Να συσταθούν άμεσα Ανοιχτά Ταμεία Επικουρικής Ασφάλισης

Στις μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης που έχει η ελληνική ασφαλιστική αγορά, οι οποίες είναι σε συνάρτηση με την πλήρη εξυγίανση του κλάδου, δίνει το βάρος του κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurolife κ. Γ. Σαρρηγεωργίου.
Σε συνέντευξη του στο Insurance World δίνει έμφαση στις αλλαγές που προοιωνίζονται στην από την εφαρμογή της συνθήκης Solvency II, οι οποίες θα αλλάξουν τα δεδομένα καθώς αναμένονται εξαγορές συγχωνεύσεις και αφαιρέσεις αδειών. Μιλώντας για τα σχέδια της Eurolife τονίζει ότι πολιτική του ομίλου είναι να παρέχει κάθε είδους ασφαλιστική κάλυψη στους πελάτες χωρίς να επικεντρώνεται σε συγκεκριμένους κλάδους.
 
Όσον αφορά την εξαγορά της Activa, αναφέρει ότι λειτούργησε συμπληρωματικά στον τομέα των γενικών ασφαλίσεων, προσφέροντας πρόσβαση σε ένα επιπλέον δίκτυο πρακτόρων και μεσιτών. Στο μείζον θέμα της κοινωνικής ασφάλισης κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην μετάβαση στο σύστημα πλήρους κεφαλαιοποίησης το οποίο πρέπει να προωθήσει η κυβέρνηση δίνοντας φορολογικά κίνητρα.
 – Ποιές είναι οι επιπτώσεις της κρίσης μέχρι σήμερα και κατά πόσο συμμερίζεστε την άποψη ότι, η ανάκαμψη είναι κοντά.
Η κρίση που ζήσαμε και που ζούμε έχει διαστάσεις που κανείς δεν φανταζόταν. Παρ΄όλα αυτά, αυτή τη στιγμή στο χρηματοοικονομικό τομέα μοιάζει να επικρατεί ένα κλίμα αισιοδοξίας για τις προοπτικές σε σχέση με αυτό που επικρατούσε πριν 3 – 4 μήνες, ότι δηλαδή θα δούμε την ανάκαμψη, ξεκινώντας από την Αμερική από το 2010. Αντίθετα στο χώρο της βιομηχανίας, εξακολουθεί να επικρατεί πολύ μεγάλη απαισιοδοξία. 

Υπάρχει αυτή τη στιγμή μια ασυμβατότητα σε επίπεδο παραγωγής και πραγματικής οικονομίας και της οικονομίας που είναι securitized, που είναι δηλαδή σε επίπεδο αγορών, όπου εκεί όπως συμβαίνει συνήθως, η αισιοδοξία προηγείται. Σε κάθε περίπτωση στην ασφαλιστική βιομηχανία, η κρίση επέδρασε κυρίως στα αποτελέσματα, τα οποία κατέρρευσαν και στην απομείωση των κεφαλαίων. 

Ειδικά στην ελληνική περίπτωση οι εταιρίες ήταν ήδη υποκεφαλαιοποιημένες και άρα έχουμε μια απομείωση σε μια χαμηλή βάση. Είχε επίσης σημαντική επίπτωση σε επίπεδο νέων πωλήσεων και νέας παραγωγής. Όλος ο χρηματοοικονομικός κόσμος και στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της δυνατότητας που έδωσε το Πρότυπο 7 και 39, ζήτησε και πήρε κάποιες ρυθμίσεις γιατί το μέγεθος της κατάρρευσης ήταν τέτοιο που έχριζε κάποιων ειδικών ρυθμίσεων. Το μεγάλο θέμα που ανέδειξε η κρίση ήταν το θέμα των αποτιμήσεων σε τιμές mark to market, στο οποίο είχαμε φτάσει ενδεχομένως στα άκρα. 

Αυτό είχε έναν αντίκτυπο φαύλου κύκλου στο βαθμό που φτάσαμε όλες οι εταιρείες αποτιμώνται σε τιμές εκκαθάρισης, κάτι που φυσικά δεν αποτυπώνει την πραγματικότητα σωστά. Άρα τραπεζικός και ασφαλιστικός κλάδος ζήτησαν και έλαβαν κάποιες ρυθμίσεις ώστε οι ισολογισμοί να μην αποτυπώνονται σε mark to market και να έρθουν σε κάποιες άλλες μεθόδους, που θα κάνανε απόσβεση των τεράστιων αναταράξεων της αγοράς.

– Κατά πόσο αυτό είναι μια ευκαιρία για να αναθεωρήσουμε την προσήλωση σε αποτιμήσεις marktomarket και πόσο δικαιολογημένο είναι το αίτημα ορισμένων εταιρειών του κλάδου για ελαστικότερη ερμηνεία της νομοθεσίας σε θέματα αποτιμήσεων;
Να θυμίσω ότι η αποτίμηση σε τιμές αγοράς, ήρθε μετά τα σκάνδαλα όπως αυτό της Enron, αναδεικνύοντας το θέμα της διαφάνειας και την ανάγκη αυτό που αποτυπώνεις στα βιβλία σου να ανταποκρίνεται στις συνθήκες της αγοράς. Πήγαμε λοιπόν στο απόλυτο mark to market, που ίσως είναι μια επίσης ακραία κατάσταση αλλά κατά τη γνώμη μου τότε είχε μια λογική. 

