Solvency II: Εκτεταμένες Επιπτώσεις από την εφαρμογή της νέας οδηγίας

Η Fitch Ratings αναμένει ότι η εφαρμογή της Solvency II – του νέου ασφαλιστικού ρυθμιστικού καθεστώτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση -, θα ασκήσει πίεση, οδηγώντας σε κάποιες μεταβολές με αναβαθμίσεις και υποβαθμίσεις στις αξιολογήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών.

Οι μεταβολές αυτές είναι πιθανόν να προκύψουν με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά της κάθε εταιρείας και τη διαχείριση της μετάβασης στην εφαρμογή της οδηγίας. Υπό την προϋπόθεση ότι οι τελικές απαιτήσεις του πλαισίου της Solvency II θα είναι παρόμοιες με το τρέχον σχέδιο, ο οργανισμός Fitch δεν αναμένει σε συνολικό επίπεδο σημαντική μεταβολή στις αξιολογήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών που παρακολουθεί.
 
Οι δείκτες φερεγγυότητας των ασφαλιστικών είναι πιθανό να είναι συνολικά, σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα, σε σχέση με το ισχύον πλαίσιο που απορρέει από τη Solvency Ι. Καθώς η Fitch εκτιμά τα κεφάλαια των ασφαλιστικών εταιρειών σε οικονομική βάση, η άποψή της για την κεφαλαιακή επάρκεια των περισσότερων ασφαλιστικών, είναι απίθανο να μεταβληθεί σημαντικά. 

Οι πιέσεις αντίθετα στις αξιολογήσεις, είναι πιο πιθανό να προέλθουν από κινδύνους που συνδέονται με ανάληψη κινήσεων στα πλαίσια του νέου καθεστώτος, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: αυξήσεις κεφαλαίου, αναδιαρθρώσεις, συγχωνεύσεις και εξαγορές, αναγκαστικές αλλαγές στην σύνθεση των προϊόντων και την τιμολόγηση, πίεση εξαιτίας του ανταγωνισμού, ανακατανομή χαρτοφυλακίων και σε ορισμένες περιπτώσεις εξαιτίας της βελτίωσης σε επίπεδο πληροφόρησης και αξιολόγησης στη διαχείριση κινδύνου.

Πολλές από τις ευρωπαϊκές ασφαλιστικές που αξιολογούνται από την Fitch, είναι μεγάλες και διαφοροποιημένες και προηγούνται στη μέτρηση και διαχείριση κινδύνου, σε σχέση με το μέσο όρο του κλάδου. Οι εταιρείες αυτές, στο σύνολό τους, έχουν τους αναγκαίους πόρους και την πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίων για την κάλυψη των απαιτήσεων της Solvency II. 

Η Fitch γι’ αυτές τις ασφαλιστικές εταιρείες, βλέπει σε γενικές γραμμές θετικά στοιχεία στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας από την εφαρμογή της νέας οδηγίας όπως: αύξηση διαθέσιμων κεφαλαίων που μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση της μόχλευσης και κάποια βελτίωση στην αξιολόγηση βάσει του κινδύνου.

Στα αρνητικά μπορεί να αναφερθεί ότι η αύξηση στα εποπτικά κεφάλαια, μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για αναβολή καταβολής τοκομερίδιων. Μπορούν να αναφερθούν επίσης: α) απειλές σε ορισμένους τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς οι αυξημένες κεφαλαιακές απαιτήσεις μπορεί να ζημιώσουν την εμπορική βιωσιμότητα, β) οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι από την εφαρμογή της οδηγίας όπως η ανακατανομή των περιουσιακών στοιχείων και γ) οι πιθανές ανισότητες στον ανταγωνισμό μεταξύ των διεθνών αγορών, εάν τα πρότυπα δεν ερμηνεύονται και εφαρμόζονται με συνέπεια.

Η Fitch προβλέπει ότι οι επιπτώσεις σε όλο τον ασφαλιστικό κλάδο από τη Solvency II θα περιλαμβάνει: αυξημένη συγκεντρωτισμό στην αγορά, κάποια αναδιάρθρωση των κεφαλαίων (π.χ. διαχωρισμός μεταξύ μετοχικού και υβριδικών κεφαλαίων), αυξημένη χρήση των εργαλείων διαχείρισης κεφαλαίων, μια επιτάχυνση της μετάβασης από την ένταση, στην απόδοση κεφαλαίου στην επιχειρηματική πρακτική. Επίσης, ενέργειες μείωσης του κινδύνου, όπως είναι η περίπτωση πώλησης επικίνδυνων περιουσιακών στοιχείων και οι μεταβολές στην τιμολόγηση.

Η Solvency ΙΙ, καθιερώνει τη χρήση των εσωτερικών μοντέλων. Αυτή είναι μια συγκεκριμένη επιχειρηματική μεθοδολογία για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων η οποία χρειάζεται στη συνέχεια την έγκριση των αρμοδίων αρχών. 

Η Fitch εκτιμά ότι η πιθανή πολυπλοκότητα αυτών των μοντέλων θα μειώσει τη διαφάνεια των αποτελεσμάτων, καθώς τα κεφάλαια των εταιρειών θα γίνουν λιγότερο συγκρίσιμα. Ο οργανισμός θεωρεί ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο μειονέκτημα του εισερχόμενου καθεστώτος και γι΄ αυτό θα δώσει μεγαλύτερη βάση στις δικές της εκτιμήσεις για το ύψος των κεφαλαίων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που παρακολουθεί.

Η Fitch εκτιμά ότι, οι προβλεπόμενες προδιαγραφές για την Πέμπτη Ποσοτική Μελέτη Επιπτώσεων (QIS5) είναι λιγότερο δαπανηρές από τις προτεινόμενες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (CEIOPS) και ο μέσος όρος των δεικτών φερεγγυότητας, βάσει QIS5 θα είναι ελαφρώς χαμηλότερος  από αυτόν του QIS4, αν όλες οι άλλες παράμετροι παραμείνουν ίδιες.

Ωστόσο, οι δείκτες φερεγγυότητας του σχεδίου βάσει του QIS5, παραμένουν αβέβαιοι λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβολές στους ισολογισμούς, την κατανομή των περιουσιακών στοιχείων και των πιθανών αναθεωρήσεων των προδιαγραφών. Τα αποτελέσματα θα καθοριστούν από το βαθμό της έκθεσης σε κινδύνους που απαιτούν τις μεγαλύτερες αυξήσεις κεφαλαίου, όπως η ασφάλιση πλοίων, αεροσκαφών και μεταφορών, η ασφάλιση ζωής με υψηλά επίπεδα καλύψεων και τα ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία.