Διαφανείς προθέσεις με αδιαφανεις πρακτικές

Μέσα στην πρωτοφανή οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κρίση που βιώνουμε,  εύκολα αναδύονται σε όλους τους τομείς οι πρακτικές εκείνες που θα έπρεπε από όλους και προ πολλού να έχουν καταδικαστεί και καταργηθεί.

Αντίθετα, σήμερα προβάλλονται και μεγενθύνονται γιατί τα αποτελέσματά τους είναι ακόμη πιο δραματικά και επώδυνα για πολύ μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Και για να γίνω πιο κατανοητή θέλω να πω με άλλα λόγια αυτό που η λαϊκή ρήση λέει ότι  «ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται».

Στον τομέα τον δικό μας έχουμε δει από Τράπεζες και Ασφαλιστικές Εταιρείες απίστευτες προσφορές. Δώρα, κουπόνια, εκπτωτικές κάρτες, και ότι άλλο βάζει ο νους, σε έναν  συναγωνισμό μειοδοσίας και παραχολογίας που όμοιο δεν έχουμε ξαναζήσει στο παρελθόν.

Έχουμε δει και καταγγείλει Εταιρείες φαντάσματα, που λειτουργούν χωρίς Γραφεία, με ψεύτικα ΑΦΜ, μαϊμού ασφαλιστήρια και είσπραξη εκατομμυρίων που έκαναν φτερά κάτω από το απαθές βλέμμα των αρμοδίων.

Τώρα, και με αφορμή το νομοσχέδιο για τα ανασφάλιστα, σε διπλοβάρδιες και με ενίσχυση προσωπικού θα δουλεύουν οι Τράπεζες. Όλα αυτά δυστυχώς γενούν ερωτηματικά καθώς οι καταγγελίες, οι διαμαρτυρίες και οι αντιδράσεις μας προς όλες τις μεριές, Εποπτεία, Ένωση, Γ.Γ. Καταναλωτή, πέφτουν στο κενό, για να μην πω στο καλάθι των αχρήστων, αφού ακόμη και η αργοπορημένη απάντηση στην καλύτερη περίπτωση, ακυρώνει την όποια καλή πρόθεση.

Κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα μας απασχόλησε και μας προβλημάτισε η αδιαφορία της Πολιτείας στον έλεγχο πρακτικών αθέμιτου ανταγωνισμού. Το θέμα είναι διαχρονικό αλλά τώρα πια ιδιαίτερα οξυμένο.

Απευθυνθήκαμε στην Τράπεζα της Ελλάδος, τον θεσμικό μας Επόπτη, αλλά και στον Γεν. Γραμματέα Καταναλωτή, διότι θεωρούμε ότι το πλαίσιο προστασίας του καταναλωτή πρέπει να είναι κοινό, ανεξάρτητα από το δίκτυο διανομής που του απευθύνεται και του
παρέχει ασφαλιστική κάλυψη.

Στην ασφαλιστική αγορά σήμερα παρατηρούνται ιδιαίτερα συχνά περιστατικά καταστρατήγησης βασικών κανόνων δεοντολογίας αλλά και παράνομων συμπεριφορών από :
– Τραπεζικά Aίκτυα
– Call Center Ασφαλιστικών
Εταιρειών &
– Πωλήσεις μέσω INTERNET
• Γνωρίζουμε ότι ενημερώνονται οι πολίτες – πελάτες μας από μη πιστοποιημένους υπαλλήλους Τραπεζών
• Γνωρίζουμε ότι πιέζονται αφόρητα και καθοδηγούνται σε «υποχρεωτική» επιλογή Ασφαλιστικης Εταιρείας
• Γνωρίζουμε ότι υποκλέπτεται η υπογραφή τους σε ερωτηματολόγια (π.χ. ιατρικών ερωτήσεων ή άλλων εντύπων)
• Γνωρίζουμε ότι υπάρχει παραπλανητικά ελλιπής ενημέρωση σε sites ηλεκτρονικών πωλήσεων.
Όλα τα παραπάνω που τα καταγγέλλουμε όλοι μας, δεν βλέπουμε να αξιολογούνται ούτε να καταδικάζονται.