Πιστεύω ότι το “soft mark to market” που εισήχθη με αφορμή την κρίση ήρθε εδώ για να μείνει, όμως εδώ δεν πρέπει να συγχέουμε το εξής, το οποίο επιχειρήθηκε και ίσως επιχειρείται σε ένα βαθμό ακόμα να γίνει: Η κρίση και το πρόβλημα των αποτιμήσεων , αποτέλεσαν ευκαιρία και ίσως και πρόσχημα κατά τη γνώμη μου, να ζητηθεί να κρυφτούν κάτω από το χαλί ,  προβλήματα των υποαποθεματοποιήσεων και υποκεφαλαιοποιήσεων στην ελληνική αγορά, τα οποία δεν είχαν καμιά σχέση με την κρίση. 

Το mark to market λοιπόν έχριζε κάποιων προσαρμογών, οι οποίες έγιναν τόσο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε παγκόσμιο και ήταν πολύ συγκεκριμένες. Δεν μπορούμε συνεπώς να ζητάμε άλλου είδους προσαρμογές οι οποίες θα κρύψουν προβλήματα του παρελθόντος της ελληνικής αγοράς. Αυτό είναι κάτι πολύ βασικό και το δεύτερο είναι ότι χρειάζεται πάρα πολύ μεγάλη προσοχή, στο πώς θα εφαρμοστεί ο νόμος, που δίνει στην εποπτική αρχή ανά εταιρεία που το αιτείται το διακριτικό δικαίωμα να αποτιμήσει περιουσιακά στοιχεία , να ερμηνεύσει ουσιαστικά δηλαδή το νόμο. Οι κανόνες πρέπει να είναι ίδιοι για όλους. 

Το να αποφασίζει ο επόπτης ποια θα είναι η εφαρμογή του νόμου για κάθε εταιρεία εγκυμονεί κινδύνους. Οποιοδήποτε τέτοιο θέμα δημιουργεί θέμα ισονομίας και σωστού ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών, γιατί δεν μπορεί ένα είδος περιουσιακού στοιχείου να είναι αποδεκτό για μια εταιρεία και για άλλη να μην είναι. Αυτό πρακτικά αλλάζει το κόστος κεφαλαίου για την κάθε εταιρεία.

– Ποια είναι η γνώμη σας για το θέμα της δημοσιοποίησης των ονομάτων των εταιρειών που θα κάνουν χρήση των ευνοϊκών διατάξεων;
Πιστεύω ότι λίγο βοηθάει. Κατά τη γνώμη μου αυτή η ρύθμιση είναι λάθος. Δημιουργεί θέματα ανταγωνισμού, θέματα ισονομίας και βάζει μεγάλη πίεση στην ερμηνεία του νόμου. Η κρίση λοιπόν μας απομάκρυνε λίγο από το mark to market, επιλογή που είναι σωστή, αλλά το να φύγουμε από το ένα άκρο και να πάμε στο άλλο, δεν είναι σωστό γιατί θα έχουμε πλασματικά βιβλία.
– Εκτός από τη ρύθμιση για τα ακίνητα, το άρθρο 6 προβλέπει και τη δυνατότητα της αποτίμησης των ομολόγων σε τιμές κτήσης, με την προϋπόθεση της διακράτησης μέχρι τη λήξη. Πόσο συμβατό με την ασφαλιστική δραστηριότητα, βασική δουλειά της οποίας είναι η διαχείριση χαρτοφυλακίου.
Αυτό διαφέρει για τον κλάδο ζωής και τον κλάδο γενικών. Γενικότερα το asset liability matching είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της δουλειάς μας. Να τονίσω ότι με την έλευση του Solvency II και το IFRS 2 το κομμάτι του παθητικού της εταιρείας, οι υποχρεώσεις της δηλαδή, θα είναι mark to market, θα μεταβάλλονται δηλαδή με βάση τα επιτόκια. 

Τώρα η δυνατότητα αυτή περιορίζεται μόνο στο ενεργητικό και όταν ανεβαίνουν π.χ. τα επιτόκια, τα ομόλογα έχουν μικρότερη αξία. Με το υπάρχον σύστημα όμως συμβαίνει οι υποχρεώσεις που έχουν επίσης μια διάρκεια 10 ή 20 ετών, μένουν σταθερές. 

Με το Solvency II, θα μειώνεται και η αξία των υποχρεώσεών όταν θα ανεβαίνουν τα επιτόκια και αντίστοιχα όταν πέσουν, θα αυξάνονται. Άρα λοιπόν το asset liability matching θα αποκτήσει μια τεράστια σημασία στα κεφάλαια που απαιτούνται και εάν είσαι mismatched, δηλαδή εάν έχεις διάρκεια των υποχρεώσεων, διαφορετική από τη διάρκεια του ενεργητικού σου, τότε θα απαιτούνται περισσότερα κεφάλαια. 

