Στον αέρα οι ομολογιούχοι της Ασπίς Κάπιταλ

Κορυφώνεται η αγωνία των ομολογιούχων της Ασπίς Κάπιταλ, μετά την εκπνοή της προθεσμίας για την είσπραξη των τόκων της περιόδου, που παρήλθε χθες άκαρπη. 

Η επέτειος της προθεσμίας απόδοσης των τόκων για το ομόλογο που είχε εκδοθεί το 2005 έληξε χθες 30 Νοεμβρίου, χωρίς οι ομολογιούχοι που προσήλθαν στα καταστήματα της Aspis Bank να εισπράξουν την απόδοση της επένδυσής τους. 

Η εξέλιξη αυτή εντείνει την αγωνία εκατοντάδων επενδυτών για την τύχη των χρημάτων τους, που υπολογίζονται σε αρκετά εκατομμύρια ευρώ, μεγεθύνοντας τις επιπτώσεις από το «σκάσιμο» του ομίλου της Ασπίδος.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η  Aspis Bank έχει οριστεί θεματοφύλακας και δεν φέρει ευθύνη έναντι των ομολογιούχων, αλλά έχει αναλάβει την καταβολή των τόκων μέσω των καταστημάτων της. 

Υπάλληλοι της τράπεζας στους οποίους απευθύνονταν χθες οι κάτοχοι των ομολόγων, δήλωναν ότι δεν έχουν πάρει εντολή για την πληρωμή τους. 

Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη έκδοση ήταν ύψους 10 εκατ. ευρώ και η 30η Νοεμβρίου ήταν η 4η επέτειος καταβολής των τόκων. 

Πρόκειται ουσιαστικά για τη δεύτερη έκδοση ομολόγων που δεν εξυπηρετείται καθώς στον αέρα βρίσκονται επίσης και οι κάτοχοι προηγούμενης έκδοσης, ύψους 8 εκατ. ευρώ που έληξε το Μάιο του 2009 και οι οποίοι δεν έχουν λάβει ούτε το κεφάλαιο ούτε φυσικά τους τόκους.

Τα ερωτήματα για την τύχη αυτών των επενδύσεων αυτών πληθαίνουν μετά την ανάκληση της άδειας της σουηδικής Aspis Liv, στην οποία η Ασπίς Κάπιταλ ήταν μέτοχος με ποσοστό 85% της. 

Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις της Ασπίς Κάπιταλ για το 2008, στο ενεργητικό της περιλαμβάνονται συμμετοχές ύψους 14,5 εκατ. ευρώ, η αποτίμηση των οποίων ελέγχεται καθώς και απαιτήσεις από διάφορους χρεώστες ύψους 45,9 εκατ. ευρώ. 

Ο ακριβής αριθμός των ομολογιούχων της Ασπις Κάπιταλ δεν είναι γνωστός, αλλά το συνολικό ύψος των υποχρεώσεων της εταιρείας, όπως αποτυπώνεται στον ισολογισμό του 2008 ανέρχεται σε 50 εκατ. ευρώ. 

Οι πληροφορίες κάνουν λόγο για δεκάδες καταθέτες ή επενδυτές, που εμπιστεύτηκαν τα χρήματά τους στην εταιρεία με δέλεαρ το υψηλό επιτόκιο, ύψους 7% που υπόσχονταν οι τίτλοι. 

Η εταιρεία, που ανήκει κατά 100% στον Παύλο Ψωμιάδη, φέρεται να έχει προχωρήσει σε πέντε εκδόσεις ομολογιακών τίτλων, από το 2004 έως και το 2006, αξιοποιώντας «παράθυρα» της νομοθεσίας, που της επέτρεπαν σε όλες τις περιπτώσεις να διαφεύγει του εποπτικού ελέγχου. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ οι εν λόγω τίτλοι διατίθεντο κυρίως μέσα από το ασφαλιστικό δίκτυο, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και από το τραπεζικό δίκτυο της Aspis Bank, καμμιά εποπτική αρχή δεν προχώρησε σε επίσημη απαγόρευση της διάθεσής τους. 

Το υπουργείο Ανάπτυξης, ως αρμόδια την περίοδο εκείνη εποπτική αρχή, δήλωνε αναρμόδιο για τον έλεγχο αυτών των προϊόντων στο βαθμό που ο εκδότης τους, δεν ήταν ασφαλιστική εταιρεία, ενώ ο έλεγχος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς προσέκρουσε στο γεγονός ότι για τη διάθεση των συγκεκριμένων τίτλων, δεν απαιτείτο η δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου, στο βαθμό που οι τίτλοι απευθύνονται σε λιγότερα από 100 άτομα, ή σε επενδυτές με συνολική αξία τουλάχιστον 50.000 ευρώ ανά επενδυτή. 

Η ύπαρξη αυτής της γκρίζας ζώνης στη νομοθεσία για τις δημόσιες εγγραφές και ο ελλιπής εποπτικός έλεγχος, επέτρεπε σε μια εταιρεία με αρχικό μετοχικό κεφάλαιο 60.000 ευρώ, να διανέμει μακροπρόθεσμους τίτλους 7ετούς διάρκειας συνολικής αξίας 50 εκατ. ευρώ.