ΙΟΒΕ: Τα σενάρια της ελπίδας, της καταστροφής και της σωτηρίας

Την εκτίμηση ότι η ύφεση στην Ελλάδα αναμένεται να ενταθεί στο β’ εξάμηνο με αποτέλεσμα ο αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης να διαμορφωθεί στο 3,5% το 2010, διατυπώνει το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών στην τριμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία. Την εκτίμηση αυτή βασίζει το ΙΟΒΕ στο δυσμενές οικονομικό κλίμα καθώς και στο γεγονός ότι δεν έχουν γίνει ακόμα αισθητά τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούν χρόνο ωρίμανσης.

 Στην έκθεση το ΙΟΒΕ τονίζει επίσης ότι παρότι η ανεργία αυξήθηκε οριακά το β’ τρίμηνο φέτος σε σχέση με το πρώτο, από το 11,7%, στο 11,8%, εντούτοις η διαφορά της με το ίδιο τρίμηνο του 2009 διευρύνθηκε, φθάνοντας τις 2,9 εκατοστιαίες μονάδες.

Η ενίσχυση της ανεργίας οφείλεται πρωτίστως στην επιταχυνόμενη μείωση της απασχόλησης (-2,3% στο β΄τρίμηνο σε σύγκριση με πέρυσι), αλλά και στη συνεχή διεύρυνση του εργατικού δυναμικού, που από τις αρχές του 2010 έχει ξεπεράσει τα πέντε εκατομμύρια άτομα, αυξάνοντας την πιθανότητα δημιουργίας “νέων” ανέργων.

Αυτές οι επιβαρυντικές για την αγορά εργασίας τάσεις αναμένεται να διατηρηθούν και στη συνέχεια του 2010, αίροντας ακόμα και εποχικές επιδράσεις που διαχρονικά ευνοούσαν την απασχόληση και οδηγώντας την ανεργία ελαφρά υψηλότερα από το 12% στο σύνολο του έτους, αλλά πάνω από 13,5% το 2011.

Οι πρόσφατες ρυθμίσεις στο ασφαλιστικό και η στάση της κυβέρνησης στο θέμα των αδειών των οδηγών φορτηγών ΔΧ δείχνουν ότι οι ηγετικές πρωτοβουλίες δεν λείπουν. Αυτά όμως δεν αρκούν. Απαιτείται η σαφής περιγραφή ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου, φιλικού προς τις αγορές, με έμφαση στην εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα, όπου οι ιδιωτικές επενδύσεις και οι εξαγωγές θα αναλάβουν την αναπτυξιακή σκυτάλη, ιδιαίτερα στους κλάδους με αποδεδειγμένα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Απαιτείται η υιοθέτηση ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου για την ελληνική οικονομία με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όπως:

α) σταθερό και ανταγωνιστικό φορολογικό πλαίσιο για την αποφυγή του εκπατρισμού επιχειρήσεων και την προσέλκυση ξένου κεφαλαίου, β) επιτάχυνση και ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, γ) υιοθέτηση γρήγορων διαδικασιών (fast track) για την πραγματοποίηση μεγάλων επενδύσεων, δ) πώληση-αξιοποίηση ακίνητης κρατικής περιουσίας, ε) ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών, είτε από την αγορά κεφαλαίου είτε μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, στ) αποκατάσταση συνθηκών σύγχρονης εταιρικής διακυβέρνησης σε μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς, ζ) εισαγωγή διεθνών λογιστικών προτύπων, συστημάτων πληροφορικής και συστημάτων οργάνωσης και διοίκησης στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, η) θέσπιση μετρήσιμων στόχων σχετικά με τη θέση της Ελλάδας σε διεθνείς κατατάξεις ανταγωνιστικότητας, διαφάνειας, διαφθοράς, επίδοσης παιδείας και καινοτομικής δραστηριότητας, κλπ., θ) διευκόλυνση της κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού από κλάδους και επιχειρήσεις που “δύουν” σε κλάδους και επιχειρήσεις που “ανατέλλουν”, και ι) ανάδειξη ενός κοινωνικού προτύπου που εξασφαλίζει ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, διευκολύνει την προσαρμογή στην αγορά εργασίας και την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, κυρίως όμως εξασφαλίζει ίση πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας παιδεία και υγεία.

 Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ τρία είναι τα σενάρια για τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα:

α) Το πρώτο σενάριο, που μπορεί να ονομαστεί “σενάριο της ελπίδας”, προβλέπει ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει, σε γενικές γραμμές, το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής του Μνημονίου και θα εφαρμόσει παράλληλα πολιτικές που διευκολύνουν την οικονομική ανάπτυξη (και, συνακολούθως, τη δημοσιονομική προσαρμογή).

Τέτοιες πολιτικές είναι η απελευθέρωση επαγγελμάτων και αγορών, ιδιωτικοποιήσεις, ενίσχυση των επενδύσεων με υιοθέτηση νομοθεσίας αλλά και, κυρίως, νοοτροπίας, τύπου “fast track” κλπ, δηλαδή πολιτικές που συνάδουν με την υιοθέτηση του νέου, σύγχρονου, αναπτυξιακού προτύπου, οι κατευθύνσεις του οποίου περιγράφηκαν στην προηγούμενη ενότητα. Στην περίπτωση αυτή το δημοσιονομικό έλλειμμα προβλέπεται να μειωθεί κοντά στο 7% του ΑΕΠ το 2011 και κοντά στο 5% το 2012, ενώ η οικονομική ανάπτυξη θα συνεχίσει να είναι αρνητική το 2011, αλλά με σαφώς βελτιούμενο ρυθμό έναντι του 2010. Όμως, το 2012, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης προβλέπεται να είναι θετικός, μεταξύ 1,5 και 2,5%.

Είναι πιθανό, όχι όμως βέβαιο, ότι η υλοποίηση αυτού του αισιόδοξου σεναρίου θα επιτρέψει τη σταδιακή επιστροφή της Ελλάδος στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Δεν είναι βέβαιο διότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ συνεχίζει να αυξάνεται, ακόμα και κάτω από αυτό το αισιόδοξο σενάριο, όπως άλλωστε προβλέπει η τρόικα στο αναθεωρημένο πρόγραμμά της (144% του ΑΕΠ το 2012 και το 2013). 

Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές είναι ενδεχόμενο να συνεχίσουν να μην επιθυμούν να μας δανείσουν, δηλαδή τα περιθώρια δανεισμού (spreads) να μη μειωθούν δραστικά σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Η πιθανότερη και λογικότερη έκβαση στην περίπτωση αυτή είναι ότι η τρόικα θα επεκτείνει το χρονικό ορίζοντα των δανείων που μας έχει χορηγήσει. 

Σε γενικές γραμμές, η σωτηρία μας στο σενάριο αυτό εναπόκειται στα χέρια της τρόικας, και ιδιαίτερα της γερμανικής κυβέρνησης. Ελπίζουμε λοιπόν, αλλά δεν είμαστε βέβαιοι ότι θα αποφύγουμε τη στάση πληρωμών. Εξαρτώμεθα από οικονομικές, αλλά και πολιτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα στη Γερμανία.

β) Το δεύτερο σενάριο, που μπορεί να ονομαστεί “σενάριο της καταστροφής“, προβλέπει i) είτε ότι η δημοσιονομική προσαρμογή θα εγκαταλειφθεί λόγω των ποικίλων αντιδράσεων και της έλλειψης δύναμης αντίστασης της κυβέρνησης, ii) είτε ότι η δημοσιονομική προσαρμογή θα συνεχιστεί αλλά η κυβέρνηση δεν θα προχωρήσει τελικά σε διαρθρωτικές αλλαγές. Στην πρώτη περίπτωση αυτού του σεναρίου, θα επέλθει “ακαριαίος θάνατος” υπό την έννοια ότι η τρόικα θα σταματήσει την εκταμίευση των υπολοίπων δόσεων του δανείου των 110 δισ. ευρώ και η Ελλάδα θα κηρύξει στάση πληρωμών. 

Στη δεύτερη περίπτωση αυτού του σεναρίου, είναι πολύ πιθανό ότι θα επέλθει “αργός θάνατος”, υπό την έννοια ότι η οικονομία θα αντιδράσει αρνητικά στη “σκέτη” δημοσιονομική προσαρμογή, αφού η έλλειψη διαρθρωτικών αλλαγών δεν θα μπορέσει να δημιουργήσει “αντισώματα” με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. 

Στην περίπτωση αυτή θα αργήσει, αλλά τελικά θα επέλθει, στάση πληρωμών λόγω μακροχρόνιας στασιμότητας του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο της δημιουργίας θετικής αντίδρασης του ΑΕΠ στη δημοσιονομική προσαρμογή, αν και η πιθανότητα αυτού του ενδεχομένου είναι πολύ μικρή έως μηδενική. Η στάση πληρωμών, σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, θα αποβεί καταστρεπτική για την ευημερία της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και θα θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του ευρώ.

γ) Το τρίτο σενάριο, που μπορεί να ονομαστεί “σενάριο της σωτηρίας”, προβλέπει ότι η κυβέρνηση θα υιοθετήσει τις πολιτικές που προβλέπονται στο πρώτο σενάριο, αυτό δηλαδή που ονομάσαμε “σενάριο της ελπίδας” και, επιπλέον, ότι θα υιοθετήσει άμεσα μια επιθετική πολιτική αξιοποίησης της ακίνητης κρατικής περιουσίας, σύμφωνα με μια από τις ήδη αναφερθείσες βασικές κατευθύνσεις του νέου αναπτυξιακού προτύπου. 

Η ακίνητη κρατική περιουσία εκτιμάται, εντελώς ενδεικτικά, σε 300 δισ. ευρώ περίπου. Το άμεσο αποτέλεσμα είναι να προεξοφληθεί από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές η εξόφληση μέρους του δημόσιου χρέους από την αξιοποίηση αυτής της περιουσίας. Αυτή η, μη αναμενόμενη, θετική εξέλιξη οδηγεί στην προσδοκία ότι, αργά ή γρήγορα, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ θα κινηθεί σε επίπεδα παραπλήσια του μέσου όρου της Ευρωζώνης και απομακρύνει το καταστρεπτικό, για την ευημερία του ελληνικού λαού, ενδεχόμενο της στάσης πληρωμών. 

Επιπλέον, όπως ήδη αναφέρθηκε, η αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας μπορεί να δημιουργήσει “πόλους” επενδύσεων σε τομείς όπου η χώρα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα: τουριστική κατοικία για εύπορους “baby boomers” που επιθυμούν να ζήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στον Ευρωπαϊκό Νότο, πράσινη ενέργεια κλπ.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι σκόπιμο: πρώτον, να γίνει μια προσπάθεια αποτίμησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας από έναν κεντρικό φορέα, πχ. την ΚΕΔ, η οποία θα περιλαμβάνει τα ακίνητα της ίδιας της ΚΕΔ, τα Τουριστικά Ακίνητα, τα Ολυμπιακά Ακίνητα, τα ακίνητα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, του Υπουργείου Γεωργίας, τα ακίνητα των Ασφαλιστικών Ταμείων, κλπ. Δεύτερον, να εξεταστούν οι τρόποι αξιοποίησής τους και τα δυνητικά έσοδα του Δημοσίου. Τρίτον, να αποτυπωθεί η δυναμική του δημοσίου χρέους σε βάθος χρόνου (π.χ. για την επόμενη δεκαετία) λαμβάνοντας υπόψη αυτόν τον παράγοντα.