Για να το διαχειριστείς αυτό, μπορείς να έχεις ομόλογα τα οποία θα τα κρατήσεις μέχρι τη λήξη. Άρα κάλλιστα μπορεί να δικαιολογηθεί ιδιαίτερα σε εταιρείες ζωής. Πρέπει όμως να πω ότι αυτό είναι κάτι που απαιτεί ειδική τεχνογνωσία και υποστήριξη ΙΤ, με ανθρώπους καλοπληρωμένους και εξειδικευμένους. 

Αυτό μας φέρνει σε ένα άλλο θέμα, ότι δηλαδή το Solvency, θα δημιουργήσει πολύ μεγάλη πίεση σε εταιρείες, που ούτως ή άλλως δεν έχουν την κρίσιμη μάζα και δεν θα μπορούν να προσλάβουν στελέχη ή να πληρώσουν συμβούλους για να κάνουν αυτή τη δουλειά. Έχουμε δηλαδή περάσει μέσα σε λίγα χρόνια από την εποχή που έπαιρνες ένα ομόλογο και το κράταγες σε κάτι που δεν είναι καθόλου αυτονόητο το τι κάνεις και απαιτεί ενεργή διαχείριση, risk management κλπ.

– Το SolvencyII ποιούς κλάδους θα επηρεάσει κυρίως; Τον κλάδο ζωής ή γενικών;
Θα επηρεάσει και τις εταιρείες του κλάδου ζωής, αλλά και τις εταιρείες και του κλάδου γενικών. Οι εκτιμήσεις των ειδικών λένε ότι για μια μέση εταιρεία γενικών θα απαιτηθούν τέσσερις φορές παραπάνω κεφάλαια. 

Αυτό δημιουργεί εκρηκτικές καταστάσεις. Αν θέλουμε να περιγράψουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς, αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι πρόκειται για μια αγορά στην οποία είμαστε υπασφαλισμένοι με κάποιες εταιρείες υποκεφαλαιοποιημένες- υποαποθεματοποιημένες, με χαμηλότερα δηλαδή κεφάλαια από ότι πραγματικά χρειάζονται και σίγουρα σε σχέση με ότι θα χρειαστούν. 

Παράλληλα είναι μια αγορά με μια μεγάλη υπόσχεση. Είμαστε στο 2% ως ποσοστό ασφαλίστρων επί του ΑΕΠ, όταν η μέση Ευρώπη είναι στο 8% και άρα αυτό δημιουργεί προσδοκίες ότι μπορούμε να αναπτυχθούμε πολύ περισσότερο. Αλλά για να πραγματοποιηθεί αυτή η υπόσχεση μας λείπει ένα πράγμα. 

Η αξιοπιστία. Έχοντας τόσα προβλήματα στις εταιρείες του κλάδου αυτοκινήτου και όχι μόνο, ο ασφαλιστικός κλάδος έχει εξαιρετικά κακή φήμη όνομα και έτσι αδυνατεί να πραγματοποιήσει αυτό το άλμα από το 2% στο 8%.

– Η εξυγίανση του κλάδου συζητείται πολλά χρόνια.Τι φταίει και παρά τις σχετικές διακηρύξεις δεν έχει πραγματοποιηθεί;
Όλα αυτά είναι ένα κουβάρι το οποίο για να λυθεί πρέπει να αρχίσουμε από μια άκρη. ρέπει πρώτα από όλα να ξεκινήσουμε από σωστή και εντατική εποπτεία και εφαρμογή του νόμου, η οποία θα βοηθήσει να ξεκαθαρίσει η αγορά. Όποιος δεν παίζει με τους κανόνες του παιχνιδιού θα πρέπει να βγαίνει εκτός. 

Εάν αυτό δεν γίνει με τη σωστή εποπτεία τα επόμενα δύο χρόνια, θα γίνει σίγουρα με το Solvency γιατί εκεί δεν θα μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Άρα θα έχουμε εξαγορές συγχωνεύσεις ή και αφαιρέσεις αδειών ή συνδυασμούς όλων αυτών. Η εξυγίανση θα ξεκινήσει από την αγορά αυτοκινήτου, αλλά για να πετύχει πρέπει και η τελευταία μη σοβαρή εταιρεία, να σταματήσει να υπάρχει. Δεν μπορεί να αφήνεται να λειτουργεί έστω και μια εταιρεία με ανεπαρκές ασφάλιστρο. 

Πρέπει το πρόβλημα να λυθεί με καθολικό τρόπο. Θυμίζω ότι η αγορά του αυτοκινήτου π.χ. στην Ιταλία είναι απολύτως κερδοφόρα και αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υγιής κλάδος αυτοκινήτου είναι εφικτός. Πιστεύω πως μόνο εφόσον καθαρίσει η αγορά του αυτοκινήτου, ο κλάδος θα ανακτήσει την αξιοπιστία του και ο έλληνας θα αρχίσει να αγοράζει ασφάλειες.

