελματία, το γνωρίζουν. Στο χέρι του κάθε καταναλωτή είναι να κάνει τις επιλογές του και να πάρει τα ρίσκα του, μπερδεύοντας την δήθεν φτηνή ασφάλεια, με το φτηνό ρούχο. Το ρούχο αν σου χαλάσει το πετάς και παίρνεις ένα άλλο, την κακή «πορεία» στις ασφαλίσεις δεν μπορείς να την αλλάξεις πάντα με την ίδια ευκολία.