Α. Σαρρηγεωργίου: Αξιόπιστος εγγυητής στην νέα φάση της ιδιωτικής ασφάλισης το αυστηρό νομικό πλαίσιο

Τις απόψεις του για το μέλλον της ασφαλιστικής αγοράς κατέθεσε στην εκδήλωση που διοργανώθηκε από τα Επιμελητήρια Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Πειραιά και την ΕΑΔΕ ο Α> Σαρρηγεωργίου. Ακολουθεί η ομιλία:
«Η ελληνική οικονομία πέρασε έξι δύσκολα χρόνια και περνάει ακόμα δύσκολα. Έξι χρόνια που άλλαξαν τη λειτουργία, τη δομή, τη σύνθεση της οικονομίας αλλά και τον τρόπο σκέψης, λειτουργίας και αντίδρασης όλων μας: εταιριών, στελεχών, διαμεσολαβούντων, καταναλωτών αλλά και του καθενός από εμάς σε ατομικό επίπεδο. Η κρίση μοιάζει πως σιγά σιγά μας αφήνει και πως η χώρα μας – όπως δείχνουν τα μακροοικονομικά μεγέθη τουλάχιστον – εξέρχεται σταδιακά από αυτή τη δύσκολη αυτή περίοδο. Έχουν ωστόσο επέλθει ποιοτικές και ποσοτικές αλλαγές οι οποίες έχουν αφήσει τα σημάδια τους στις ψυχές και στις .. τσέπες μας!
Η ελληνική ασφαλιστική αγορά δε θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από την κατάσταση της οικονομίας. Τη χρονιά που μας πέρασε παρουσίασε συνολική πτώση του τζίρου της, της τάξης του 9,3% με τα ασφάλιστρα να έχουν πέσει στα € 3,8 δις περίπου από τα € 5,5 δις που άγγιζαν επτά χρόνια νωρίτερα.
Τα στοιχεία οκταμήνου που δημοσίευσε η ΕΑΕΕ πριν από μερικές μέρες, δείχνουν μια τάση σταθεροποίησης, με μικρή πτώση των ασφαλίστρων της τάξης του -1,2%, αύξηση +11,1% για τον κλάδο ζωής και πτώση -9,7% για τον κλάδο κατά ζημιών.
Από όλα αυτά πρέπει να θυμόμαστε ότι τελικά η ασφαλιστική αγορά στη χώρα μας, αυτή η αγορά των €3,8δις (μέγεθος που αντιστοιχεί σε μια μεσαία ευρωπαϊκή ασφαλιστική εταιρεία), ήταν πάντοτε μια μικρή αγορά που συρρικνώθηκε περισσότερο λόγω της κρίσης. Οι λόγοι είναι λίγο πολύ γνωστοί.
Η μέχρι πρόσφατα εκτεταμένη κάλυψη ασφαλιστικών αναγκών -κυρίως της σύνταξης και της υγείας- από το κράτος, με αποτέλεσμα αρκετοί πολίτες να θεωρούν ότι δεν χρειάζεται να ασχοληθούν περαιτέρω με το ζήτημα. Οι παροχές ήταν μεγάλες (τουλάχιστον σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη) και το αντίτιμο χαμηλό, κι έτσι κυριάρχησε η αντίληψη ότι δεν υπήρχε στην ουσία ανάγκη για επιπλέον ασφάλιση στους τομείς αυτούς. Στην Ελλάδα, μέχρι χθες, σύνταξη και υγεία σήμαινε κράτος.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι μέχρι πρόσφατα στην Ελλάδα οι συντάξεις είχαν 95,7% αναπλήρωση του τελευταίου μισθού (Έκθεση της ΤτΕ 2012 για τη Νομισματική Πολιτική) με αυτή να προέρχεται 100% από το κράτος, ενώ ο ΜΟ των χωρών του ΟΟΣΑ είναι χαμηλότερος από 60%. Σήμερα η μεγάλη συρρίκνωση των ασφαλιστικών ταμείων στον πρώτο πυλώνα, οδηγεί σε μια ελάχιστη εγγυημένη κρατική σύνταξη που εκτιμάται πως θα φτάνει τα €360, και δημιουργεί την ανάγκη στους πολίτες για αναπλήρωση των παροχών μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στη γενιά των baby boomers που τώρα βγαίνει στη σύνταξη υπάρχει μια πολύ δύσκολη αλήθεια που πρέπει να ειπωθεί: Πως θα πεις στους πολίτες ότι τα ταμεία του αναδιανεμητικού συστήματος μόλις και μετά βίας επαρκούν για να πληρώσουν τη σύνταξη των γονιών τους, ενώ οι ίδιοι οι baby boomers πρέπει να αποταμιεύσουν με κεφαλαιοκρατικό σύστημα για τη δική τους σύνταξη, τη στιγμή που η ανεργία στην Ελλάδα είναι στο 30% και η φορολογία αυξάνεται για την κάλυψη των αναγκών του μνημονίου;
Δεν πρέπει επίσης να παραβλέψουμε τη γενικότερη αντιμετώπιση της ασφαλιστικής αγοράς από την Πολιτεία σε σχέση και με το κοινωνικό κράτος. Όλες οι κυβερνήσεις την έβλεπαν μάλλον ως κάτι περιττό, ως είδος πολυτελείας, χωρίς να αντιλαμβάνονται την πραγματική ωφέλεια που είχε ο έλληνας πολίτη με αποτέλεσμα τα όποια -λίγα- κίνητρα υπήρχαν πριν από την κρίση, να έχουν καταργηθεί.