Οι εταιρείες που θα μείνουν μπορεί να είναι κάποιες ελληνικές και κάποιες πολυεθνικές, αλλά κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα είναι ότι επειδή η ελληνική αγορά είναι πάρα πολύ μικρή και πάντως κάτω από την κρίσιμη μάζα σε διεθνές επίπεδο, δεν έχει μεγάλη βαρύτητα για τους ξένους και άρα η πολιτική τους έχει περιστασιακές διακυμάνσεις.
Είναι πολύ σημαντικό πως θα χειριστεί ο κλάδος, την επερχόμενη κάθαρση της αγοράς στον κλάδο του αυτοκινήτου. Αυτό που έγινε σε προηγούμενες καταστάσεις, δηλαδή το να βρεθούν εταιρείες να πάρουν το στόλο των εταιρειών που κλείνουν με χαμηλό ασφάλιστρο και μεγάλη προμήθεια, δεν προοιωνίζεται καλές εξελίξεις. Αυτό θα είχε λογική μόνο στην περίπτωση που δεν θα υπήρχε άλλη μη σοβαρή, φθηνή εταιρεία στην αγορά. Αλλιώς θα ανακυκλώνεται το πρόβλημα.
– Αυτό σημαίνει ότι τα επόμενα δύο χρόνια, θα συνεχίσουν να είναι δύσκολα στο βαθμό που θα είναι σε εξέλιξη η διαδικασία της εξυγίανσης.
Πιστεύω ότι πράγματι τα δύσκολα είναι μπροστά μας και ότι η αξιοπιστία θα υποστεί βραχυπρόθεσμα νέο πλήγμα. Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας ότι αυτά που πρέπει να γίνουν δεν είναι ευχάριστα πολιτικά. Το ένα είναι ότι πρέπει να ανέβουν τα ασφάλιστρα του αυτοκινήτου, που είναι τα ασφάλιστρα “του λαού”, αυτά που πληρώνει ο καθένας. Το δεύτερο είναι ότι θα αυξηθεί η ανεργία στον κλάδο. Είναι σαφές ότι όσο μειώνεται ο αριθμός των εταιρειών η ανεργία θα αυξάνεται και μόνον όταν ανακτήσουμε αξιοπιστία και αρχίζει να μεγαλώνει ο χώρος, θα αρχίσει να απορροφά ξανά κόσμο ο ασφαλιστικός κλάδος. Αυτά και τα δύο δεν είναι πολιτικά ευχάριστα.
– Η κρίση σε επίπεδο πωλήσεων έχει επηρεάσει κυρίως την παραγωγή των προϊόντων unitlinked. Είναι παροδικό πιστεύετε αυτό και κατά πόσο τουλάχιστον για τον όμιλο της Eurobank, σημαίνει ότι το bancassurance έχει εξαντλήσει τη δυναμική του;
Η κρίση σε επίπεδο πωλήσεων έχει αναμφισβήτητα επηρεάσει τη νέα παραγωγή ειδικά των προϊόντων Unit Linked. Όμως αυτό νομίζω ότι είναι παροδικό. Aπασχολεί την αγορά και σίγουρα πιέζει τα αποτελέσματα σε μια εποχή που λείπουν κεφάλαια και αποθέματα από πολλές εταιρείες, αλλά όταν η κρίση γυρίσει, θα γυρίσει και αυτό. 

Η επίδραση αποτυπώνεται όχι μόνο στο συνολικό χαρτοφυλάκιο, το οποίο μπορεί να είναι λίγο κάτω ή λίγο πιο πάνω, αλλά και στη νέα παραγωγή,  δηλαδή τα κομμάτια που πουλάμε και σε αυτούς τους όρους η αγορά είναι κάτω. Αυτό εάν το δούμε ως ασφαλιστική συνείδηση του έλληνα, δηλαδή εάν μεγαλώνει η πίτα ή όχι, τότε μπορούμε να δούμε ότι η πικρή αλήθεια είναι ότι η πίτα δεν μεγαλώνει και οι αιτίες είναι αυτές που ανέφερα πριν. Και το βάρος κατ΄αρχήν πέφτει στην εποπτεία, η οποία υπάρχει και πρέπει να δράσει με ρυθμούς ταχύτερους από ότι έχει κάνει μέχρι τώρα.

