W. Langen: «Η υπερβολική ρύθμιση δεν είναι επιθυμητή»

Παραθέτουμε αποσπάσματα από συνέντευξη του Dr. Werner Langen, μέλους της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ECON), και εισηγητή της αναθεωρημένης πρότασης οδηγιών για την Ασφαλιστική Äιαμεσολάβηση (IMD ΙΙ). Θεωρούμε σημαντικές τις θέσεις του περί ελάχιστης εναρμόνισης, που δείχνει πλέον ξεκάθαρα τη τάση για σεβασμό των ιδιαιτεροτήτων και της διαφορετικότητας μεταξύ των κρατών μελών.

Επίσης το ζήτημα της διαφάνειας και «αποκάλυψης» των προμηθειών
δείχνει να οριστικοποιείται, παρά τις πολλές και αντίθετες φωνές. Τέλος η δημιουργία και επιβολή ισότιμων όρων ανταγωνισμού, ίσως είναι η μοναδική λύση προστασίας μας, από αθέμιτες πρακτικές και ενέργειες.

Πιστεύετε ότι η αναθεώρηση ή η αναδιατύπωση της IMD ήταν απαραίτητη;

Σύμφωνα με τον Επίτροπο Barnier της Ε.Ε., ο σκοπός της αναθεώρησης
είναι η ρύθμιση με διεθνείς κανόνες και για τον ασφαλιστικό κλάδο
όπως και για τον χρηματοπιστωτικό (κάθε προϊόν, αγορά και συμμετέχοντας πρέπει να υπαχθεί σε ρύθμιση), καθώς επίσης και η δημιουργία των ίδιων όρων ανταγωνισμού για την διανομή ασφαλιστικών προϊόντων αλλά και η περαιτέρω βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, δεν είμαι απόλυτα σίγουρος ότι η αναδιατύπωση ήταν απαραίτητη.

Τα νέα κείμενα πρέπει μόνο να προτείνονται μετά από προσεκτικό έλεγχο ανά κράτος-μέλος, που να δείχνει ότι η αναδιατύπωση είναι πραγματικά αναγκαία. Στην E.Ε. δραστηριοποιούνται περίπου ένα εκατομμύριο Ασφαλιστικοί Διαμεσολαβητές οι οποίοι είναι κυρίως μικρού ή μεσαίου μεγέθους παραγωγοί. Υπερβολική ρύθμιση δεν
είναι επιθυμητή και θα οδηγήσει στη μείωση των παροχών και των επιλογών των ιδιωτών πελατών. Είναι σημαντικό να διαφυλαχτεί η αρχή της ισορροπίας μεταξύ της προστασίας των πελατών και της αποτελεσματικότητας της αγοράς. Πρέπει να
ληφθούν υπόψη όλοι οι συσχετισμοί κινδύνου και πολυπλοκότητας των προϊόντων και τύπου πελατών. Πρέπει να ακολουθηθεί, με την πιο ενδεδειγμένη προσέγγιση, ο δρόμος της ελάχιστης εναρμόνισης.

Ποια είναι τα κύρια θέματα στα οποία θα επικεντρωθείτε στην έκθεσή σας;  Ποιες διατάξεις της IMD πρέπει να τροποποιηθούν;

 

Έχω σκοπό η έκθεση μου να επικεντρωθεί σχετικά με τα άρθρα για το σκοπό και το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, την πιστοποίηση και την απλοποίησή της, την εκπαίδευση και τη διαρκή εκπαίδευση των Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών, τη σύγκρουση συμφερόντων και τα επενδυτικά προϊόντα ασφάλισης.

Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, συμφωνώ με το BIPAR ότι είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε ότι υπάρχουν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, οι ίδιοι κανόνε̋ για την ίδια δραστηριότητα, και να ληφθούν υπόψη οι προηγούμενες εμπειρίες από την IMD Ι.

Τα προσόντα των Ασφαλιστικών Διααμεσολαβητών είναι το κλειδί. Φαίνεται να έχει νόημα να απαιτούνται περισσότερα προσόντα, διαρκής εκπαίδευση οργανωμένη ίσως από τις Επαγγελματικές Ενώσεις ή και τις εταιρείες και πιθανότατα λιγότερη
γραφειοκρατία για πιο σύνθετα προϊόντα.

Οι προτεινόμενες διατάξεις σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων και διαφάνειας αντιπροσωπεύουν μια από τις πιο ουσιαστικές αλλαγές της αναθεωρημένης Οδηγίας. Η Επιτροπή θεωρεί εδώ υποχρέωση για τον Διαμεσολαβούντα να αποκαλύψει τη φύση και το ποσό της αμοιβής του. Για τα προϊόντα ασφάλισης ζωής, η υποχρέωση αυτή θα εφαρμοστεί με την έναρξη ισχύος της Οδηγίας, ενώ για τα υπόλοιπα κατόπιν αιτήματος, με μία μεταβατική περίοδο πέντε χρόνων πριν τη πλήρη διαφάνεια.

Είναι γεγονός ότι το συμπέρασμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εκτίμηση των επιπτώσεων αναφορικά με διαφάνεια, δείχνει ότι η μεγαλύτερη πλειονότητα των ενδιαφερομένων είναι αντίθετη, καθώς τα δεδομένα θεωρούνται περιττά και προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές. Επιπροσθέτως, εγείρονται δύσκολες τεχνικές ερωτήσεις, ως προς το αν είναι πιθανό να βρεθεί μια βάση για τον υπολογισμό η οποία δημιουργεί συγκρισιμότητα μεταξύ του συστήματος της αμοιβής
των διαφορετικών καναλιών διανομής. Η γνωστοποίηση της φύσης και η πηγή της αμοιβής και του υπολογισμού του κόστου̋ για την ολοκλήρωση και τη διανομή, μπορεί να αποτελεί καλύτερη εναλλακτική.

Και φυσικά δεν νομίζω ότι η απαγόρευση της προμήθειας θα φέρει καλύτερη προστασία των καταναλωτών.

Αναφορικά με τη πρόταση για πρόσθετες απαιτήσεις για την προστασία των καταναλωτών σε σχέση με ασφαλιστικά επενδυτικά προϊόντα (όπως προτείνεται σε άρθρα της MiFID II), προκύπτει το ερώτημα εάν αυτά είναι πράγματι συγκρίσιμα με απλά ασφαλιστικά προϊόντα και αν πρέπει να υπόκεινται στους ίδιους κανόνες.

Τελικά προϊόντα που προστατεύουν ανθρώπους από βασικούς κινδύνους
πρέπει να παραμένουν διαθέσιμα. 

επιμέλεια: Χάρης Αλεξόπουλος
Πηγή: Περιοδικό «διασφαλίζω», ΕΕΑΕ