Επομένως στην Ελλάδα που ανατέλλει, ο μέσος έλληνας πολίτης μοιάζει να αντιλαμβάνεται πλέον, ότι δεν μπορεί να τα περιμένει όλα από το κοινωνικό κράτος και ότι πρέπει συμπληρωματικά να αναζητήσει λύσεις και στην ιδιωτική ασφάλιση.
Ας δούμε όμως και που βρισκόμαστε από την πλευρά της προσφοράς ασφαλιστικών υπηρεσιών, δηλαδή της προσφοράς μας:
Η ελληνική ασφαλιστική αγορά πλησιάζει τα 200 χρόνια ζωής και η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος συμπληρώνει φέτος 107 γενέθλιά της. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι η εποπτεία, η σοβαρή, τεχνοκρατική και ενδελεχής εποπτεία του κλάδου μας, έχει ιστορία μόλις 5 ή 6 ετών.
Η συγκυρία είναι μοναδική: Την ώρα που στη χώρα μας η ιδιωτική ασφάλιση καλείται να διαδραματίσει τον συμπληρωματικό, αλλά αναντικατάστατο ρόλο της, σε ολόκληρη την Ευρώπη η ασφαλιστική βιομηχανία περνά μέσα από το νέο, αυστηρό θεσμικό πλαίσιο «Φερεγγυότητα 2» (Solvency 2) σε μια περίοδο που θεσμικά, πλέον, δεν θα επιτρέπεται να αναπτυχθούν παθογένειες, όπως αυτές που καταδίκασαν τα περασμένα χρόνια την ελληνική ιδιωτική ασφάλιση σε έναν αναιμικό ρόλο. Πρόσθετη εγγύηση στην πορεία ωρίμανσης της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, αποτελεί η εποπτεία η οποία ασκείται από το 2010 εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος. Νομίζω ότι δεν θα υπήρχε πιο αξιόπιστος εγγυητής της νέας φάσης στην οποία εισέρχεται η ιδιωτική ασφάλιση, καθώς εναρμονίζεται με το νέο αυστηρό ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο.

Αυτή ακριβώς η μετάβαση στη νέα εποχή, τόσο από πλευράς ζήτησης, όσο και από πλευράς προσφοράς ασφαλιστικών υπηρεσιών κάνει τις ευθύνες όλων όσων εμπλεκόμαστε στην ασφαλιστική αγορά, ακόμη μεγαλύτερες.
Πρέπει να κοιταχτούμε στον καθρέφτη όλοι εμείς, ως αγορά και να κάνουμε όλα αυτά που πρέπει, όλα αυτά που δεν παίρνουν άλλη αναβολή. Κι όταν λέω όλοι εμείς, εννοώ τις εταιρείες, τα στελέχη, τους διαμεσολαβούντες και τους επόπτες. Ο καθένας από εμάς έχει διακριτό ρόλο και πρέπει να αναλάβει τις δικές του ευθύνες λειτουργώντας όπως υπαγορεύει η νέα εποχή.
Παράλληλα όμως πρέπει να δουλέψουμε από κοινού ώστε η εφαρμογή του Solvency II να γίνει με τρόπο τέτοιο που να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις, ενώ παράλληλα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι όλοι ακόμη σε αυτήν εδώ τη χώρα πρέπει καθημερινά να διακηρύττουμε την αξία της ασφάλισης` ιδιαίτερα σε αυτή την εποχή όπου ο αδύνατος οικονομικά έλληνας, δεν μπορεί, δεν πρέπει, είναι επικίνδυνο να μένει ανασφάλιστος, δηλαδή να αυτασφαλίζεται.
Στις μέρες μας συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις που θα δώσουν τη δυνατότητα στην ασφαλιστική αγορά να αφήσει πίσω της όλα εκείνα τα οποία την περιόριζαν επί δεκαετίες, και να απευθυνθεί αξιόπιστα στο δοκιμαζόμενο Έλληνα πολίτη, ώστε να καλύψει πραγματικές και οξυμένες ανάγκες του.
Δεν έχουμε δικαίωμα να αφήσουμε αυτή τη μοναδική ευκαιρία, ανεκμετάλλευτη. Η ελληνική ασφαλιστική αγορά αποκαθαίρεται, κι έτσι γίνεται πολύτιμος σύμμαχος στην προσπάθεια κάθε Ελληνίδας και κάθε Έλληνα να υπερβεί την κρίση και να κτίσει μια νέα ζωή με ποιότητα και προοπτικές.
Σε μια εποχή που τα κεφάλαια είναι ακριβά, αλλά που χρειαζόμαστε περισσότερα, και το κόστος λειτουργίας των ασφαλιστικών εταιρειών, που στην Ελλάδα λόγω μικρής κλίμακας ήταν ήδη υψηλό, θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο λόγω των νέων κανονιστικών απαιτήσεων του Solvency II, διατρέχουμε τον κίνδυνο να γίνουμε τόσο εσωστρεφείς ώστε να χάσουμε την επόμενη μέρα: οι πελάτες μας αλλάζουν, οι ανάγκες τους αλλάζουν, νέοι κίνδυνοι αναδύονται ενώ νέα κεφάλαια μπορούν να εισέλθουν μέσω των κεφαλαιαγορών, διαταράσσοντας υπάρχουσες ισορροπίες και ανατρέποντας παραδοσιακές τιμολογήσεις.
Ως αγορά πρέπει να έχουμε το βλέμμα μας στον άνθρωπο του αύριο, ενώ λύνουμε τα προβλήματα της δουλειάς μας σήμερα.
Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε ως αγορά είναι μεγάλη! Είμαι όμως πεπεισμένος ότι θα τα καταφέρουμε και τελικά θα βγούμε δυνατότεροι, μεγαλύτεροι και πιο χρήσιμοι για την κοινωνία μέσα από αυτή τη συγκυρία.