Όσο για το κατά πόσο το bankassurance εξαντλήθηκε, ώριμες αγορές, όπως είναι η Ιταλία είναι στο 65% της νέας παραγωγής ζωής μέσω Β/Α. Η Ελλάδα είναι προφανές ότι απέχει από αυτό το σημείο και άρα η προοπτική είναι ακόμα πάρα πολύ μεγάλη. Ειδικά για την Eurobank – η οποία είναι όχι μόνο η πρώτη διδάξασα – αλλά και ως Τράπεζα παραμένει το ισχυρότερο δίκτυο bancassurance στην Ελλάδα – και ένα δίκτυο με σημαντική τεχνογνωσία στο αντικείμενο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο – πιστεύουμε ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή μιας διαδρομής με μεγάλες προοπτικές
– Τι είδους προϊόντα θα μπορούσαν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κόσμου σε αυτή τη συγκυρία. Πιστεύετε ότι είναι κατάλληλη η στιγμή για την προώθηση στην αγορά προϊόντων unitlinked;
Τα unit linked που είναι σχεδιασμένα ως structured products ή συνδέονται με αμοιβαία κεφάλαια, συμπεριφέρονται και ως αμοιβαία κεφάλαια, δηλαδή ο κόσμος αγοράζει όταν η αγορά είναι πάνω. Όταν η αγορά είναι κάτω αυτό που βλέπουμε είναι ότι γενικά το κοινό δεν τοποθετείται σε αυτή τη συγκυρία.
Η  EFG Eurolife έχει αυτή τη στιγμή άνω του 60% της παραγωγής της σε προϊόντα περιοδικών καταβολών. Επομένως όταν κατέρρευσε η αγορά των εφάπαξ unit linked το μερίδιό μας έπεσε σχετικά λίγο. Τα τελευταία 5 χρόνια δεν εξαρτόμαστε πλέον μόνον από τα εφάπαξ προϊόντα. Όταν η αγορά ανακάμψει προφανώς οι πωλήσεις αυτών των προϊόντων είναι ευπρόσδεκτες και επιθυμητές και θα έρθουν. 

Το δεύτερο είναι ότι το μοντέλο είναι πλέον πολυδικτυακό. Βεβαίως το bankassurance είναι η δύναμη της Eurolife και η Τράπεζα έχει το ισχυρότερο δίκτυο bankassurance στην Ελλάδα. Παράλληλα όμως και συμπληρωματικά έχουν αναπτυχθεί και άλλα εναλλακτικά δίκτυα, «μη παραδοσιακά οργανωμένα, παραδοσιακά δίκτυα», τα οποία αυτή τη στιγμή φέρνουν το ένα τρίτο της νέας παραγωγής ζωής περιοδικού ασφαλίστρου  και πάνω από το 50% της παραγωγής των γενικών.
 
Έχουμε πολλά μοντέλα, όπως multi level marketers, eurolife team, in house πωλητές, μεσίτες, πράκτορες κα. Όλα αυτά τα δίκτυα είναι εξαιρετικά πολύτιμα για εμάς. Η διασπορά των καναλιών διανομής έχει τη λογική ότι σε μια ενδεχόμενη κρίση ο ασφαλιστής συνεχίζει να πουλάει ενώ άλλα κανάλια επηρεάζονται περισσότερο από την κρίση ή και αντιστρόφως

– Η εξαγορά της Activa, σε ποιά λογική εντάσσεται;
Η πολιτική μας είναι να καλύψουμε όλα τα δίκτυα και όλα τα προϊόντα. Στο πλαίσιο αυτό η εξαγορά μιας εξαιρετικής εταιρείας με τεχνογνωσία και ποιοτικό χαρτοφυλάκιο, λειτούργησε συμπληρωματικά στον τομέα των γενικών. 

Επιπρόσθετα η  Activa μας προσέφερε  πρόσβαση σε ένα πολύτιμο πρακτορειακό και μεσιτικό δίκτυο, επίσης συμπληρωματικό με το δικό μας, με προοπτική την κερδοφόρο ανάπτυξη. Μπορούμε να καλύψουμε οιονδήποτε κίνδυνο, να θυμίσω π.χ. ότι είμαστε ο μεγαλύτερος ασφαλιστής ξενοδοχείων, αλλά με την προϋπόθεση ότι μπορούμε να έχουμε σοβαρή ιδία κράτηση. Βέβαια, το retail και η μικρή επιχείρηση είναι για μας οι πλέον ενδιαφέροντες τομείς.

