Σοβαρά προβλήματα προκαλεί η έλευση του Solvency II

Αποδέκτης βροχής αιτημάτων από την ασφαλιστική βιομηχανία για ελαστικοποίηση των κανόνων του Solvency II έχει γίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο των συζητήσεων για την εφαρμογή της οδηγίας από το 2012. 

Η αρμόδια επιτροπή CEIOPS, που έχει επιφορτιστεί ως το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έλαβε την περασμένη Παρασκευή, που ήταν η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή των σχετικών προτάσεων, 20.000 σχόλια από εκπροσώπους της ασφαλιστικής βιομηχανίας, αλλά και της χρηματοοικονομικής κοινότητας, τα οποία θα πρέπει να επεξεργαστεί έως τα τέλη Οκτωβρίου. 

Από την πλευρά της ευρωπαϊκής ασφαλιστικής βιομηχανίας, το αρμόδιο θεσμικό όργανο, η  CEA, πρωτοστατεί μεταξύ αυτών που αντιδρούν στους νέους κανόνες και μέσω μιας αυστηρής επιστολής, προς τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα, εγκαλεί την Επιτροπή ότι, εγκατέλειψε τις βασικές αρχές της οικονομικής προσέγγισης και παρουσίασε μια ανεπεξέργαστη και «χονδροειδή» αναθεώρηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων. 

Οι βρετανικές ασφαλιστικές εταιρείες εμφανίζονται να διαμαρτύρονται περισσότερο για την επίπτωση που θα έχουν οι νέοι κανόνες στις εργασίες τους, που συνδέονται με τα ετήσια συνταξιοδοτικά προγράμματα και με σχετική επιστολή τους, μέσω της Association of British Insurers, προειδοποίησαν τη βρετανική κυβέρνηση ότι, θα υποχρεωθούν να διπλασιάσουν τα εποπτικά τους κεφάλαια. 

Στη σχετική επιστολή επισημαίνουν ότι τόσο οι εταιρείες ζωής όσο και οι εταιρείες γενικών ασφαλίσεων, θα υποχρεωθούν να αντλήσουν από τα χρηματιστήρια πρόσθετα κεφάλαια της  τάξης των 50 δις ευρώ, ενώ μεταξύ αυτών που φέρονται να θίγονται περισσότερο είναι η Legal & General, η Aviva και η Prudential, οι οποίες είναι και αυτές που έχουν μεγάλη έκθεση στα ετήσια συνταξιοδοτικά προγράμματα.  

Βασικό επίσης θέμα που δημιουργεί ανησυχία είναι, η πρόθεση του CEIOPS να κάνει αυστηρότερους κανόνες για το είδος των κεφαλαίων που χρησιμοποιεί η ασφαλιστική βιομηχανία στην κάλυψη των υποχρεώσεών της, όπως είναι τα υβριδικά κεφάλαια. 

Για αλλαγές πιέζει άλλωστε και η γερμανική οργάνωση των ασφαλιστικών, η GDV, η οποία μέσω του επικεφαλής της κα. Jorg von Furstenwerth, δήλωσε ότι η γερμανική ασφαλιστική βιομηχανία θα υποχρεωθεί σε πολύ περισσότερα κεφάλαια, από ότι αρχικά αναμενόταν με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε σε αυξήσεις ασφαλίστρων. 

Στο πλευρό της CEA, συμπαρατάχθηκε και ο γαλλικός όμιλος της AXA, που αρχικά ήταν από τους κυριότερους υποστηρικτές του νέου κανονιστικού πλαισίου, ενώ στον αντίποδα βρέθηκε ο επικεφαλής της Zurich, κ. James Schiro, ο οποίος διαφώνησε με την κριτική που ασκείται, επισημαίνοντας ότι ένα ενδεχόμενο πισωγύρισμα, δεν θα έδινε το σωστό σήμα στην αγορά και τους καταναλωτές. Η κριτική ωστόσο για το νέο κανονιστικό πλαίσιο δεν προέρχεται μόνο από την ασφαλιστική βιομηχανία. 

Η Association of Corporate Treasurers της Μεγάλης Βρετανίας, προειδοποίησε ότι οι νέοι κανόνες θα επηρεάσουν τη ικανότητα πρόσβασης του κλάδου στο δανεισμό, δημιουργώντας αλυσιδωτές επιδράσεις στην οικονομία.
 
Ο εκπρόσωπός της κ. John Crout, σημείωσε ότι οι κανόνες θα οδηγήσουν σε μείωση των επενδύσεων της ασφαλιστικής βιομηχανίας σε εταιρικά ομόλογα, εξέλιξη που θα έχει μεγάλη επίπτωση στην πραγματική οικονομία, ενώ από την πλευρά της PwC, ο κ. Jim Bichard, σημείωσε ότι η CEIOPS, προχώρησε πέρα από τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οι προτάσεις της δημιουργούν πρόσθετα κόστη για την ασφαλιστική βιομηχανία. 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να λάβει υπόψη της τις σχετικές αντιδράσεις και σύμφωνα με δημοσιεύματα των Financial Times εμφανίζεται πρόθυμη να δει με μεγαλύτερη συμπάθεια τις προτάσεις που διατυπώνονται, με δεδομένες πάντα και τις εξελίξεις στη σύνθεση του Σώματος.