Η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης αναμένεται να δώσει σαφή κατεύθυνση για την πορεία της ιδιωτικής ασφάλισης, καθώς η αγορά προσβλέπει στις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού για ενίσχυση του θεσμού, με στόχο την κάλυψη των αναγκών εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών και επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, οι φορολογικές ελαφρύνσεις για τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα αξιολογούνται θετικά. Ωστόσο, οι παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς ζητούν παράλληλα στοχευμένες παρεμβάσεις για την επίλυση χρόνιων προβλημάτων.
Ένα από τα πλέον κρίσιμα ζητήματα παραμένει η πρόσβαση στην ιδιωτική ασφάλιση υγείας. Με τις συνεχείς αναπροσαρμογές ασφαλίστρων και το αυξημένο κόστος υγείας, χιλιάδες οικογένειες δυσκολεύονται να διατηρήσουν την κάλυψή τους. Οι ειδικοί ζητούν θεσμοθέτηση πλαισίου που θα διασφαλίζει δίκαιη και διαφανή αναπροσαρμογή ασφαλίστρων, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
Παράλληλα, η ανάγκη για ουσιαστική ρύθμιση οφειλών είναι εμφανής, καθώς δεκάδες χιλιάδες ασφαλιστήρια παραμένουν ανενεργά ή ακυρωμένα, στερώντας προστασία από τους πολίτες και ρευστότητα από την αγορά.
Η μάστιγα των ανασφάλιστων οχημάτων εξακολουθεί να αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Στοιχεία δείχνουν ότι περισσότερα από 500.000 οχήματα κυκλοφορούν χωρίς ασφάλιση, θέτοντας σε κίνδυνο την οδική ασφάλεια και τα ασφαλιστικά σχήματα που αναλαμβάνουν το κόστος των αποζημιώσεων. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η αξιοποίηση της ψηφιακής βάσης δεδομένων και ο ενιαίος ηλεκτρονικός έλεγχος αποτελούν μονόδρομο για την αντιμετώπιση του φαινομένου.
Την ίδια ώρα, οι αυξημένες τραπεζικές και ενεργειακές χρεώσεις επιβαρύνουν τη λειτουργία των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, οι οποίοι αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του κλάδου. Ένα μικρό γραφείο ασφαλιστικού πράκτορα ή μεσίτη δαπανά χιλιάδες ευρώ ετησίως για λειτουργικά κόστη, περιορίζοντας την ανταγωνιστικότητά του.
Σημαντικό πλήγμα υφίσταται και από το υψηλό στεγαστικό κόστος, καθώς πολλοί ασφαλισμένοι και επαγγελματίες δαπανούν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους για ενοίκια. Η αξιοποίηση αδρανών ακινήτων του Δημοσίου, υπηρεσιών και τραπεζών θα μπορούσε να βελτιώσει την κοινωνική συνοχή και την αγοραστική δύναμη των πολιτών.
Η αγορά υπογραμμίζει ότι υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για γενναιότερα μέτρα στήριξης, ώστε η ιδιωτική ασφάλιση να λειτουργεί συμπληρωματικά προς το κράτος και να ενισχύει τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Τέλος, ζητούμενο παραμένει η ισορροπία στην αγορά εργασίας, με την εισαγωγή της ψηφιακής κάρτας εργασίας και την ενίσχυση της ευελιξίας για ασφαλιστικά γραφεία και εποχικούς κλάδους, προκειμένου να διασφαλιστεί μια σταθερή και ανταγωνιστική ασφαλιστική αγορά.