– Παράλληλα όμως αναπτύσσεστε και σε άλλους τομείς, όπως ο τομέας της υγείας. Συμμερίζεστε την άποψη ότι η αγορά πρέπει να πάει σε πιο βραχυχρόνια προϊόντα;
Πράγματι, έχουμε επεκταθεί στον τομέας της υγείας εδώ και δύο χρόνια με πολύ ανταγωνιστικά προϊόντα και συμφωνώ απόλυτα με την τάση για πιο βραχυπρόθεσμα προϊόντα στον κλάδο. Αυτή άλλωστε είναι και η τάση παγκοσμίως. Βέβαια πρέπει να διευκρινίσουμε ότι τα ετησίως ανανεούμενα συμβόλαια, είναι προγράμματα που λειτουργούν ως group. Ασφαλίζοντας π.χ. 10.000 άτομα σε αυτό το πρόγραμμα, εκτιμάται το αποτέλεσμα αυτού του πλήθους των ασφαλισμένων κάθε χρόνο και προσαρμόζεται ανάλογα η πολιτική της εταιρίας.
– Ποια είναι για σας η βέλτιστη σύνθεση χαρτοφυλακίου;
Βέλτιστη σύνθεση χαρτοφυλακίου είναι να είσαι μια ολοκληρωμένη εταιρεία, καλύπτοντας όλες τις ανάγκες για τον πελάτη. Η πολιτική μας, είναι να διαθέτουμε μέσω όλων των καναλιών όλα τα προϊόντα. Αν έχουμε ένα ισορροπημένο χαρτοφυλάκιο, επιτυγχάνουμε πολύ καλή συνολική απόδοση. Ασφαλίζουμε π.χ. και αυτοκίνητα φθάνει να είναι τιμολογημένα σωστά. Στο αυτοκίνητο δεν είμαστε κατ΄ ανάγκη ακριβοί . Ανάλογα με τον τομέα στο αυτοκίνητο είμαστε εκεί που πρέπει ακριβοί και αλλού άκρως ανταγωνιστικοί.
Για μας είναι σημαντικό πόσο μεγάλοι είμαστε και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ΕFG Eurolife είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες της αγοράς σε παραγωγή. Ακόμη πιο σημαντικό στοιχείο όμως είναι ότι είμαστε η πιο κερδοφόρα εταιρεία της αγοράς. Εκεί συντίθενται όλα για τον μέτοχο, αλλά και για τον ασφαλισμένο, γιατί κερδοφορία σημαίνει και ότι μακροπρόθεσμα προσθέτεις αξία στην σχέση με τον πελάτη αλλά και ότι είναι εξασφαλισμένος.
Οι ασφάλειες είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τον όμιλο της Eurobank, είναι “on strategy” γιατί συμπληρώνουν την παρεχόμενη υπηρεσία στον πελάτη. Σχετικά με το Basel II, η θέση που δεσμεύει ο όμιλος στην Εurolife είναι περιορισμένη σε σχέση με τα συνολικά του κεφάλαια και στο βαθμό που η εταιρεία είναι κερδοφόρα αυτά τα κεφάλαια που δεσμεύει δεν συνιστούν πρόβλημα.
– Πως αντιμετωπίζεται τον ανταγωνισμό σε επίπεδο αποδόσεων από άλλα προϊόντα, όπως οι προθεσμιακές καταθέσεις ή τα ομόλογα;
Κατ’ αρχήν υπάρχει το μέγιστο 3,35% το οποίο μπορεί να γίνει υψηλότερο μέσα από τα μερίσματα. Η ΕFG Eurolife έχει τέτοια προϊόντα που έχουν αποδώσει πάνω από 4% τα τελευταία χρόνια. Για εμένα εδώ γίνεται ένα λάθος, που έχει να κάνει με την αρχή του financial planning και αφορά ουσιαστικά στο ερώτημα του τι θα κάνει κάποιος με τη σύνταξή του, πέρα από αυτό που θα πάρει από το ταμιευτήριο στις καταθέσεις του. 

Κατά τη γνώμη του το financial planning για ένα μέσο άνθρωπο, πρέπει να περιλαμβάνει το κεφάλαιο που λέγεται risk management. Αυτό εμπεριέχει μια σειρά από βασικές ανάγκες και προτεραιότητες, οι οποίες εκτός από την επένδυσή του, αφορούν στη σύνταξή του, στην ασφάλιση του σπιτιού κ.α. Π.χ. σε έρευνες που έχουμε κάνει έχουμε διαπιστώσει ότι ο έλληνας δεν ασφαλίζει το σπίτι του γιατί θεωρεί ότι είναι μια πολύ ακριβή υπόθεση που θα του στοιχίσει π.χ. 1.500 ευρώ το χρόνο, ενώ στην πραγματικότητα το κόστος είναι 300 ευρώ για ένα μέσο σπίτι. Το risk management υπαγορεύει τη σωστή ασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη, όπως επίσης την ασφάλιση για τη σύνταξη (το ρίσκο μακροβιότητας) .

Εκεί λοιπόν οι επενδύσεις που κάνει κανείς για τη σύνταξή του δεν είναι στην ίδια λογική με τις επενδύσεις που κάνει των υπολοίπων κεφαλαίων του, όπου μετακινούμενος από διαφορετικές μορφές τοποθετήσεων, προθεσμιακές ομόλογα κλπ, κυνηγά την μέγιστη απόδοση. Τα χρήματα αυτά υπάρχουν  για να βρίσκονται εκεί την ώρα που κάποιος θα φτάσει στην ηλικία των 60 ή 65. Οι επενδυτικές παράμετροι για το συνταξιοδοτικό σου πρέπει να είναι τελείως διαφορετικές από τις άλλες επιλογές σου.

Η συμβουλή που λέμε σε όλους είναι να πληρώνουν πρώτα τον εαυτό τους, δηλαδή όταν παίρνεις το μισθό σου και αφού βγάλεις τις κρατήσεις και τους φόρους, από αυτό που θα σου μείνει πρέπει να “πληρώσεις”πρώτα τον εαυτό σου και μετά το ενοίκιο και τα λοιπά έξοδα.
– Στην Ελλάδα έχει γίνει πολύ λόγος για το θέμα της κοινωνικής ασφάλισης σε σχέση με τις δημοσιονομκές δυνατότητες της χώρας και έχουν γίνει κατά καιρούς διάφορες προσπάθειες μεταρρυθμίσεων; Πως τις αξιολογείτε;
Το θέμα είναι πολύ σημαντικό και χωρίζεται σε δύο σκέλη. Το πρώτο είναι το ζήτημα της διαχείρισης του πρώτου πυλώνα, δηλαδή της διαχείρισης των Ταμείων με τα γνωστά προβλήματα. Εκεί η πολιτεία πήρε πριν από μερικούς μήνες, κάποια μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση. 

