Αντίστροφη μέτρηση για την εφαρμογή της Solvency II

Ένα βήμα πιο κοντά στην εφαρμογή της Solvency II βρίσκεται η ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά. Ήδη από τις 31 Μαρτίου ολοκληρώθηκε ο κύκλος συλλογής των στοιχειών που έπρεπε να συγκεντρώσουν οι εποπτικές αρχές κάθε κράτους μέλους της Ε.Ε. για τα 13 Σενάρια ή αλλιώς για τις 13 ασκήσεις εφαρμογής της Solvency II και όπως αναφέρουν πηγές του iw η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη «λυμένες» στις ασκήσεις αυτές από τη συντριπτική πλειοψηφία των ασφαλιστικών εταιρειών.
 
Πρόκειται για την εφαρμογή της Άσκησης: ‘’Εκτίμησης Επιπτώσεων δέσμης ρυθμίσεων σχετικών με τις μακροχρόνιες εγγυήσεις‘’,
 
Πλέον, μένει η αποστολή τους στην EIOPA, η οποία εν συνεχεία θα αξιολογήσει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και θα λάβει τις αποφάσεις της για τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα εφαρμοστεί τελικά η Solvency II στην  ασφαλιστική αγορά .
 
Η ανάγκη επαναπροσέγγισης του Solvency II γεννήθηκε από το γεγονός ότι λόγω της κρίσης μειώθηκε το ενεργητικό των σφαλιστικών εταιρειών δίχως την ίδια στιγμή να μειώνονται και οι μακροχρόνιες υποχρεώσει τους, με αποτέλεσμα να υπάρξει ανάγκη επιπρόσθετων κεφαλαίων.
 
Όπως επισημαίνει στο Iiw ο κ. Νίκος Χακλιόπουλος, Γενικός Διευθυντής Χαρτοφυλακίου Ευρωπαϊκή Πίστη ΑΕΓΑ), η αντιστοίχηση των Επενδύσεών της εκάστοτε εταιρείας με τις υποχρεώσεις της απαιτεί πρόσθετα κεφάλαια σε αντίθεση με τις εταιρίες που δεν επένδυαν με βάση τις αναληφθείσες υποχρεώσεις των. Έτσι προέκυψε η ανάγκη υιοθέτησης μηχανισμού, ο οποίος σε περιόδους ύφεσης θα μειώνει το Παθητικό προεξοφλώντας τις υποχρεώσεις με μεγαλύτερα επιτόκια, τα οποία βέβαια θα καθορίζονται από τους Επόπτες ή θα αποτιμά τις επενδύσεις του ενεργητικού λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη, που καλύπτει ο μακροχρόνιος χαρακτήρας των».
 
Κατά τον κ. Χαλκιόπουλο, «γίνεται αντιληπτό ότι η Solvency II πρέπει να διαφοροποιηθεί πριν την εφαρμογή του, λαμβάνοντας υπόψη:
την αντιστοίχηση των Υποχρεώσεων και των Επενδύσεων των ασφαλιστικών εταιρειών,
την πιστοληπτική διαβάθμιση των επενδύσεων κάθε εταιρείας,
την ανάγκη για τη προσφορά ανταγωνιστικών ασφαλιστικών προϊόντων στον ευρωπαίο καταναλωτή από πλευράς εύρους παροχών, και
τη διατήρηση πρόσβασης στο ευρύ κοινό των Συνταξιοδοτικών Προγραμμάτων και των Προγραμμάτων Υγείας, που θα διασφαλίζουν τις απαιτήσεις ενός σύγχρονου καταναλωτή και δεν θα διαμορφώσουν τα προϊόντα -που παρέχουν μακροχρόνιες εγγυήσεις (Σύνταξη –Υγεία – Αστικές Ευθύνες)- ως αγαθά πολυτελείας στα οποία δεν θα έχουν πρόσβαση λόγου κόστους το σύνολο των Καταναλωτών, αλλά μόνο η ανώτερη οικονομική τάξη.