Οπότε εύλογα αναρωτιέται κανείς ποιος ορίζει τους κανόνες που πρέπει να ισχύουν στην αγορά αυτή, ποιος τους εποπτεύει και ποιος εν τέλει και γιατί αδιαφορεί για την λειτουργία
τους!
Δεν είναι δυνατόν μία αγορά, της οποίας το λειτουργικό πλαίσιο ορίζεται υπερβολικά από κανονιστικούς νόμους, οδηγίες και διατάγματα, να μη μπορεί να ελεγχθεί σωστά.

Το δεύτερο θέμα που είναι δραματικά επίκαιρο αφορά την ενημέρωση για την φερεγγυότητα των Ασφαλιστικών Εταιρειών.

Ακανθώδες, το κατανοούμε όλοι, αλλά δεν μπορεί να είναι για πάντα άλυτο. Όταν οι Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές είναι εκείνοι που πρέπει να απαντήσουν στο εύλογο ερώτημα: «είναι καλή αυτή η Εταιρεία…»; Δεν μπορεί να μην έχουν πληροφόρηση,
αλλά αντιθέτως, να έχουν μερίδιο ευθύνης!

Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει επιλέξει από τότε που ανέλαβε την εποπτεία της Ασφαλιστική Αγοράς να μη δημοσιοποιεί κανένα στοιχείο που θα βοηθούσε να κατανοήσει κανείς το επίπεδο φερεγγυότητας της κάθε εταιρείας.

Ταυτόχρονα επιμένει να θεωρεί ότι ο Ασφαλιστικός Aιαμεσολαβητής οφείλει να γνωρίζει ποια εταιρεία είναι στο «κόκκινο».

Εμείς πιστεύουμε και το έχουμε καταθέσει ότι θα μπορούσε να υπάρχει μία κοινά αποδεκτή διαδικασία βαθμολόγησης – διεθνώς rating – που θα παρουσίαζε ανά τακτά χρονικά διαστήματα την θέση και την πορεία της εταιρείας, ώστε να είναι εύκολα κατανοητό και στον καταναλωτή το επίπεδο φερεγγυότητας της.

Είναι κάτι που ισχύει διεθνώς και θα βοηθήσει ώστε να μη βρεθεί και πάλι η αξιοπιστία της αγοράς στο ναδίρ στην επόμενη ανάκληση αδείας. Εμείς ως ΕΕΑΕ, αλλά και ως ΕΑAΕ,
έχουμε ζητήσει απαντήσεις για τα ανωτέρω από την Εποπτική Αρχή, αλλά μέχρι σήμερα απαντήσεις δεν  έχουμε λάβει.

Έχουμε υποβάλει ερωτήματα, προτάσεις και θέσεις και περιμένουμε λύσεις και  κατευθύνσεις, αλλά αντί αυτών πληροφορούμαστε από μία διάχυτη φημολογία, ότι επιχειρείται και πάλι η μετατόπιση του θέματος ελέγχου, από τις εταιρείες στους Διαμεσο-
λαβούντες.

Επιχειρείται δηλαδή να εισβάλει ξανά ένας νέος Τειρεσίας από την πίσω πόρτα, όταν η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Aεδομένων μόλις απέρριψε την προσπάθεια της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών για δημιουργία και τήρηση Αρχείου Aιαμεσολαβητών με παράτυπη συμπεριφορά.

Εμείς είμαστε ξεκάθαρα υπέρ της εξυγίανσης της αγοράς και υπέρ της αποβολής των στοιχείων που την διαβρώνουν, από όπου και αν προέρχονται. Όμως όχι με τέτοιες αδιαφανείς και εκβιαστικές μεθόδους. Δεν είναι δυνατόν να ανεχτούμε αυτήν
την αδικαιολόγητη εμμονή κατά των Διαμεσολαβούντων όταν όλοι πολύ καλά γνωρίζουμε ότι ο Διαμεσολαβητής είναι το δέντρο και όχι το δάσος.

Πηγή:  «διασφαλίζω» (τεύχος 18, Ένωση Επαγγελματιών Ασφαλιστών Ελλάδος)