Δεν πρέπει όμως να έχουμε τη ψευδαίσθηση ότι με αυτά τα μέτρα, λύθηκε το ασφαλιστικό πρόβλημα. Το μεγάλο πρόβλημα της ασφάλισης είναι το θέμα της μετάβασης στο σύστημα της πλήρους κεφαλαιοποίησης. Πρόκειται για το σύστημα, στο οποίο για τη σύνταξη που θα πάρω σε x χρόνια σχηματίζεται σήμερα το κεφάλαιο, το οποίο μεγαλώνει και ταξιδεύει μαζί μου στο χρόνο και θα το πάρω την κατάλληλη στιγμή. 

Αντίθετα στο υπάρχον σύστημα pay us you go , ο καθένας μας πληρώνει τη σύνταξη των γονιών του και τα παιδιά του τη σύνταξη τη δική του. Δεν πρέπει λοιπόν να συγχέουμε το νοικοκύρεμα των υπαρχόντων ταμείων στον πρώτο και δεύτερο πυλώνα στην Ελλάδα με την ανάγκη για τη μετάβαση σε σύστημα πλήρους κεφαλαιοποίησης.

– Τι χρειάζεται άμεσα για να γίνει αυτή η μετάβαση;
Χρειάζεται να δοθούν φορολογικά κίνητρα τέτοια, ώστε ο καθένας να φτιάξει το δικό του αποταμιευτικό λογαριασμό. Να μου επιτραπεί δηλαδή προ φόρων να βάζω x ευρώ το χρόνο σε έναν αποταμιευτικό λογαριασμό. Αυτός ο λογαριασμός θα λειτουργεί μέσα σε ένα θεσμικό πλαίσιο, ορισμένο από την πολιτεία, επιτηρούμενο αυστηρά, όπως έχει συμβεί σε άλλες  χώρες. Αυτή η αποταμίευση θα σχηματίζεται προ φόρων ώστε ο καθένας να έχει κίνητρο να το κάνει και θα υπάρχει έως τη χρονική στιγμή που ο δικαιούχος θα βγει σε σύνταξη.
 
Η φορολογική απαλλαγή προ φόρων είναι η συνταγή που έχει εφαρμοστεί σε όσες χώρες έχουν δώσει κίνητρα. Υπάρχουν και πιο επιθετικά σενάρια, τα οποία τα έχουν εφαρμόσει χώρες, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Ουγγαρία, όπου από τις κρατήσεις που σήμερα γίνονται για τον κύριο φορέα ασφάλισης, σου δίνει το δικαίωμα ένα τμήμα να το πάρεις και το βάλεις σε ένα προσωπικό σου λογαριασμό, που θα τον διαχειρίζεται όποιος διαχειριστής επιλέξεις, μέσα σε αυτό το θεσμικό πλαίσιο.
– Ο ρόλος της ιδιωτικής ασφαλιστικής αγοράς σε αυτή την περίπτωση ποιος θα είναι;
Σε επίπεδο τρίτου πυλώνα, ο ιδιωτικός τομέας, μπορεί να αναλάβει ρόλο διαχειριστή και παρά το γεγονός ότι οι φορολογικές απαλλαγές, συνεπάγονται πίεση στα δημοσιονομικά, το βέβαιο είναι ότι, πρέπει να ξεκινήσουμε γιατί κάποια στιγμή το πρόβλημα θα σκάσει. Το δεύτερο κομμάτι είναι στο δεύτερο πυλώνα, δηλαδή στα γνωστά επικουρικά ταμεία. Θυμίζω ότι υπάρχει ο νόμος για τα Επαγγελματικά Ταμεία, αλλά έχει τέτοιες ασάφειες, με αποτέλεσμα να μην έχει δουλέψει. 

Πιστεύω ότι πρέπει να συσταθεί άμεσα ο θεσμός των ανοιχτών ταμείων επικουρικής ασφάλισης, πάνω στον ίδιο το νόμο που υπάρχει. Στα ταμεία αυτά θα μπορούν να συμμετέχουν εργαζόμενοι είτε από κλάδους είτε από ομάδες που δεν ανήκουν σ τον ίδιο κλάδο. Ο νόμος όπως είναι φτιαγμένος, επιχειρεί ουσιαστικά να ξαναεφεύρει τον τροχό, δηλαδή σε υποχρεώνει να φτιάξεις εταιρεία, η οποία θα έχει κεφάλαια, θα έχει διοίκηση και αυτή η εταιρεία να κάνει το Ταμείο, όταν όλη η ασφαλιστική αγορά, αυτή τη δουλειά κάνει. 

Έχει την υποδομή, την εμπειρία, τη μηχανοργάνωση, τη διοίκηση για να λειτουργήσει άμεσα. Υπάρχει εγγενώς στην ελληνική κοινωνία μια διάθεση καχυποψίας απέναντι στην ασφαλιστική αγορά και το μόνο που μένει είναι η πολιτεία να βάλει το ρυθμιστικό πλαίσιο, αξιοποιώντας την Εποπτική Αρχή σε συνεργασία με την Εθνική Αναλογιστική Αρχή. 

Πρόκειται ουσιαστικά για ένα ομαδικό πρόγραμμα, με τη διαφορά ότι θα έχει φορολογικά κίνητρα, τα οποία σε κάθε περίπτωση πρέπει να δοθούν γιατί αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση κάποιος να προνοήσει σε τέτοιο βαθμό, ώστε σε x χρόνια να έχει σχηματίσει ατομικό κεφάλαιο σύνταξης.

– Προφανώς προβλέπουμε ότι το κοινωνικό σύστημα ασφάλισης δεν θα σου εξασφαλίζει επαρκή σύνταξη.
Εδώ υπάρχει ένα σοβαρό πολιτικό θέμα, το οποίο ίσως εξηγεί και την όλη κατάσταση. Η γενιά των baby boomers, οδηγεί το σύστημα σε αδιέξοδο, για τον απλό λόγο ότι είναι αυτή που βγαίνει στη σύνταξη και είναι πολλοί, σε αντίθεση με αυτούς που δουλεύουν, δηλαδή τα παιδιά τους, οι οποίοι είναι λίγοι. Πρόκειται για απλή αριθμητική, η οποία δεν βγαίνει , αφού βγαίνουν στη σύνταξη 100 και δουλεύουν 10. 

Το πρόβλημα είναι ότι η γενιά μετά τους baby boomers θα κληθεί να πληρώσει δύο λογαριασμούς, δηλαδή το pay us you go της σύνταξης του γονιού του και θα κληθεί να φτιάξει και το πλήρως κεφαλαιοποιημένο σύστημα για τον εαυτό του. Αυτό πολιτικά είναι εκρηκτικός συνδυασμός γιατί είναι πολύ άσχημα νέα για το πορτοφόλι τόσο του ψηφοφόρου όσο και της πολιτείας και είναι κατά συνέπεια πολύ δύσκολο στους πολιτικούς να το εφαρμόσουν. Αλλά αν δεν κάνουμε τίποτε, θα φτάσει η στιγμή που κάποιος άτυχος επικεφαλής, θα χρειαστεί να βάλει τέτοιους φόρους, που θα προκαλέσει σοβαρή η κοινωνική αναταραχή .

Η μεταρρύθμιση που έγινε ήταν διαχείριση προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά αφορά σε μέρος μόνο του ελληνικού ασφαλιστικού συστήματος. Το θέμα δεν είναι όμως εκεί,αλλά στο να σχηματίσει ο καθένας μας τώρα το κεφάλαιο για τη σύνταξή του σε μερικές δεκαετίες. 

Κατά πόσο το πρόβλημα θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μέσα από τη νομιμοποίηση των μεταναστών;

Προφανώς αυτό δεν φθάνει να καλύψει το δημογραφικό πρόβλημα. Σήμερα οι προβλέψεις για εκτροχιασμό του συστήματος, αφορούν και χώρες που έχουν κάνει τα πρώτα βήματα για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και στην Αμερική. Εως τώρα είχαμε περισσότερους να δουλεύουν και λιγότερους να βγαίνουν στη σύνταξη. Η νομιμοποίηση των μεταναστών σαφώς βοηθάει το σύστημα, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα.

Η ανάπτυξη της αγοράς των συντάξεων και η ενίσχυση της αξιοπιστίας της αγοράς είναι τα δύο θέματα που μπορούν να λειτουργήσουν ως μοχλός για την ανάπτυξη της ασφαλιστικής αγοράς. Η εξυγίανση βοηθάει την αξιοπιστία και η αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού μας οδηγεί σε μεγαλύτερα νούμερα.
– Πιο πιστεύετε ότι θα είναι το μέλλον της Ασφάλισης στην Ελλάδα;
Πιστεύω πως το μέλλον της Ελληνικής Ασφαλιστικής αγοράς είναι λαμπρό υπό τις  εξής προϋποθέσεις “τόλμης” :
α) Τόλμη από την εποπτεία να εφαρμόσει άμεσα τους κανόνες του παιχνιδιού για όλους -χωρίς αναβολές-βάζοντας έτσι τα θεμέλια της αξιοπιστίας της αγοράς
β) Τόλμη από τους συμμετέχοντες στην αγορά να μην παρασυρθούν στην πρόσκαιρη και ζημιογόνο αναζήτηση μεριδίων
και
γ) Τόλμη από την πολιτεία να προχωρήσει στην ουσιαστική (πλήρους κεφαλαιοποίησης) ασφαλιστική μεταρρύθμιση  τώρα δίδοντας κίνητρα για αποταμίευση προ φόρων